12. Ουλές και Μελάνι

1K 158 54
                                    

Το σώμα μου δεν είναι έτοιμο για την πρώτη Εκπαίδευση ύστερα απ'την τιμωρία μου. Ούτε κι η ψυχή μου, που έχει κρυφτεί βαθιά μες το κουκούλι της και αρνείται να βγει απ'το σκοτάδι...

Τα ρούχα της Φάλκο στέκονται φαρδιά πάνω μου, τώρα πια. Οι αντοχές μου έχουν αλλάξει.

Λαχανιάζω εύκολα. Πνίγομαι με κάθε ανάσα που ρουφάω. Νιώθω σαν να βυθίζομαι σε νερό, ίσως στη θάλασσα κοντά στο σπίτι των γονιών μου. Βρίσκομαι σε ένα απ'τα συνηθισμένα μακροβούτια μου, μόνο που, αυτή τη φορά, δεν κολυμπάω προς την επιφάνεια για να αναπνεύσω. Μονάχα βουλιάζω και βουλιάζω, μέχρι να χτυπήσω στη σκληράδα του πάτου.

Οι πληγές που έχει σκάψει η αλυσίδα είναι ακόμα εκεί, γύρω από καρπούς και αστραγάλους. Καίνε το δέρμα μου σε κάθε επαφή με χιόνι, λες κι είναι φρέσκιες. Ο πόνος τους φριχτός...

Άντεξα την άδικη τιμωρία μου, αλλά δεν μπορώ να μείνω αμίλητη άλλο πια. Δεν το δέχομαι.

Όχι όσο η λύπη μέσα στο καστανό του Λούπο είναι πιο γυαλιστερή από τον Ήλιο αυτού του βουνού...

Όχι όσο ο Βόρειος διατάζει από μακριά να βιαστώ, για να μην καθυστερώ τους υπόλοιπους...

Δεν δίνει δεκάρα για τον εφιάλτη που ζω εξαιτίας του. Αδιάφορος. Ψυχρός, σαν τον Βορρά.

Ουρλιάζω.

Τα δάχτυλά μου στο κεφάλι μου, τραβούν τα μαλλιά μου απ'τις ρίζες. Πρέπει να μοιάζω με τρελή, αλλά ίσως και να είμαι. Η προσοχή όλων τους πάνω μου, το ίδιο και η δικιά του.

«Είμαι άνθρωπος!» φωνάζω, μέχρι οι πνεύμονές μου να σκιστούν. «Ένας άνθρωπος που κουράζεται. Που έχει το δικαίωμα από τη Φύση να πεινάει και να πέφτει στο χώμα όταν δεν μπορεί να αντέξει άλλο πια! Ένας άνθρωπος που υποφέρει και ματώνει!»

Αλμύρα μουσκεύει τα χείλη μου. Γονατίζω στο χιόνι, μικροσκοπική.

Τεντώνω τα χέρια μου μπροστά τους, δείχνω τις ουλές μου σε όλους τους. Τη φρίκη που βίωσα.

Η φωνή μου ραγίζει.

«Πώς θα μπορέσω να ξεχάσω; Πώς θα καταφέρω να ξεπεράσω τον πόνο, τώρα που οι αλυσίδες σου τον χάραξαν για πάντα πάνω μου;!». Μία απορία για εκείνον.

Τον αντιμετωπίζω πίσω απ'τη θολούρα των δακρύων μου. Δεν χαμηλώνει το βλέμμα του, όπως θα έπρεπε. Δεν νιώθει ντροπή. Με πλησιάζει πάνω στο απέραντο χαλί του πάγου.

Ιεραρχία Where stories live. Discover now