Chapter 23

118 12 2
                                    

"Εννοώ ότι δεν ήταν ατύχημα. Ήταν ένας σκοπός. Ήταν σκοπός του να σας βλάψει."

Κοίταξα γύρω μου. Όλα ήταν θολά. Το ίδιο και οι σκέψεις μου. Άρχισα να τρέχω στους διαδρόμους. Έκλαιγα. Τα πράγματα γύρω μου ήταν θολά. Ο Καμερον έτρεχε από πίσω μου και φώναζε το όνομα μου. Μπήκα στο δωμάτιο του νοσοκομείου στο οποίο είχα περάσει όλο τον πόνο. Αντικρίζω στο κρεβάτι τον εαυτό μου. Με έβλεπα. Ήμουν σε κόμα. Τα πράγματα γύρω μου ήταν ήρεμα. Πλησίασα το κρεβάτι και με κοίταζα. Η κατάσταση μου ήταν άσχημη. Ήμουν χλωμή. Οι φλέβες στα μάτια μου ήταν πολύ έντονες και είχα ανατριχιάσει. Τα καστανά μαλλιά μου και τα φρύδια μου έκαναν μεγάλη αντίθεση με το σώμα μου. Τα χέρια μου ήταν αδύναμα. Τα κόκαλα πεταγώντουσαν από παντού. Τα χείλη μου ξεραμένα. Το μηχάνιμα άρχισε να βγάζει ήχους σαν τρελό. Με κοίταξα και η καρδιά πεταγόταν σαν τρελή. Το "σώμα μου" άρχισε να χτυπιέται. Φοβόμουν. Ούρλιαζε. Πονούσε. Οι ήχοι του μηχανίματος με είχαν τρελάνει. Άκουγα το όνομα μου. Με φώναζαν. Ένιωθα πως με ταρακουνάγανε. Πονούσα..

Έβγαλα ένα μεγάλο ουρλιαχτό από μέσα μου. Σηκώθηκα απότομα και άνοιξα διάπλατα τα μάτια μου. Αντίκρισα τους γιατρούς δίπλα μου. Με κοιτάζανε έκπληκτοι και τρομαγμένοι.

"Είσαι καλά;"

"Ναί...."

"Είδες μήπως εφιάλτη;."

"Ναί..είμαι καλά. Απλώς θέλω λίγο νερό.."

Είπα και μου έγνεψε καταφατικά. Βγήκαν έξω και έμεινα μόνη. Προσπαθούσα να πω στον εαυτό μου ότι ήταν μόνο ένας εφιάλτης. Ήταν τόσο αληθινό που μου είναι αδύνατον να το πιστέψω. Η νοσοκόμα μπήκε μέσα και μου άφησε το νερό μου. Την ευχαρίστησα και βγήκε έξω. Ήπια λίγο και ένιωσα καλύτερα. Ένιωθα έναν πόνο στο στομάχι. Πφφ πεινούσα απίστευτα. Να'χα μια πίτσα τώρα. Ο γιατρός μπήκε μέσα και με έβγαλε από τις σκέψεις μου. Μου ανακοίνωσε πως Σάββατο πρωί μπορώ να φύγω. Καιρός ήταν.

