ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13

295 41 5
                                    


Παρέμενε ξαπλωμένη σχεδόν ολόκληρη πάνω του. Αναστέναξεσιγανά, αγχωμένη. Ο Σιμεόνε άνοιξε απαλάτα βλέφαρα. Η Κάλλια έμοιαζε να μην αναπνέει για να μην τον ενοχλεί, αλλάτώρα ένιωσε την έντασή της. Της έσφιξε το μπράτσο.

«Είσαι καλά;» τη ρώτησε.

«Συγγνώμη» του ζήτησε.

«Έχει γίνει ακανόνιστη η ανάσα σου, γιατί είσαι ταραγμένη;» τη ρώτησε απαλά. Εκείνη ανασήκωσε το βλέμμα και τον κοίταξε. «Μόνο εγώ θέλω να σε κάνω να τρέμεις. Τίποτα άλλο» Βύθισε το βλέμμα του στο δικό της. Εκείνη τον φίλησε απαλά. Ο Σιμεόνε γκρίνιαξε και έφερε το χέρι κάτω από τα σκεπάσματα τρίβοντας τον ανδρισμό του.

«Αυτά μου κάνεις. Πάλι μου τον σήκωσες»

«Νομίζω ότι είσαι εθισμένος στο σεξ» του είπε με σοβαρό ύφος η Κάλλια.

«Πίστεψέ με, ο μόνος εθισμός μου είσαι εσύ. Δεν χορταίνω να σε πηδάω. Μόνο αυτό σκέφτομαι, από την ώρα που ξυπνάω ως την ώρα που κοιμάμαι. Και στον ύπνο μου σε πηδάω» χαμογέλασε παιχνιδιάρικα.

«Και; Το κάνεις καλά;» τον πείραξε.

Ο Σιμεόνε χαμογέλασε. Του άρεσε τόσο να τον προκαλεί με ευφυολογήματα. «Είναι από τις φορές που η πραγματικότητα ξεπερνά τη φαντασία» ψιθύρισε πάνω στα χείλη της. Ήταν εκείνη που πήρε την πρωτοβουλία και τον φίλησε. Έχωσε τη γλώσσα της στο στόμα του απαιτώντας τη δική του παράδοση. Ο Σιμεόνε απόλαυσε την πρωτοβουλία της. Τη μετακίνησε ελαφρά και την έφερε πάνω του. Τα πόδια της άνοιξαν γύρω του καιτρίφτηκαν στον σηκωμένο ανδρισμό του ενώ τα χείλη της δάγκωσαν τη δική του σάρκα με μανία. Τα χέρια του χώθηκανστους γλουτούς της και την έσφιξε μεδύναμη όπως οι γοφοί της κουνιόνταν απαλά πάνω στον ανδρισμό του που τώρα θέριευε ανάμεσα στα πόδια της. Τα χέρια της κατέβηκαν χαμηλά και τον κράτησαν παίζοντας απαλά με την ηδονή του ενώ εκείνος είχε αρχίσει να βογκάει. Όχι, δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον πόθο του για εκείνη. Ήθελε να την κάνει να τελειώσει με κάθε τρόπο, να νιώσει τις κραυγές ηδονής της στα μύχια της ψυχής του. Η Κάλλια δεν πρόλαβε να αντιδράσει, καθώς ο Σιμεόνε τη σήκωσε με δύναμη διώχνοντάς τη μακριά του. Αυτός έβαλε καλύτερα το κεφάλι του πάνω στο μαξιλάρι, έτοιμος για την πραγμάτωση της νέας ερωτικής του φαντασίωσης.

«Έλα να σε γλείψω λίγο, να σε υγράνω» της έδωσε εντολή με τη βραχνή από πόθο φωνή του και αναζήτησε το κέντρο της θηλυκότητάς της. Άνοιξε τα πόδια της καθώς εκείνος ήρθε από κάτω της και το πρόσωπό του χώθηκε μέσα στη θηλυκότητά της. Η γλώσσα του άγγιξε τη φωτιά μέσα της. Εκείνη βόγκηξε όπωςαυτός άνοιγε τα χείλη της κάνοντάς τηνα ζαλιστεί από πόθο. Ακούμπησε τα χέρια στο κεφαλάρι του κρεβατιού για νασταθεροποιηθεί και να μην καθίσει πάνω του όπως εκείνος μπαινοέβγαινε μέσα της με τη γλώσσα του ανάβοντας μία νέα φωτιά.

Άλλη μια νύχτα - Εγώ, ο ΣιμεόνεWhere stories live. Discover now