4. Πρόσκληση σε Μάχη

1.1K 164 54
                                    

Ο Λούπο με συνοδεύει μέχρι το υπόγειο, έναν χώρο με χαμηλό ταβάνι και κάπου στις είκοσι κουκέτες. Σε εμένα δίνεται ένα στρώμα στο δάπεδο, γυμνό και ξεφτυσμένο.

Παρακολουθώ τους ανθρώπους γύρω μου, όλους τους μαθητευόμενους του Λεόνε, μέχρι που ο Λούπο επιστρέφει με γεμάτα χέρια.

«Ρούχα, σεντόνια» πετάει τις λέξεις μαζί με τα πράγματα που έφερε. «Αυτά είναι παλιά πουλόβερ και κασκόλ της Φάλκο. Δεν τα χρειάζεται πια, έχει συνηθίσει στο κρύο. Μου είπε ότι θα ψάξει για περισσότερα μέσα στην ντουλάπα της αύριο, θα στα φέρω τότε» μου εξηγεί.

Αγγίζω τα ζεστά ρούχα, περνάω τα ακροδάχτυλά μου πάνω απ'την υφή τους.

«Σε ευχαριστώ».

«Είσαι η μόνη γυναίκα εδώ κάτω. Θα σου πρότεινα να αλλάξεις στο μπάνιο».

Με πηγαίνει εκεί. Κλείνομαι μέσα στο δωματιάκι και, επιτέλους, ελέγχω το όπλο μου. Τη σωτηρία μου. Θα πρέπει να το φυλάξω σε ένα πιο ασφαλές μέρος. Δεν είναι έξυπνο να το κουβαλάω συνεχώς πάνω μου.

Το βλέμμα μου ψάχνει τριγύρω, σωριάζεται στο καζανάκι της λεκάνης, που έχει φαγωθεί από την πολυκαιρία. Αυτό είναι. Το καπάκι αφαιρείται εύκολα. Αφήνω το όπλο μου εκεί μέσα, ευχόμενη πως, αν κάποιος το ανακαλύψει, δεν θα γνωρίζει σε ποιον από όλους μας ανήκει...

Φοράω τα καινούρια μου ρούχα και περπατάω έξω. Κανείς δεν μου δίνει σημασία. Δεν έχω κινήσει υποψίες.

Θα μείνω ζωντανή, τουλάχιστον για απόψε.

.»«.

Το πρώτο βράδυ είναι δύσκολο.

Τα βλέφαρά μου παραμένουν ανοιχτά, σε ετοιμότητα. Στριφογυρνάω και ξεφυσώ. Τρομάζω απ'τα ουρλιαχτά του ανέμου. Δεν κοιμάμαι καθόλου μέχρι να ξυπνήσουν οι Βόρειοι του υπογείου.

Είναι νωρίς. Η πρώτη αχτίδα της ημέρας χαϊδεύει αδύναμα τον πάγο πάνω απ'το παραθυράκι στο υπόγειο.

Ντυνόμαστε. Φοράμε βαριές μπότες σε κρύα πόδια. Εγώ βάζω τρεις από τις μπλούζες που μου χαρίστηκαν, κασκόλ, και δύο παντελόνια. Μισώ το κρύο.

Ο Λούπο έρχεται κοντά μου.

«Παρ'το» αφήνει στη χούφτα μου ένα λαστιχάκι για τα μαλλιά. «Θα το χρειαστείς».

Ιεραρχία حيث تعيش القصص. اكتشف الآن