Η Φύση παλεύει με τον εαυτό της.
Κραυγάζει και τσιρίζει, σαν παιδί που ξεσπάει από παράπονο. Θαρρώ πως είναι θυμωμένη μαζί μου, ότι εγώ είμαι η κοινή θνητή που προσπαθεί να τιμωρήσει, μα δεν ξέρω το γιατί.
Αργά το βράδυ, επισκέπτομαι το ιατρείο, και η Φύση μένει να οργιάζει μόνη της έξω απ'το τζάμι.
Τσιγάρο και μπόχα από φάρμακα. Αυτό το δωμάτιο μυρίζει απαίσια, κι όμως, οικεία. Οι μόνες ημέρες που δεν έτρεμα για την τύχη μου σε αυτό το σπίτι, ήταν εδώ. Κι ας στεκόταν ο Χάρος πάνω απ'το κεφάλι μου, πλάι στον ορό που ρουφούσαν οι φλέβες μου, λαίμαργες για ζωή...
Εκείνος είναι εδώ.
Ξαπλωμένος στο κρεβάτι που βαστούσε το δικό μου βάρος, κάποτε. Τον δικό μου πόνο.
Το στομάχι μου ανακατεύεται στην παρουσία του μέσα στο δικό μου ιερό δωμάτιο. Το βεβηλώνει, με την κάθε ανάσα που ξεφουσκώνει το στήθος του. Το καταστρέφει και αυτό, όπως και καθετί δικό μου.
Δειλή.
Δεν μπόρεσα να τον αφήσω να πεθάνει κάτω απ'το αμάξι. Να κλείσω τόσο αβίαστα το ψαλίδι γύρω από το τελευταίο νήμα της ζωής του. Ήμουν αδύναμη. Δειλή.
Είναι εδώ, τώρα. Λουσμένος μέσα σε σκιές. Στη θαλπωρή ενός, μονάχα, κεριού. Η φλόγα τεντώνεται για να αγγίξει με το φως της τον άντρα που μισώ. Τρέμει και φουντώνει, για να αφήσει χάδια στην έκτασή του, στα κλειστά του βλέφαρα. Σε ένα σώμα σχεδιασμένο για δύναμη, μειωμένο σε ακινησία και πόνο.
Πρώτη φορά τον βλέπω τόσο ευάλωτο. Ένα ελάφι ήδη τραυματισμένο μπροστά απ'το τουφέκι μου. Ξεγυμνωμένο από αισθήσεις.
Ανήμπορο να τρέξει.
Μια δεύτερη ευκαιρία, για να εξιλεωθώ απ'τα λάθη του χθες. Για να πάρω τη ζωή που η δειλία μου δεν με άφησε να λήξω...
Βήματα που με φέρνουν κοντά του.
Τα δάχτυλά μου σφίγγουν γύρω απ'τον λαιμό του, απ'τις ανάσες που μετά βίας καταπίνει. Δέρμα σε δέρμα, το δικό του ζεματάει με τη φωτιά του πυρετού του.
Πιέζοντας τη λαβή μου για να στενέψει...
Αγνοώντας το θέαμα άπλετης σάρκας που απλώνεται μπροστά στα μάτια μου. Μαλώνοντας μια όραση που ποθεί να τον δει. Να εξερευνήσει... Να κατασπαράξει...
Εστιάζω στην όψη αυτού του βαρβάρου. Σε σφραγισμένα βλέφαρα, που στοιχειώνονται από εφιάλτες. Σε δέρμα που έχει μείνει αξύριστο για λίγες μέρες, άγριο... Σ'εκείνη τη σχισμή ανάμεσα στα φρύδια του, που θέλω να απαλύνω με τον αντίχειρά μου...
YOU ARE READING
Ιεραρχία
ActionΜία ιστορία γεμάτη πάθη, έρωτα, εκδίκηση και αίμα. Το κρύο του Βορρά δεν συγχωρεί κανέναν, ειδικά εκείνον που θα το προδώσει.