Κεφαλαιο 3

539 67 5
                                    


Οι μερες περνουσαν και απο παίκτρια εγινα φυτο. Βεβαια ειχα παντα διπλα μου τον Ορέστη να με στηριζει. Αν δεν ηταν αυτος θα ειχα πεθάνει. Δεν ειχα κανεναν πλεον. Αποφασισα να τελειώσω στην Ελλαδα το Λυκειο και ο βαθμος μου απο 11 ανεβηκε στο 20. Ηταν ενας τροπος να ζω. Η κατάθλιψη δεν μου αφηνε πολλες επιλογες. Ομως επρεπε να ζησω. Επρεπε. Η Ξενια αυτοκτονησε την επομενη μερα γιατι λογικα δεν αντεχε τις ενοχες της. Και γω συνεχισα να ζω
《Ελα χαμογελα λιγο. Ειναι τα γενεθλια σου σημερα》ειπε ο Ορεστης ενω προχωρουσαμε στους διαδρομους του σχολειου. Του χαμογέλασα για λιγο. Ισα ισα που σχηματιστηκε το χαμογελο και μετα η ισια γραμμη ξαναπήρε τη θέση της
《Σε παρακαλω ρε Ελενακι μου. Κανε μου αυτη τη χάρη》ειπε και με εσφυξε στην αγκαλια του. Απο το χαμο του Κωσταντινου οι λεξεις που έβγαιναν απο το στομα μου ηταν μετρημενες στα δάχτυλα. Ολο το σχολειο πενθουσε μαζι μου. Ολοι τον αγαπουσαν τον Κωσταντινο. Ηταν καλος με ολους.
《Αντε αφου δεν μου σκας εστω ενα χαμογελο τουλαχιστον ας παμε στην ταξη》ειπε και αρχισε να προχωραει και εγω τον ακολουθησα με ολες μου τις δυναμεις. Δεν ετρωγα ουτε επινα νερο και ολη μερα κοιμομουν. Τα ματια μου ηταν χλωμα και το δερμα μου επισης ενω ειχα αδυνατησει και υπηρχαν μαυροι κύκλοι κατω απο τα μάτια μου. Τα μαλλια μου ηταν ανακατεμενα και τα ρουχα που φορουσα ηταν ο,τι εβρισκα μπροστα μου.
《Καλημερα παιδια》ειπε ο Μαθηματικος ενω έμπαινε στ ην τάξη. Ο Στελιος ειχε φυγει γιατι ειχα κανει παραπονα στον λυκειάρχη και εφυγε απο το σχολειο μας.
《Καλημερα》απαντησε ολη η ταξη με μια φωνη. Αγαπουσαμε ολη τον νεο καθηγητη. Ηταν καλος και εκανε τα μαθηματικα παιχνιδι κυριολεκτικά.

Μολις τελειωσε το μαθημα πηγαμε στο κυλικειο. Εγω δεν περιμενω στην ουρα αφου ολοι μου την δινουν.
《Μια πιτσα》ειπα στην κυρια Μαρια που ηταν στο κυλικειο και αυτη μου την εδωσε μαζι με ενα ζεστο χαμογελο. Πηγα να της δωσω τα λεφτα οταν μου τα επέστρεψε
《Κερασμενο》ειπε και εγω χωρις δευτερη κουβεντα εφυγα
《Ορεξεις βλεπω》ειπε ο Ορέστης και με συνοδεψε μεχρι το προαύλιο.
《Ορεστη》του ειπα και αυτος με αγκαλιασε και με φιλησε στο μετωπο και εγω ασυναίσθητα χαμογέλασα
《Ποσο μ'αρεσει να σε βλεπω να χαμογελας》ειπε και με εσφυξε ακομα περισσοτερο στην αγκαλια του
《Τι ηταν το τοσο σημαντικό που σε εκανε να μιλησεις;》με ρωτησε ενω το χαμογελο δεν ξεκολλουσε απο τα χειλη του
《Σε λίγο καιρο αρχιζουν οι πανελλαδικές. Να ξες πως θα παω στην Αμερική. Θα ηθελα να ερθεις και συ μαζι μου》ειπα και αυτος με κοιταξε περιεργα
《Αν δεν θες δεν ειναι προβλημα》ειπα και συνεχισα να τρωω την πιτσα μου
《Ελενα θελω παρα πολυ να ερθω ομως δεν μπορω》ψέλλισε με σκυμμένο το κεφαλι
《Υποσχεθηκα να παω στη Γαλλια. Στη μαμα μου. Θελει να με βαλει στον δικο στης κοσμο》ειπε και με κοιταξε με λυπημενο βλεμμα
《Δεν πειραζει.》ειπα εγω και καταλαβα πως τελειωσα την πιτσα
《Θα πας να μου παρεις αλλη μια》ειπα και του εδωσα τα λεφτα. Αυτος χωρις να πει κουβεντα σηκωθηκε και κυριολεκτικά αρχισε να τρεχει. Σε λιγη ωρα ηταν πισω με δυο πιτσες
《Φαε》μου ειπε και μου τις εδωσε. Δεν ξερω αλλα πεινουσα πολυ. Ειδικα εκεινη την ημερα
《Λοιπον τι σχεδια εχεις για σημερα party animal;》ρωτησε και μου ξεφυγε ενα γελακι
《Καταφερα να σε κανω να γελασεις.》ειπε ενω ετρωγα
《Θελω μια τουρτα. Μεγαλη τουρτα. Και να τη φαμε μονο εσυ και γω》ειπα και με ακαλιασε
《Ορεξατη σε βλέπω σημερα》ειπε χωρις να παρει απαντηση.

Η παίκτρια 2: The come backWhere stories live. Discover now