3

156 13 4
                                    

Στις σκέπες των αιώνων
πορφυρό μου λάφυρο,
σε κράτησα με ευσέβεια.
Χαμένο δισκοπότηρο
πικρή η γεύση της λησμονιάς
στάζει γλυκά στα χείλη μου.

Στοίβαξα τις θύμησες μου
σε ένα ατέρμονο ταξίδι.
Αναζητώντας την Ιθάκη μου
προχώρησα ανένταχτη
στον κλοιό που μου επέβαλλαν.

Στην λήθη του στεναγμού μου
σ' ένιωσα, απατηλό μου είδωλο.
Σώματα στοιβαγμένα
στην ρομφή του αετού,
περήφανα κρατούν τον ίσκιο μου.

Το χαμόγελο σου μακραίνει
ξεθωριάζει...
σαν κυπαρίσσι αγριεμένο
σταλμένο από μαντατοφόρο.
Δεν θα ανταμωθούμε, πριν έρθει η ώρα..

Σε μια χούφτα από μνήμες
ξεχασμένες στο χρόνο,
περιπλανήθηκα
σε δρόμους μακρινούς.
Απώλεια μου, ΕΣΥ
σε μια τελευταία κενή Γραμμή
σταγόνες κύλησαν
στο πάτωμα μου νωπές.
Αύριο, αύριο
θα κατοικήσουμε ΜΑΖΙ.

.........................................................................

"Παύλο."

"Παύλο ξυπνα πρέπει να παμε στην αποθήκη."

"Παύλο σηκω."

Λοιπόν.

Αν δεν ξυπνάει κάποιος τι κανουμε;

Του ρίχνουμε παγάκια στο τέτοιο του.

Πήγα στην κουζίνα και εβαλα σε ένα μπολ παγάκια.

Πήγα παλι πανω.

Σηκωσα το μποξερακι του και εριξα μεσα τα παγακια.

1...

2...

3...

Πετάχτηκε όρθιος.

"ΠΑΣ ΚΑΛΑ;"

"Ναι. Δεν ξυπναγες και πρέπει να παμε αποθήκη."

"Ετσι θα με ξυπνάς από εδώ και περα; Έχεις αποφασίσει να μην κάνουμε παιδια;"

"Κανουμε;"

"Εγω εσενα Έλλη Αναστασίου θα σε κανω γυναίκα μου."

"Κανε όνειρα."

"Καλά να θυμάσαι την ημερομηνία που στο ειπα 5 Ιανουαρίου."

"Καλά καλά ντύσου τωρα"

Βγηκα απο το δωμάτιο και έφτιαξα πρωινό στην μανα μου.

Πήγα πανω να την ταϊσω

Παύλος pov

Αφού ντύθηκα βγηκα απο το δωμάτιο.

Την ακουσα να μιλάει και προχώρησα στην φωνή της.

"Έλα ρε μαμα φαε λίγο."

Κοίταξα λίγο από το άνοιγμα που είχε η πορτα.

𝕃𝕒𝕤𝕥 𝕥𝕚𝕞𝕖Where stories live. Discover now