Chapter 37

24 3 0
                                    

Ήμουν κοκαλωμένη στο κάθισμα του αυτοκινήτου καθώς οι πρώτες ακτίνες του ηλίου είχαν κάνει την εμφάνιση τους. Επιτρέποντάς μου να συνειδητοποιήσω πως δεν ήταν ψευδέσθηση αυτό που έβλεπα μπροστά μου, αλλά πραγματικότητα. Ο καθαρός αέρας, τα πεύκα που απλώνονταν σε κάθε γωνιά, η μυρωδιά της θάλασσας λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω, όλα ήταν τόσο οικία μα ταυτοχρόνως και διαφορετικά, ίσως πιο εχθρικά και ξένα. Θυμάμαι την πρώτη φορά που με είχε φέρει εδώ, στο σπίτι των γονιών του. Ακόμα θυμάμαι πόσο δυνατά χτυπούσε η καρδιά μου εκείνη την ημέρα, ήταν έτοιμη να αναπηδήσει από το στήθος μου, ο ενθουσιασμός ήταν μπλεγμένος με το άγχος και την ευτυχία και έβγαζαν ένα ευχάριστο συναίσθημα. Ενώ τώρα, μετά από τέσσερα χρόνια, είναι διαφορετικό. Η καρδιά μου εξακολουθεί να χτυπάει σαν τρελή, αναπηδάει με μανία, αλλά όχι από χαρά, αναπηδά σαν να θέλει να πηδήξει έξω, σαν να θέλει με μία βουτιά στην άσφαλτο να δώσει ένα τέλος, και να ξεφύγει από αυτή την τρέλα, να μη χρειάζεται να πονάει πια και να ραγίζει κάθε φορά που λόγο δικής μου αφέλειας απογοητεύομαι...

"Θα κατέβεις επιτέλους;"φώναξε ο Τζορτζ εκνευρισμένος κάνοντας με να συνειδητοπιήσω ότι τόσες ώρες είχα βουλιάξει στην θέση του συνοδηγού αναπολλώντας στιγμές, που πλέον φαντάζουν τόσο μακρυνές, άπιαστες.

Κατέβηκα απ το αυτοκίνητο του και έκλεισα την πόρτα διστακτικά. Εκείνος κοντοστάθηκε στον φράχτη λίγο πιο μακρυά απ το σπίτι και μουρμούρισε κάτι αγνοώντας με. Έμοιαζε διαφορετικός. Η σιγουριά είχε εγκαταλέιψει το πρόσωπο του, το αυτάρεσκο χαμόγελο του επίσης, το μόνο που είχε μέινει ήταν στάλες ιδρώτα, και μία έκφραση σκληρή, μα ταυτοχρόνως φοβισμένη. Δεν είχα ιδέα τι θα ακολουθήσει, αλλά κάτι μου έλεγε ότι η κατάληξη θα είναι άσχημη.

"Τζορτζ, τι δουλειά έχουμε στο σπίτι των γονιών σου;" Ρώτησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα, αλλά αυτός δεν γύρισε καν να με κοιτάξει. "Εδώ θα με σκοτώσεις;" συνέχισα δείχνοντας τον φόβο που με διακατείχε. Αυτή την φορά με κοίταξε, ανασήκωσε το φρύδι για μερικά δευτερόλεπτα κι έπειτα συνέχισε να αδιαφορεί.

"Απάντησε μου!" ύψωσα τον τόνο της φωνής μου.

"Σκάσε." Μουρμούρισε στριφογυρίζοντας τα μάτια του.

"Είπα απάντησε μου γαμώτο!" ούρλιαξα χωρις να το συνειδητοποιήσω.

Τότε εκείνος με μία κίνηση με άρπαξε απ τα μαλλιά τραβώντας τα με τόση δύναμη που με εκανε να κραυγάξω από πόνο. Το βλέμμα του δεν εμοιαζε τόσο σκληρό όσο αλλες φορές αλλα δεν έπαυε να είναι εξοργισμένος.

DisenchantedWhere stories live. Discover now