"Από εδώ και πέρα η δουλειά σου θα ορίζεται αποκλειστικά από εμένα. Δεν μου αρέσουν οι ομιλίες και οι προσωπικές επαφές. Έγινα κατανοητός;" είπε ο κ. Μόργκαν στη Μάγια όταν μπήκε ξανά στο γραφείο του.
"Μην ανησυχείτε θα είμαι όσο πιο τυπική γίνεται. " απάντησε η Μάγια.
Στεκόταν μπροστά στο γραφείο του με τα χέρια κολλημένα στο σώμα της. Την κοιτούσε έντομα χωρίς να μιλάει κανείς από τους δύο τους, πράγμα που την έφερνε σε δύσκολη θέση. Άρχισε να παίζει νευρικά με την άκρη της μπλούζας της κοιτώντας δεξιά και αριστερά. Ο κ. Μόργκαν σταύρωσε τα χέρια στο στήθος του και έκατσε αναπαυτικά στην καρέκλα του.
"Με φοβάσαι;" ρώτησε τη Μάγια. Η φωνή του έγινε πιο απειλητική και το βλέμμα του έγινε ακόμα πιο απόμακρο.
Η Μάγια σήκωσε το κεφάλι της απότομα και τον κοίταξε κατευθείαν στα μάτια. Η ερώτηση την ξάφνιασε όσο τίποτα άλλο. Είχε περάσει πολλά χειρότερα για να φοβηθεί έναν μυστηριώδη εκατομμυριούχο.
"Δεν φοβάμαι τους ανθρώπους. " απάντησε η Μάγια.
Ο κ. Μόργκαν σηκώθηκε από το γραφείο του και πλησίασε την Μάγια, εκείνη ασυναίσθητα έκανε βιαστικά βήματα προς τα πίσω. Η πλάτης της άγγιξε τον τοίχο και αυτός έβαλε το χέρι του ακριβώς δίπλα από το κεφάλι της με τέτοιο τρόπο που δεν μπορούσε να ξεφύγει. Η Μάγια ένιωσε ξαφνικά τόσο μικρή και αδύναμη κάτω από το μυώδες σώμα του. Έσκυψε το κεφάλι της και με κλεφτές ματιές προσπαθούσε να δει τον άντρας που την εγκλώβισε. Το χέρι του άρπαξε το πιγούνι της και σήκωσε το κεφάλι της έτσι ώστε το μόνο που μπορούσε να κοιτάξει είναι τα παγωμένα μάτια του.
"Να φοβάσαι αυτά που οι άνθρωποι είναι ικανοί να κάνουν." είπε ο κ. Μόργκαν με σφιγμένα δόντια. Αφού ελευθέρωσε το πηγούνι της Μάγιας, πήγε και κάθισε ξανά στο γραφείο του. Η Μάγια τον κοιτούσε σαστισμένη από την συμπεριφορά του. Ποιος νομίζει ότι είναι να της φέρεται έτσι; Από κανέναν δεν ανέχεται τέτοια αντιμετώπιση. Πως τολμούσε αυτός ο αγροίκος να την αγγίξει, με ποιο δικαίωμα; Ο θυμός ανέβαινε στο κεφάλι της, έσφιξε τις γροθιές της έτοιμη να φωνάξει και έχοντας στο μυαλό της ότι μετά από αυτό θα χρειαστεί να ξαναψάξει για δουλειά. Πριν προλάβει να μιλήσει της έδειξε μια στοίβα από φακέλους.
"Πάρε αυτούς του φακέλους και αφού τους μελετήσεις, αρχειοθέτησε τους. Μέχρι το βράδυ να είναι έτοιμοι."
Η Μάγια παίρνοντας μια βαθιά αναπνοή πήρε στην αγκαλιά της τους φακέλους και βγήκε από το γραφείο έτοιμη να σκοτώσει άνθρωπο. Το νέο της αφεντικό είχε έρθει από την κόλαση και το ήξερε καλά.
