Chapter 20

66 7 1
                                    

Δεν θυμάμαι να έχω ξανανιώσει τόσο φοβισμένη, τόσο απελπισμένη στο άκουσμα μόνο μία πρότασης.

"Ράινα ήρθε η ώρα." είπε και ήταν ότι χρειαζόμουν για να με κυριεύσει το τρέμουλο. Ήταν σαν το σώμα μου να προσπαθούσε να με αποτρέψει, να με προειδοποιήσει από όσα μπορούν να συμβούν. Και καθώς τα πόδια μου έτρεμαν μπορούσα να καταλάβω πόσο λάθος ήταν αυτό που ήμουν έτοιμη να κάνω.
Μα τι διάολο;
Ετοιμάζομαι να πάω να κλέψω το γραφείο ενός αστυνομικού, και έτσι εμποδίζω να συλληφθούν και να σαπίσουν μέσα στα κάγκελα της φυλακής όλοι αυτοί οι άνθρωποι, που αφαίρεσαν τόσες ζωές.

Όμως η αλήθεια είναι ότι ξέρω πολύ καλά πως είναι να σε κλείνουν σε μία αυτοσχέδια φυλακή, μακρυά απ το κάθε τι. Άλλωστε όλη μου η ζωή έτσι ήταν. Κλεισμένη στους δικούς μου τέσσερις τοίχους, που με προφύλασαν απ την πραγματικότητα. Αρκετά ψηλοί ώστε να μην μπορεί να με πλησιάσει κανείς, αλλά όχι τόσο ώστε να μην τους γκρεμίσω εγώ, το ίδιο το μυαλό μου.
Γιατί πολλές φορές τα μυαλά ήταν τα πιο αβάσταχτα φορτία που μπορεί να κουβαλάει κάποιος. Ειδικά όταν το μυαλό σου είναι άρρωστο, είναι ακόμα πιο δύσκολο. Όταν αυτό θέλει να ανθίσει, αλλά η καρδιά σου είναι σάπια και μαραμένη εδώ και καιρό. Ένιωθα σαν να μην μπορούσα να το συγκρατήσω. Τόσες σκέψεις, τόσα συναισθήματα και τόσες ανάγκες που δεν μπορούσα να εκφράσω, δεν μπορούσα να απελευθερώσω... Κι έτσι, τα κρατούσα μέσα μου, αφήνωντάς τα να πλανούνται ανάμεσα στους τοίχους, στην φυλακή μου. Όμως, με τον καιρό μαζεύονταν όλο και περισσότερα, που ένιωθα ότι ασφυκτιώ, ότι περισεύω. Κάποιες φορές, όταν μπούχτιζα τόσο, έβλεπα τους τοίχους μου να γκρεμίζονται ώστε να πάρω μερικές ανάσες.
Και αυτό ήταν που χρειαζόμουν τώρα. Ανάσες.
Όμως να ρίξω τους τοίχους μου αυτή την στιγμή θα ήταν ότι χειρότερο. Ειδικά τώρα που μόνο ερείπια είχαν μείνει για να προστατευτώ.

"Πάρε αυτό σε περίπτωση που χρειαστείς κάτι και μην κάνεις καμία μαλακία." μου έδωσε το κινητό μου.

Εγώ έγνεψα και βάδισα μακρυά του.

Θα μπορούσα αυτή την στιγμή να τρέξω μακρυά του, να φωνάξω για βοήθεια, να απελευθερωθώ απ όλα αυτά. Όμως δεν ήμουν σίγουρη ότι το ήθελα. Ακόμα και έτσι τον είχα ανάγκη στην ζωή μου. Είχα ανάγκη το σκοτάδι του, τον άρρωστο θυμό του, την μιζέρια του. Για κάποιο λόγο πίστευα ότι θα μπορούσα να τον σώσω, να τον γιατρέψω απ όλο αυτό. Αλλά κάθε φορά που με πλησίαζε, ένιωθα σαν να γρατζουνάν την ψυχή μου όλες οι ζωές οι οποίες έχει αφαιρέσει.

DisenchantedTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang