29

59 8 2
                                    

"Μπορεί να νομίζεις πως με την θυσία που έκανες έσωσες την κόρη σου αλλά κάνεις μεγάλο λάθος, μόλις πάρουμε την εκδίκηση μας απο εσένα σειρά έχει η οικογενειά σου." Μια μεγαλη πορτα που βρισκοταν στο πίσω μέρος της αποθήκης άνοιξε.  Ο Άλκης μας άφησε μόνους μας.

"Μπαμπά; Τι κάνεις εδώ;"  Κοιταξε το κορμί μου. Προσπάθησα οσο μπορούσα να καλύψω την γύμνια μου. Ο πατέρας μου μου τράβηξε τα ήδη δεμένα χέρια μου και αποκάλυψε το στήθος μου. Το άγγιξε... Του κλότσισα το γόνατο. Έπεσε κάτω σφαδάζοντας απο τους πόνους. 

"Πουτάνα" Με χαστούκισε. Με χτύπησε τόσο δυνατά που ζαλίστηκα απο τον πόνο. Τράβηξε και άνοιξε τα πόδια μου. Ήμουν στο έλεος του. Το χέρι του πήγε στο μόνο ύφασμα που έιχα πάνω μου. Το εσώρουχό μου .

Τα χέρια μου ήταν δεμένα σε έναν ψηλό ασημένιο στήλο, τα πόδια μου ήταν ορθάνοιχτα ενώ εκείνος είχε πάρει την σώστη θέση. Το ένα του χέρι πίεζε την μέση μου, για να μείνει κάτω, ενώ το άλλο είχε καλύψει το στόμα μου εξαναγκάζοντας τους ήχους και τις κραυγές βοήθειας -που πάλευαν να 'ελευθερωθούν'- να παραμείνουν στην ίδια θέση.

Κατάφερα να σηκώσω την λεκάνη μου.  Λύγισα τα πόδια μου και έβαλα τις πατούσες μου στην αρχή των δικών του. Τον έσπρωξα με όσο κουράγιο άλλα και δύναμη μου είχε απομείνει. "ΜΑΡΙΕ" Ούρλιαξα το όνομα του ανθρώπου που δυστυχώς ήταν ο μόνος που μπορούσε να με βοηθήσει.

Ο πατέρας μου γρήγορα βρήκε την αυτοκυριαρχία του και μας τοποθέτησε όπως πριν. Η μόνη διαφορά με το πρίν ήταν πως τώρα με χτυπούσε κιολας.

Η πόρτα άνοιξε με δύναμη. Άκουσα την φώνη του Μάριου που είπε: "Αφησέ την ρε ανώμαλο κάθαρμα." Τον τράβηξε απο πάνω μου και η γρονθοκόπηση του πατέρα μου δεν άργησε να έρθει. Εγώ ήμουν σε κατάσταση σόκ. Κόλλησα στο στήλο και παρακολουθούσα δίχως την ικανότητα να αρθρώσω λέξη. 

Καποια στιγμή τον χτύπησε τόσο δυνατά που αίματα πετάχτηκαν μέχρι έμενα. 

Μέτα η φωνή του Μάριου ακούστηκε για άλλη μια φορά. " Όπως είσαι φέυγεις και δεν πατάς το πόδι σου εδώ ποτε ξανά! Το κατάλαβες παλιο ανωμαλάρα! Αν ξανα αγγίξεις έστω μια τρίχα της θα σε σκοτώσω εγώ ο ίδιος!" 

Τον έριξε στο πάτωμα και εκείνος έσερνε το κορμί του μέχρι την πόρτα. Με πλησιασε ο Μάριος. "Είσαι καλά αρχηγέ;" Τον κοίταξα στα μάτια. Ενιωθα βρώμικη. Ήθελα να φωνάξω: "Οχι! Δεν είμαι καλα! Ο πατέρας μου μόλις πήγε να με βιάσει. Είμαι μακρια απο τα παιδιά μου.  Μακρία απο τον άνδρα που αγαπώ για δέυτερη φορά. Δεν εχω καμία ελευθερια. Είμαι εδω κλεισμένη 2.555 μέρες. ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΎΓΩ" Αντι όμως για όλα αυτά του είπα ένα απλό "Ναι, σε ευχαριστω"

𝕃𝕒𝕤𝕥 𝕥𝕚𝕞𝕖Where stories live. Discover now