Οι ώρες περνούσαν και οι φάκελοι δεν τελείωναν. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν αριθμοί και ορολογίες που η Μάγια πρώτη φορά στη ζωή της έβλεπε. Είχε πάει πλέον 2 τα ξημερώμαρα και με το ζόρι κρατούσε τα μάτια της ανοιχτά. Άφησε τον εαυτό της να αποκοιμηθεί στο κρεβάτι δίπλα σε πολλούς φακέλους.
"Μάγια ξύπνα! Μάγια!" Η φωνή του Φρέντι ακούστηκε σε όλο το δωμάτιο. Η Μάγια κουρασμένη έτριψε τα νυσταγμένα μάτια της.
"Τι έγινε;" ρώτησε ενώ παράλληλα χασμουριόταν.
"Ο κ. Μόργκαν αποφάσισε να επισκευτεί το όμιλο! Σήκω!" φώναζε ο Φρέντι αγχωμένος.
"Και εγώ γιατί πρέπει να πάω..." είπε μισοκοιμισμένη η Μάγια.
"Μάγια! Συγκεντρώσου!" Ο Φρέντι άρχισε να την σκουντάει επίμονα.
Η Μάγια πετάχτηκε από το κρεβάτι με γουρλωμένα μάτια. Φορούσε ακόμα τα χτεσινά ρούχα και τα μαλλιά της ήταν πιασμένα ακόμα στον χτεσινό κότσο, μόνο που τώρα τούφες μαλλιών πετάγονταν.
"Παπούτσια... Φάκελοι... Ρούχα!" φώναζε καθώς πηγαινοερχόταν πανικόβλητη στο δωμάτιο.
"Δεν προλαβαίνεις να αλλάξεις. Ο κ. Μόργκαν περιμένει ήδη στο σαλόνι!" είπε ο Φρέντι.
Ο πανικός της κοπέλας είχε φτάσει στο απροχώρητο, μάζεψε όπως όπως τους φακέλους και έτρεξε προς τα σκαλιά. Καθώς κατέβαινε τα σκαλιά τρέχοντας μερικοί φάκελοι έπεφταν από τα χέρια της.
"Χίλια συγνώμ-.." φώναξε με το που έφτασε στο σαλόνι, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να φτιάξει πρόχειρα τους φακέλους.
Τα λόγια της σταμάτησε το θέαμα που αντίκρισε. Ένας ψηλός άντρας με μαύρα καλοχτενισμένα μαλλιά και έντονα χαρακτηριστικά στεκόταν στο σαλόνι. Φορούσε ένα σκούρο κουστούμι που τόνιζε το γυμνασμένο του σώμα. Αυτό που της έκανε εντύπωση ήταν ότι τα καταγάλανα μάτια του της φαινόταν γνωστά. Ο τρόπος που την κοιτούσαν ήταν πολύ γνωστός... Είχε κάτσει να χαζεύει με ανοιχτό το στόμα, πρώτη φορά έβλεπε ένα τόσο όμορφο και αρρενωπό άντρα στη ζωή της. Η έκφραση του προσώπου του άρχισε να σκληραίνει και τα μάτια του πετούσαν φωτιές.
"Άργησες!'
Η Μάγια γούρλωσε τα μάτια της και λίγο έλειψε να πέσουν όλοι οι φάκελοι που κρατούσε στα χέρια της. Αναγνώρισε αμέσως αυτή τη βαθιά φωνή και συνειδητοποίησε ότι ο άντρας μπροστά της ήταν ο ίδιος άντρας με τα μούσια και τα μακριά ανακατεμένα μαλλιά που είχε αποκαλέσει στο μυαλό της ναυαγό. Ή αλλιώς ο κ. Μόργκαν.
YOU ARE READING
Σκοτεινός Παράδεισος
RomanceΗ Μάγια μια νεαρή κοπέλα έχοντας χάσει την δουλειάς της ως σερβιτόρα, καταλήγει να δουλέψει ως προσωπική βοηθός για κάποιον που ποτέ δεν θα φανταζόταν...Η Μάγια άθελα την γίνεται η πεντάμορφη και εκείνος το τέρας...