Κεφάλαιο 15

471 65 3
                                    

《Τι σου συμβαινει;》με ρωτησε ο Ορεστης οταν ηρεμισα πλεον. Αρχισα να του διηγουμαι τι εγινε τοσο καιρο και αυτος με ακουγε χωρις να με διακοψει.
《Γιατι βρε κοπελα μου το εριξες το μωρακι σου; Τι σου εφταιγε;》ειπε μολις τελείωσα
《Τι γιατι ρε Ορεστη; Εχω ηδη τυψεις που προδωσα τη φιλη μου》ειπα και αυτος τελικα συμφωνησε μαζι μου
《Και τωρα τι θα κανεις;》με ρωτησε μετα απο λιγο. Σωστα! Αυτο δεν το ειχα σκεφτει
《Δεν ξερω. Λογικα θα βρω καμια σχολη για να τελειωσω οικονομικα》ειπα και ξεφυσιξα
《Ελενακι;》τι ηθελε παλι και με καλοπιανε;
《Τι θες;》
《Θα βγουμε σημερα;》
《Ναι. Το χρειαζομαι για να ξεχαστω》ειπα και αυτος με πηρε αγκαλια και με σηκωσε στον αερα σαν να ημουν πουπουλο.
《Ασε με ζαλιστηκα》ειπα και με αφησε ενω ειχαμε αρχισει να γελαμε. Πηγα και τακτοποιηθηκα στο παλιο μου δωματιο. Πηγα και εκατσα στο κρεβατι και θυμηθηκα τη πρωτη μας νυχτα αγκαλια. Μονο στη σκεψη βουρκωσα αλλα του ειχα υποσχεθει πως δεν θα ξανακλαψω. Αφου τακτοποιηθηκα ειδα τα ρουχα του. Γονατισα μπροστα τους και τα πηρα στα χερια μου. Τα πλησιασα στο προσωπο μου. Μυριζαν ακομα το αρωμα του. Μετα απο σχεδον δυο χρονια. Το χαμογελο του ηρθε στο μυαλο μου. Οι στιγμες μας ηρθαν και αυτες ενω ενα χαμογελο σχηματιστηκε στα χειλη μου στη θυμιση τους. Τοτε καταλαβα πως ο Ορεστης με παρακολουθουσε τοση ωρα. Ηρθε κοντα μου και γονατισε και αυτος.
《Ο Κωσταντινος θα ειναι περηφανος εκει που ειναι》μου ειπε. Ναι θα ηταν περιφανος. Πιστευω τουλαχιστον.
《Το ελπιζω》ειπα και με αγκαλιασε ενω κρατουσα σφιχτά τη μπλουζα του. Ο Ορεστης σηκωθηκε και ανοιξε ενα συρταρι οπου εβγαλε ενα κοκκινο βελούδινο κουτακι και μου το εδωσε. Του το αρπαξα απο τα χερια αμεσως και το ανοιξα. Ηταν ο σταυρος του που ποτε δεν εβγαζε. Το πηρα στα χερια μου και άγγιξα καθε χιλιοστο και καθε λεπτομέρεια. Μυριζε εκεινος. Τον σηκωσα γρηγορα και τον φορεσα. Ο σταυρος επεσε στο στηθος μου. Κοντα στη καρδια μου οπου ηταν και ο Κωσταντινος. Αυτος ο σταυρος ηταν σαν να ειχε κλεισμενη την ψυχη του μεσα του. Ομως οσο τον φορουσα η καρδια μου πονουσε. Τον εβγαλα αμεσως. Ο Κωσταντινος μου ζητησε να παω μπροστα ομως οσο τον φοραω παω ολο και πιο πίσω
《 Θελω να με πας καπου》ειπα στον Ορεστη
《Που;》
