ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

248 37 7
                                    

Ο Σιμεόνε κάθισε στον καναπέ παίρνονταςτον καφέ του στο χέρι. Ηπιε μια γουλιά."Λοιπόν; Τι ήταν αυτό το τόσο επείγονγια το οποίο έπρεπε να έρθω εσπευσμένα στο Λονδίνο;" ρώτησε τους γονείς του. Του είχαν ζητήσει να συναντηθούν στο  σπίτι, καθώς έπρεπε να συζητήσουν ένα οικογενειακό θέμα.

Ο πατέρας του έριξε ένα ένοχο βλέμμα στη μητέρα του, που έδειχνε ψυχρή και απόμακρη. Δεν ήταν ιδέα του. Η Φραντσέσκα Αλφιέρι καθόταν στη μια άκρη του καναπέ επιλέγοντας να μην έχει καμία επαφή οπτική ή σωματική με τον σύζυγό της, κάτι ασυνήθιστο για τη μητέρα του, που λάτρευε τον άντρα της.

"Δεν ξέρω πώς να αρχίσω και πώς να σου πω όλα όσα πρέπει. Ντρέπομαι τόσο πολύ" ξεκίνησε ο Τομάσο και η Φραντσέσκα πήρε μια βαθιά ανάσα.

"Πατέρα, ειλικρινά, ανησυχώ με το ύφος και των δύο" είπε αναστατωμένος τώρα ο Σιμεόνε. "Είσαι άρρωστος; Μητέρα; Εσύ;" έστρεψε το βλέμμα του στη μητέρα που που έμοιαζε έτοιμη να καταρρεύσει.

"Είμαι ένας ψεύτης, ένας υποκριτής. Αλλά μπορώνα σου εξηγήσω, απλώς θέλω να με ακούσεις και αν μπορείς να με καταλάβεις" επέμεινεο Τομάσο με τον Σιμεόνε να ασπρίζει πλέον από αγωνία.

"Δεν σου είπα την αλήθεια, ούτε στη μητέρα σου, όταν της ζήτησα να μετεγκατασταθούμε μόνιμα στο Λονδίνο, πριν από τόσα χρόνια. Αιτία ήταν... Δεν ξέρω πώς να το πω. Έκανα ένα λάθος και ήταν ο μόνος τρόπος να το διορθώσω και να αναλάβω την ευθύνη. Εχωμια κόρη... με μια άλλη γυναίκα. Αυτή πέθανε πριν από λίγους μήνες από καρκίνο. Καιήθελα να μάθετε την αλήθεια και να την κάνουμε μέρος της οικογένειάς μας! Η Μάρθα χρειάζεται μια οικογένεια,χρειάζεται να νιώσει ασφάλεια, προστασία και αγάπη" του είπε βιαστικά χωρίς ναυπεισέλθει σε λεπτομέρειες.

Ο Σιμεόνε ένιωσε να παγώνει. Ο εγκέφαλός του σταμάτησε να δέχεται πληροφορίες.Άκουσε μέχρι το σημείο όπου ο πατέραςτου ανακοίνωσε ότι είχε μια κόρη με άλληγυναίκα. Έριξε το πρόσωπό του στις παλάμες του και μόρφασε από αηδία. "Τι λες!" ψέλλισε σοκαρισμένος.

"Λυπάμαι,Σιμεόνε. Υπήρξα λίγος, μικρός! Πλήγωσα τη μητέρα σου ανεπανόρθωτα. Αλλά, δενμπορούσα να πω την αλήθεια. Αγαπώ τη μητέρα σου κι εσένα!"

"Αγαπάς; Πώς τολμάς να χρησιμοποιείς αυτήν τη λέξη! Πώς μας αγαπάς όταν μας λες ψέματατόσα χρόνια! Πώς μας αγαπάς και έχεις...δεύτερη οικογένεια! Θεέ μου! Τι λες και δεν τρελαίνομαι που σε ακούω!" του φώναξε έξαλλος τώρα και πετάχτηκεόρθιος. Άρχισε να κόβει βόλτες στο πολυτελες σαλόνι προσπαθώντας να βάλει σε σειρά τις σκέψεις και τις πληροφορίες.

Άλλη μια νύχτα - Εγώ, ο ΣιμεόνεWhere stories live. Discover now