Όταν άνοιξα τα μάτια μου, τίποτα δεν ήταν οικείο. Επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Μόνο ένας ήχος διαπερνούσε τα αυτιά μου.
'Μπιπ, μπιπ, μπιπ...'
Ένιωθα να ζαλίζομαι. Ο κόσμος γύρω μου δε σταματούσε να γυρίζει. Τα μάτια μου ήταν θολά. Ξαφνικά μία ακόμα πιό θολή φιγούρα εμφανίστηκε στο προσκεφάλι μου.
"Αμάντα! Με ακους;". Η φωνή ήταν γνωστή. Ήταν ανδρική και ζεστή. Το βλέμμα μου άρχισε να ξεθολώνει. Άρχισα να διακρίνω καλύτερα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Ήταν ο Άλεξ. Διέκρινα στο βλέμμα του ανησυχία και άγχος. Μου κρατούσε σφυχτά το χέρι και δεν έπαιρνε τα χέρια του από πάνω μου. Ένιωθα ασφάλεια και ζεστασιά.
"Άλεξ; Που βρίσκομαι;" ρώτησα γεμάτη απορρία. Προσπάθησα να σηκωθώ, αλλά η ζαλάδα δε μου το επέτρεπε. "Μη σηκώνεσαι! Είμαστε στο νοσοκομείο Αμάντα! Δε θυμάσαι τίποτα;" ρώτησε ο Άλεξ σηκώνοντας τα φρίδια του. "όχι... όχι... θυμάμαι.. την Αλίσσα και μετά... απόλυτο σκοτάδι...". "Ποιά Αλίσσα; Αμάντα τι λες;" ρώτησε ο Αλεξ και πλέον η αγωνία των ματιών του είχε αντικατασταθεί με ένα σοκαρισμένο βλέμμα. "Η Αλίσσα Άλεξ! Η γειτόνισα μου!" είπα προτού προλάβω να συγκρατήσω τις λέξεις. Ο Άλεξ πίστευε πως δε ζούσε κανένας στο απένταντι σπίτι. Τώρα θα με πέρναγε για μια τρελή και ψυχοπαθή κοπέλα. "Αμάντα... τι λες; Δεν έχεις καμία τέτοια γειτόνισα. Στο απένταντι σπίτι ΔΕ ΖΕΙ ΚΑΝΕΙΣ!" είπε ο Άλεξ με τρόμαγμένη φωνή. "Ναι... ναι.." είπα και κοίταξα τα χέρια μας τα οποία παρέμεναν ενωμένα.
Η συζήτησή μας διακόπηκε όταν η μητέρα μου μπήκε ανήσυχη στο δωμάτιο. Από πίσω ακολουθούσε ο πατέρας μου με την αδερφή μου. "Άκουσα φωνές! Αμάντα; Ξύπνησες; Αγάπη μου είσαι καλά;" ρώτησε η μητέρα μου και έτρεξε στο πλευρό μου. "Αμάνταα!" τσίριξε με ενθουσιασμό η αδερφή μου και ήρθε και αυτή δίπλα μου. Ήμουν πολύ χαρούμενη που την είδα. Η αδερφή μου μου έφτιαχνε πάντα τη διάθεση. "Καλά είμαι.. νομίζω... απλά.. ζαλίζομαι λίγο..." ήταν το μόνο που κατάφερα να πω. "Φυσικό είναι αγάπη μου.. όλα θα πάνε καλά!" είπε η μητέρα μου και είδα ένα δάκρυ να τρέχει από την άκρη του ματιού της. "Μαμά... τι μου συμβαίνει;" ρώτησα γεμάτη απορία. Τότε η μητέρα μου ξέσπασε στα κλάματα και βγήκε τρέχοντας έξω από το δωμάτιο. Μα τι μου συμβαίνει; "Αλεξ;" ρώτησα κοιτώντας τον. "Αμάντα... δεν είναι τίποτα το σοβαρό..." είπε τρεβλίζοντας ο Άλεξ. "Μπαμπά; θα μου πείτε επιτέλους τι συμβαίνει;" είπα εκνευρισμένη πλέον. "Τίποτα γλυκιά μου... η μητέρα σου είναι κάπως υπερβολική. Απλά έχεις μία μικρή, καθόλου σοβαρή, καρδιακή πάθηση. Δεν είναι κάτι το σπουδαίο. Απλά θα πρέπει να προσέχει λίγο να μη ταράζεσαι! Έτσι είπε ο ιατρός." είπε ο πατάρας μου και μου χαιδεψε το κεφάλι. Καριδακή πάθηση; Υπέροχα! Το τελευταίο που χρειαζόμουν.
Εκείνη τη στιγμή μία νοσοκόμα μπήκε στο δωμάτιο. "Κα. Μπέρι, πως νοιώθετε;" είπε κοιτάζοντας κάτι χαρτιά στα πόδια του κρεβατιού μου. "Καλά νομίζω... απλά ζαλίζομαι!" είπα αναστενάζοντας. "Μμμμ... φυσικό! Απλά θα χρειαστεί να μέινετε εδώ το βράδι!" είπε χαμογελώντας! Υπέροχα! Απλά υπέροχα!
---
Σήμερα ήταν πιό μικρό παρτ, διότι δεν είχα χρόνο για να γράψω! Θα ανεβάσω αύριο μεγαλύτερο! Ελπίζω να σας άρεσε!
Ελπίζω να έχετε μια υπέροχη μέρα! :)
YOU ARE READING
Να φοβάσαι το σκοτάδι...
HorrorΗ Αμάντα Μπέρρι είναι μια 16χρονη μαθήτρια η οποία μετακομίζει με τους γονείς της και την 8χρονη αδερφή της Κόρτνεϊ σε ένα νέο σπίτι σε μια απομονωμένη γειτονία της Καλλιφόρνια. Εκεί γνωρίζει την Αλίσσα, τη γλυκιά και όμορφη γειτόνισά της, η οποία...