《Στον ταφο του. Θελω να τον δω για μια τελευταια φορα και μετα αν δεν θες μην με ξαναπας ποτε》του ειπα και μετα απο λιγο συμφωνησε. Οταν φτασαμε, στο νεκροταφείο φυσούσε ενας αέρας που σε εκανε να ανατριχιαζεις. Πηρα μια βαθυα ανασα και κατεβηκα απο το αμαξι και κατευθύνθηκα προς τον ταφο του. Μολις εφτασα τον ειδα στη φωτογραφία να μου χαμογελαει και η καρδια μου αρχισε να χτυπα πιο γρηγορα. Πλησιασα και εκατσα στο πεζουλι του ταφου και αγγιξα το χωμα που τον σκεπασε. Εσκυψα απο πανω και σαν ξαπλωσα πανω στο χωμα εκλεισα τα ματια μου παρακαλωντας να τον ξαναδω για λιγο. Και τα παρακαλια μου επιασαν τοπο γιατι τον ειδα μπροστα μου. Ετρεξα και πηδηξα πανω του αγκαλιάζοντας τον. Τον φιλησα οσο δεν τον εχω ξαναφιλησει ποτε. 
《Γιατι γυρισες;》μου ψιθυρισε ενω είχαμε λαχανιασει;
《Ηθελα να ερθω δεν μπορουσα αλλο》του ειπα και αυτος χαμογελασε και με ξαναφιλησε
《Αυτο ειναι δικο σου. 》του ειπα και του κρεμασα το σταυρο του
《Ευχαριστω》μου ειπε. Ακομα ημασταν κολλημενοι ο ενας πανω στον αλλο.
《Σου εδωσα μια υποσχεση πως δεν θα ξανακλαψω και προσπαθω με ολες μου τις δυναμεις απλα μερικες φορες ειναι περα απο αυτες》ειπα και αυτος μου χάιδεψε τα μαλλια και μετα με φιλησε στο ιδιο μερος
《Το ξερω. Πιστεψε με το ξερω.》ειπε και επικρατησε σιωπη
《Πρεπει να φυγεις. Σε φωναζει ο Ορεστης 》ειπε και στεναχωρηθηκα
《Κωσταντινε;》ειπα και με κοιταξε
《Θα ερθω καποια στιγμη. Ειτε τωρα ειτε σε πενηντα χρονια θα ερθω. Και θα ειμαστε μαζι. 》του ειπα και προλαβα να τον δω να χαμογελάει και αμεσως μετα ανοιξα τα ματια μου και βρισκομουν πανω στο χώμα.  Ο σταυρος του ηταν πεσμενος πανω στο χωμα οποτε τον εθαψα πανω απο την καρδια του. Ο Ορεστης με βοηθησε να σηκωθω και χωρις κλάματα φυγαμε. Χωρις να πουμε κουβεντα περασε ολη η διαδρομη προς το σπιτι και οταν φτασαμε μου ανοιξε να μπω. Αυτος αφου κλειδωσε το αυτοκινητο ,που ειχε παρει οσο ημουν στην Αμερικη, ηρθε και αυτος μεσα.
《Τι σου συνεβη;》με ρωτησε και πηγε να πιεί ενα ποτηρι νερο
《Ειμαι καλα. Παω να ετοιμαστω για να βγουμε》ειπα και αυτος εγνεψε καταφατικα.  Πηγα και εκανα ενα μπανιο. Οταν τελειωσα βγηκα και στεγνωσα τα μαλλια μου με τη φυσούνα αφου ειχα βαλει αφρο με αποτελεσμα να γινουν σγουρα. Φορεσα ενα αερινο ασπρο φορεμα με γιακα και μια καφε ζωνη που έμοιαζε με πλεξούδα.  Φορεσα και τις καφε πλατφορμες μου. Αφου βαφτηκα πολυ απαλα βγηκα εξω. Ο Ορεστης φορουσε ενα σκουρο τζιν παντελονι με ενα μπλε σκουρο πουκαμισο και κατι μπορντό addidas αθλητικα μποτακια. 
