ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16

175 29 2
                                    

Έπαιξε με το κινητό στα δάχτυλά του. Όπως έκανε τόσες μέρες. Άκουγε εδώ και ώρα τους συνεργάτες του να αναλύουν χρονοδιαγράμματα καιστατιστικές μελέτες και εκείνος δενμπορούσε να συγκεντρωθεί με τίποτα. Δύο εβδομάδες χωρίς το άγγιγμά της. Μίαεβδομάδα χωρίς να την ακούσει. Κι έπρεπε να περάσει άλλη μια εβδομάδα και κάτι ημέρες προτού την ξαναδεί.

«Κύριε Αλφιέρι; Ακούσατε;»επέμεινε η υπεύθυνη του μάρκετινγκ.

«Ναι, ναι. Ξέρετε, ήδη πέρασε η ώρα. Σας πειράζει να το συζητήσουμε από την ερχόμενη εβδομάδα» ζήτησε νιώθοντας φοβερή κούραση. Το κινητό του δονήθηκε. Ήταν ο Πάολο.

Στάθηκε μπροστά στα παράθυρα και κοίταξε την κίνηση στην πολύβουη Ρώμη.

«Λέγαμε με την Ιρένε αν δεν έχεις κανονίσει κάτι το Σάββατο το απόγευμα, βράδυ, ό,τι σε βολεύει, να σου κάνουμε το τραπέζι, στο σπίτι μου. Θα μαγειρέψω εγώ» τον κάλεσε.

«Είσαι σίγουρος; Δεντα πάω καλά με τις κοπέλες των φίλωνμου!» γέλασε ο Σιμεόνε.

«Ναι, γιατί τιςπερισσότερες τις είχες πηδήξει» τουυπενθύμισε.

«Μην μου το θυμίζεις αυτό!» ξεκαρδίστηκε ο Σιμεόνε.

«Τι κάθαρμα είσαι. Θα σε περιμένουμε.»

«Τι περιμένεις να κερδίσεις μ' αυτό;»

«Σιμεόνε, έχω ανάγκη οι δύο πιο αγαπημένοι μου άνθρωποι στον κόσμο να τα πηγαίνουν καλά. Και θέλω να γνωριστείτε καλύτερα. Να δεις για ποιους λόγους την αγαπάω τόσο».

«Φίλε μου, εσύ πρέπει να την αγαπάς και καλά κάνεις! Δενχρειάζεται να πείσεις εμένα! Και σίγουρα δεν χρειάζεσαι τη γνώμη μου. Εμένα μου αρκεί να είσαι ευτυχισμένος και να περνάς όμορφα! Και εφόσον αυτήν δεν την έχω πηδήξει εγώ, είμαι πολύ χαρούμενος για εσένα» τον πείραξε ο Σιμεόνε.

«Δεν είσαι του γούστου της, αλλά δεν πειράζει και κανέναν να έχεις τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου. Στις 7 το Σάββατο» του έκλεισε τοτηλέφωνο και ο Σιμεόνε χαμογέλασε. Η σχέση του Πάολο και της Ιρένε προχωρούσε πολύ γρήγορα και πραγματικά πρώτη φορά έβλεπε τον καλύτερό του φίλο τόσο ευτυχισμένο και ήρεμο. Αυτή η κοπέλα είχε φέρει ειρήνη στην ψυχή του. Και ήταν και πανέμορφη. Όχι τόσο όμορφη και σέξι σαν τη φίλη της αλλά και αυτή ήταν πολύ εντυπωσιακή. Και τώρα που σκέφτηκε τη φίλη... Την πήρε τηλέφωνο.

«Τσιάο μπέλα»

«Σιμεόνε...» είπε σιγανά.

«Πού είσαι;» απόρησε εκείνος και κοίταξε την ώρα.

Άλλη μια νύχτα - Εγώ, ο ΣιμεόνεWhere stories live. Discover now