14. Αποστολή (2)

866 145 74
                                    

Χάνομαι σε σοκάκια άδεια από ανθρώπους και ζωή.

Πρέπει να βρίσκομαι ακόμα στους πρόποδες του Βορρά. Το αεράκι φέρει την αλησμόνητη παγάδα του. Μοιάζει, πλέον, γνώριμη στα βάθη των οστών μου. Οικεία, με έναν τρόπο που μισώ.

Περιφέρομαι, μέχρι να βρω ένα δημόσιο τηλέφωνο. Κέρματα κείτονται στο χώμα μπροστά του. Η Τύχη γνέφει το κεφάλι της, μου δίνει την εύνοιά της επιτέλους.

Θυμάμαι τον αριθμό του Αχιλλέα σαν ποίημα. Περιμένοντας. Μετρώντας τους χτύπους της καρδιάς μου και της άλλης γραμμής...

«Ναι;». Η φωνή του αγαλλίαση πλάι σε αυτιά πεπεισμένα πως δεν θα την άκουγαν ποτέ ξανά.

«Είσαι ζωντανός!»

«Άννα; Είσαι πραγματικά εσύ;». Δυσπιστία, που διαλύεται μέσα σε ανακούφιση. «Είσαι εντάξει; Από πού με παίρνεις τηλέφωνο;»

«Από έναν τηλεφωνικό θάλαμο. Δεν ξέρω πού βρίσκομαι, μου έδεσαν τα μάτια, αλλά ξέρω ότι ήμουν στον Βορρά. Με πήγαν στον καταυλισμό τους, Αχιλλέα. Δεν είναι απλά φήμες. Ο Βορράς υπάρχει», έχει σάρκα και οστά, και είναι πιο φριχτός από κάθε κόλαση.

«Μείνε εκεί που είσαι. Θα πω στην Πανωραία να εντοπίσει το σήμα, θα έρθουμε να σε πάρουμε από εκείνους τους βαρβάρους».

«Όχι», ξέρω, τώρα, τον λόγο που η Μοίρα με έφερε εδώ. Τον συλλογιζόμουν ξανά και ξανά όσο βρισκόμουν δεμένη μέσα στην αποθήκη. Σχεδόν νεκρή. «Θα μείνω εδώ. Θα σας βοηθήσω να βρείτε τον Άσο μέσα από τον Βορρά», και μετά θα τον σκοτώσω, με τα ίδια μου τα χέρια. Αυτόν και τον Βόρειο.

Τον πρώτο για εσένα, μαμά. Τον δεύτερο για να καταλαγιάσω τη δικιά μου πείνα...

«Δεν έχεις λάβει κατάλληλη εκπαίδευση για αυτό που πρόκειται να κάνεις».

«Τι είναι η πείρα μπροστά στο κίνητρο, Αχιλλέα;». Του δίνω τα δικά του λόγια.

Δεν περιμένω για την απάντησή του. Κρεμάω το ακουστικό στη θέση του, επειδή βήματα δονούν το πεζοδρόμιο.

Η χροιά τους γνώριμη. Αδίστακτη και βαριά. Μια ανάσα μέσα από δόντια. Γυρνάω για να τον αντιμετωπίσω.

«Απομακρύνθηκα κρυφά από τον Λούπο», ξεφουρνίζω το πιο σημαντικό απ'όλα. «Δεν έφταιξε σε τίποτα».

«Το ξέρω. Το φτιάξιμο είναι όλο δικό σου».

Το σώμα του αποπνέει ακατέργαστη οργή. Καίει το δικό μου, κι ας στέκεται μέτρα μακριά.

Ιεραρχία Where stories live. Discover now