《Πανεμορφη οπως παντα》μου ειπε και γελασα
《Σε ευχαριστω》του ειπα και τον πηρα αγκαζε και βγηκαμε απο το σπιτι και μεσα σε λιγη ωρα βρισκομασταν σε ενα απο τα πιο πολυσύχναστα κλαμπ της Θεσσαλονίκης.  Μπηκαμε σχετικα γρηγορα μεσα και βρηκαμε ενα κενο σταντ
《Ξες ποσο καιρο εχω να βγω εδω στη Θεσσαλονίκη; 》τον ρωτησα και αυτος γελασε
《Αφου καθοσουν κλεισμένη και εκλαιγες!》ειπε σχεδόν νευριασμενα
《Ρε Ορεστη τι θες να εκανα; Να καλοπαιρνουσα ενω ηξερα πως ο ανθρωπος που αγαπουσα πιο πολυ απο τον καθ'ενα ειναι νεκρος;》απαντησα στον ιδιο τονο
《Λοιπον ας τα ξεχασουμε αυτα. Για σημερα τουλάχιστον και ας διασκεδασουμε 》ειπε και συμφωνησα. Πηγαμε προς το μπαρ και ο μπαρμαν μολις με ειδε άρχισε να με τρώει με τα ματια του.
《Τι θα ηθελε η κοπελια》με ρωτησε και μου εκλεισε το ματι. Του ειπα το κοκτέιλ που ηθελα και αμέσως μου το ετοιμασε. Μολις πηγα να τον πληρωσω μου εσπρωξε το χερι
《Δεν θελω τα λεφτά σου》μου ειπε και τον κοιταξα περιεργα
《Το τηλεφωνο σου θελω》ειπε και γελασα
《Θες να μου δωσεις εσυ το δικο σου》ειπα και του εκλεισα και γω το ματι. Αυτος αμεσως πηρε ενα χαρτι και εγραψε 10 ψηφια που πιθανων να ειναι το τηλεφωνο του και μου το εδωσε
《Να με παρεις τηλεφωνο μεσα στην εβδομαδα αλλιως θα σε ψαξω και πιστεψε με, θα σε βρω》μου ειπε και με γρηγορα βηματα πηγα στον Ορεστη ο οποιος ειχε παει ηδη στο σταντ.
《Ειδες τον μπαρμαν πως σε κοιτουσε;》μου ειπε ενω ακομη κοιτουσε τον μπαρμαν
《Ωραιος ο τυπος》ειπα εγω για πλακα ενω αυτος με κοιταξε περιεργα
《Αν ειναι αυτος ωραιος τοτε εγω ειμαι αρχαιος ελληνας θεος》ειπε και γελασα
《Βαλε και τη μετριοφροσυνη στα προτερηματα σου》ειπα ενω γελουσα
《Μη με κανεις να στο αποδειξω》ειπε και με έφερε κοντα του
《Ηρεμα Ορεστη!》ειπα εγω και προσπαθησα να φυγω ομως δεν με αφησε. Εκεινη την ωρα ενιωσα καποιον να με τραβαει μακρυα απο τον Ορέστη
《Αφου δεν θελει το κοριτσι τι το τραβας;》ηταν ο μπαρμαν.
《Εσυ τι ζορι τραβας ρε; Ουτε το αγόρι μου είσαι ουτε ο σωματοφυλακας μου. 》ειπα εγω και γυρισα προς το μερος μου
《Και αυτος τι σου ειναι》ρωτησε ενω ειχε σταματησει να με τραβαει και ειχα απομακρυνθει απο τον Ορέστη
《Το αγορι μου》του ειπα και με κοίταξαν και οι δυο περιεργα.

₩₩₩₩₩₩₩₩₩₩

Χευυυ♥

Παλι εδω με νεο κεφαλαιο....♡

Δεν εχω και τιποτα να πω εκτος απο: ψηφίστε και σχολιαστε!

Φιλακια πολααα
Ελεαννα

Η παίκτρια 2: The come backWhere stories live. Discover now