Σάββατο πρωί

Επιτέλους φεύγω. Η μητέρα μου από χθες μου είχε φέρει κάποια ρούχα για να φορέσω. Μην βγω με το φόρεμα έξω, είπαμε. Μάζεψα όλα τα δώρα που μου είχα κάνει. Η Στεφ που πήρε ένα αρκουδάκι, το ίδιο και ο Νας. Ο Κάρτερ μου πήρε έναν ροζ μονόκαιρο. Μην φανταστείται κανέναν τεράστιο. Έναν μικρούλη. Ήταν υπέροχο και το λάτρεψα από την πρώτη στιγμή που αντίκρισα. Ο Κάμερον μου πήρε ένα αρκουδάκι που κρατάει μια καρδούλα και 2 ψεύτικα τριαντάφυλλα. Μου είπε πως γιατί να μου πάρει αληθινά λουλούδια αφού θα μαραθούν σύντομα. Έτσι μου πήρε ψεύτικα από τα Τζάααααμπο! Εε δεν το πιστεύω. Ήταν πολύ γλυκό. Οι γονείς μου, μου είπαν πως το δικό τους δώρο θα το δω στο σπίτι. Ανυπομωνώ! Βγήκα από το δωμάτιο και είδα την μητέρα μου να περιμένει χαρούμενη. Της χαμογέλασα γλυκά και της έκανα νόημα να φύγουμε. Περπάταγα κεφάτη στους διαδρόμους μέχρι που βγήκαμε έξω από το νοσοκομείο. Ένιωσα τον αέρα να φυσάει το πρόσωπο μου. Ένιωθα ευχαρίστηση. Ποιος θα φανταζόταν ότι τα πιο απλά πράγματα στη ζωή είναι αυτά τα οποία θα σου λείψουν περισσότερο. Μπήκα στο αμάξι και η μητέρα μου ξεκίνησε να οδηγάει. Κοίταγα έξω. Μου έλειψαν τα πάντα. Ο ουρανός ήταν καταγάλανος. Ο αέρας από το παράθυρο φυσούσε τα μαλλιά μου. Ένιωθα γεμάτη αυτοπεποίθηση. Δεν ντρεπόμουν ποτέ για το πως είμαι. Για το τι δείχνω. Κανείς δεν θα έπρεπε να νοιάζεται για το τι πιστεύουν οι άλλοι για εκείνον. Δεν χρειάζεται να μισείς τον εαυτό σου για αυτό που είναι. Όσο για την τελειότητα, είναι αυτές οι πολλές ατέλειες που έχεις οι οποίες σε κάνουν όμορφη, σε κάνουν ξεχωριστή, μοναδική. Αυτές τις ατέλειες πρέπει να τις αγκαλιάσεις. Πρέπει πρώτα να αγαπήσεις τον εαυτό σου και μετά τους άλλους. Αν αγαπάς τον εαυτό σου, είσαι ασταμάτητη. Δεν σταματάς ποτέ. Κερδίζεις ό,τι θες με ένα χαμόγελο. Είσαι δυνατή και έχεις αυτοπεποίηθηση κάθε μέρα.

"Φτάσαμε!"

Η ειδοποίηση της μαμάς με έβγαλε από τις σκέψεις μου. Άνοιξα την πόρτα του αυτοκινήτου και πλησίασα την πόρτα του σπιτιού. Την ανοίγω και με το που μπαίνω μέσα αντικρίζω ένα τεράστιο κουτί. Ήταν περίπου στο ύψος μου..wtf? Ήταν ροζ και τυλιγμένο με μία κόκκινη κορδέλα. Το πλησιάζω και λύνω την κορδέλα. Το κουτί ανοίγει μόνο του με πετάγεται ένα άτομο που δεν το περίμενα να φτάσει σε τέτοιο σημείο. Πετάγεται η Στεφ και πετάει κομφετή καθώς βγαίνει. Είχα μείνει με ανοιχτό το στόμα. Άρχισα να γελάω σαν τρελή με αυτό το θέαμα και έκλαιγα από τα γέλια.

"ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΕΊΝΕΙ ΜΑΖΊ ΜΟΥ ΓΙΑ 3 ΒΔΟΜΆΔΕΣ ΧΩΡΊΣ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΊΣ ΜΟΥ; Η ΜΊΑ ΚΥΡΊΕΣ ΚΑΙ ΚΎΡΙΟΙ!!"

Ούρλιαζε από χαρά βγαίνει από το κουτί και πέφτω πάνω της. Χωροπηδάμε ουρλιάζοντας από την χαρά μας. Αυτό είναι από τα καλύτερα δώρα που θα μπορούσαν να σου κάνουν οι γονείς σου. Βλέπω την μητέρα μου και τον πατέρα μου αγκαλιά και να γελάνε μαζί μας. Τους πλησιάζω.

"Είστε σίγουροι;"

"Παιδί μου σε μερικούς μήνες γίνεσαι 18. Σου έχουμε εμπιστοσύνη και είσαι μεγάλη πλέον!"

"Σας λατρεύω"

Είπα και τους αγκάλιασα σφυχτά. Σε τρεις μέρες θα έφευγα. Ανυπομονούσα τόοοοοσο. 3 βδομάδες μαζί με την κολλητή σου. Χωρίς γονείς. Ουαου. Είναι Σάββατο πφφφ. Δευτέρα αργείς; Ναίι μου έλειψε το σχολείο. Όμως Δευτέρα θα πάω στην Στεφ οπότε..ΚΑΙ θα πάμε σε πάρτι. Πήγα στο παράθυρο. Ο Καμερον δεν ήταν πουθενά. Που να είναι;

~~~~~~~~

Αυτό ήταν το παρτ για σήμερα
Άργησα λίιιγο
Vote☆♡

Best MistakeWhere stories live. Discover now