ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12

505 33 0
                                    

Την άλλη ημέρα σηκώθηκα πολύ νωρίς και ετοιμάστηκα με το πάσο μου καθώς είχα πολυ χρόνο μέχρι να πάνε οι εργάτες. Φόρεσα ένα μπεζ κοστούμι, βάφτηκα ελαφρά, έβαλα και μαύρες ψηλοτάκουνες γόβες και ήμουν έτοιμη να πάω στο κλαμπ όταν χτύπησε το τηλέφωνο μου.

-Ναι. Απάντησα.

-Που στο καλό είσαι; Με ρώτησε ο Ντάνιελ.

-Τώρα ξεκινάω. Απάντησα.

-Είμαι έξω και περιμένω πόση ώρα Έμμα. Είπε νευριασμένος.

-Καλά καλά τρέχω. Στραβά ξύπνησες σήμερα; Είπα και το έκλεισα.

Μπήκα γρήγορα στο αμάξι μου και ξεκίνησα για το κλαμπ. Πήγα στα γρήγορα και πήρα δυο καφέδες και μόλις έφτασα είδα τον Ντάνιελ να περιμένει μέσα στα νεύρα κρατώντας ένα τσιγάρο.

-Καλημέρα. Είπα και του έδωσα τα κλειδιά.

-Που είσαι τόση ώρα; Είπε και άρπαξε τα κλειδιά από το χέρι μου και άνοιξε.

-Αυτό είναι για σένα. Σου χρωστάω έναν καφέ. Είπα και του τον έδωσα.

Εκείνος τον πήρε δίχως να πει τίποτα και πήγε να καθίσει. Σκέφτηκα να τον τσιγκλήσω λίγο αλλά δεν ήξερα πως θα το πάρει.

-Κάποιος μάλλον δεν πέρασε καλά χθες. Είπα.

-Το κόβεις; Είπε νευριασμένος.

-Όπως διατάξετε. Είπα ειρωνικά.

-Καλημέρα. Είπε ο Έρικ ο οποίος ήρθε για να μιλήσει με τους εργάτες οι οποίοι μόλις είχαν φτάσει.

-Καλημέρα. Είπαμε μαζί με τον Ντάνιελ.

-Προχωράει βλέπω. Σίγουρα θα είναι έτοιμο μέχρι τέλη Νοεμβρίου. Είπε.

-Θα ήθελες έναν καφέ; Τον ρώτησα.

-Όχι ευχαριστώ. Απάντησε.

-Πότε μπορούμε να διαλέξουμε έπιπλα; Ρώτησα.

-Για τον πάνω όροφο ακόμα και τώρα αν θέλετε. Απάντησε.

-Τέλεια, κάθισε να σου δείξω τις ιδέες μου.Του είπα και εκείνος κάθισε δίπλα μου.

Μιλούσαμε για αρκετή ώρα ανταλλάσσοντας ιδέες και τελικά καταλήξαμε σύμφωνα με την γνώμη του στα κατάλληλα έπιπλα για το γραφείο μου. Ο Ντάνιελ άφησε εμένα να επιλέξω και για το δικό του καθώς δεν είχε και πολλά κέφια σήμερα. Καθόταν μαζί μας αλλά ήταν αδιάφορος. Δεν έχω ιδέα τι του συνέβαινε αλλά για να μην με ενοχλεί σίγουρα κάποιος φούρνος θα γκρεμίστηκε.

Forever Your'sDonde viven las historias. Descúbrelo ahora