Κεφάλαιο 27

6.5K 418 10
                                    

Καθόταν στο πάγκο της κουζίνας, ενώ το κεφάλι του στηριζόταν στο ένα του χέρι. Τα πρώτα κουμπιά του πουκαμίσου του ήταν ανοιχτά και τα μανίκια ήταν διπλωμένα πρόχειρα μέχρι τον αγκώνα του. Είχε τα μάτια του καρφωμένα στην πλάτη της Μάγιας, η οποία χτυπούσε με μανία τα αυγά μέσα στο μπολ, οι τούφες από τα πιασμένα μαλλιά της έπεφταν στα μάτια της εμποδίζοντας της να συγκεντρωθεί στην μαγειρική της. 
Ο ήλιος διαχεόταν από το παράθυρο, ενώ από το ραδιόφωνο ακουγόταν οι πρωινές εκπομπές. Ύστερα από λίγη ώρα η Μάγια άφησε μπροστά στον Ίαν το πολυπόθητο πρωινό που του υποσχέθηκε. Είχε αρνηθεί κατηγορηματικά να τον αφήσει να αγοράσει εδέσματα από το διπλανό φούρνο, έχοντας την αυτοπεποίθηση ότι θα του φτιάξει κάτι ακόμα καλύτερο από φρέσκα κρουασάν και βάφλες. 
Ο Ίαν, επιφυλακτικός, έκοψε το πρώτο κομμάτι της ομελέτας και το έφαγε έχοντας ένα ψεύτικο χαμόγελο στα χείλη του. Σύντομα το ψεύτικο χαμόγελο μετατράπηκε σε αληθινό, καθώς ο ουρανίσκος του άρχισε να απολαμβάνει αυτό που μόλις είχε δοκιμάσει. Η Μάγια τον κοιτούσε νευρική κρατώντας στα χέρια της σφικτά την πετσέτα της κουζίνας. 

"Είναι καλό;" τον παρατηρούσε που άλλαζε εκφράσεις. "Είναι καλό, για να χαμογελάς είναι καλό!" 

"Μπορώ να πω ότι εκπλήσσομαι." 

"Δεν πρέπει να με υποτιμάτε ποτέ κύριε Μόργκαν." Η αυτοπεποίθηση της Μάγια είχε αρχίσει να κάνει την εμφάνιση της. "Εφόσον με υποτιμήσατε, όταν τελειώσετε, θα πρέπει να πλύνετε και τα πιάτα!" 

Ο Ίαν άφησε το πιρούνι του στο πιάτο και την κοίταξε σοβαρός. Κατάπιε την μπουκιά του και σταύρωσε τα χέρια στο στήθος του. Η Μάγια χαμογέλασε αμήχανα και κατάλαβε ότι μπορεί και να μην χρειαζόταν τόση αυτοπεποίθηση. 

"Ξέρεις τι; Καλύτερα να τα κάνω εγώ, για να τα τακτοποιήσω μετά και στα ντουλάπια." του είπε και κατευθύνθηκε προς τον νεροχύτη. Άνοιξε τη βρύση και ετοιμάστηκε να πλύνει ότι είχε λερώσει για να ετοιμάσει πρωινό. 
Ο Ίαν εμφανίστηκε δίπλα και της έκλεισε τη βρύση, έφτιαξε καλύτερα τα μανίκια του και έσπρωξε ελαφρά την Μάγια στην άκρη. 
"Πήγαινε να φας." 
"Μα.." Η Μάγια τον κοίταξε με γουρλωμένα μάτια,  αν μπορούσε να αποθανατίσει την στιγμή θα την έκανε καρτ ποστάλ και θα την έστελνε στον Φρέντι και όλο το προσωπικό της οικείας Μόργκαν. 
Ο Ίαν είχε αναλάβει με μεγάλο ζήλο τα πιάτα, τα κοιτούσε στο φως να δει αν έφυγαν όλα τα στίγματα και όταν δεν ήταν ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα τα ξανά έπλενε μέχρι να γυαλίζουν από μακριά. Η Μάγια το χάζευε από μακριά όσο έτρωγε την υπόλοιπη ομελέτα που άφησε ο Ίαν, δεν μπορούσε να περάσει από το μυαλό της ότι αυτός και εκείνη θα μπορούσαν να μοιάζουν σαν ένα κανονικό ζευγάρι, εκείνη τη στιγμή έμοιαζαν όλα τόσο απλά. Οι δυο τους, στο σπίτι της, μακριά από τυπικότητες και περιορισμούς, δύο φυσιολογικοί άνθρωποι...

"Αυτό το ποτήρι δεν καθαρίζει με τίποτα! Θα κάνω παράπονα στον κατασκευαστή!" 

Σχεδόν φυσιολογικοί!

"Και τώρα να περάσουμε στα κοινωνικά νέα, ο γάμος της χρόνια όπως αναφέρουν πολλοί, θα λάβει χώρα σε δύο μέρες στο κέντρο της πόλης, αγαπητοί ακροατές, άλλος ένας περιζήτητος εργένης μας εγκαταλείπει, Ίαν Μόργκαν οι απανταχού εργένηδες σου στέλνουμε τα σέβη μας..."

"Θες να το κλείσω;" την ρώτησε. 
"Όχι δεν χρειάζεται." Σταμάτησε να τρώει και ξεκίνησε να παίζει με το φαγητό της. Όσο και να προσπαθούσε να φαίνεται άνετη με το γεγονός ότι ο άντρας που είναι ερωτευμένη παντρεύεται σε δύο μέρες, δεν τα κατάφερνε πράγμα που παρατήρησε και ο Ίαν. Σταμάτησε να πλένει τα πιάτα, σκούπισε τα χέρια του στην πετσέτα και κατευθύνθηκε προς το μέρος της. 
Την σήκωσε από το σκαμπό, να ήταν μωρό και την πήρε στην αγκαλιά του. 
"Τι κάνεις;" τον ρώτησε μπερδεμένη και τον κράτησε σφικτά για να μην πέσει από την αγκαλιά του. 

"Σκοπεύω να διώξω την στεναχωρημένη σου έκφραση. Που είπαμε ότι είναι το κρεβάτι σου;" περπατούσε μέσα στο σπίτι έχοντας τη Μάγια γαντζωμένη πάνω του. "Δεν έχει σημασία και ο καναπές καλός είναι." 

Πέρασαν το πρωί μαζί, πέρασαν το μεσημέρι μαζί, πέρασαν το απόγευμα μαζί, πέρασαν το βράδυ μαζί. Άλλοτε ξαπλωμένοι, άλλοτε ενωμένοι έτσι που δεν ξεχώριζαν σώματα και άλλοτε να περνούν στιγμές ησυχίας παρέα. 
Όταν επέστρεψε στο σπίτι του αργά το βράδυ, ο Ίαν βρήκε τον Φρέντι να τον περιμένει ξύπνιος. 

"Γιατί δεν κοιμάσαι Φρέντι, είναι αργά." Ο Ίαν άφησε σε μια άκρη το σακάκι του, έβγαλε τα παπούτσια του και έκατσε στον καναπέ έχοντας ζωγραφισμένη τη χαρά σε όλο του το πρόσωπο.
Ο Φρέντι τον κοίταξε απορημένος, τον κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω, κάνοντας τον Ίαν να νιώσει αμήχανα. 

"Φαίνεστε διαφορετικός κύριε. Έγινε κάτι;" 
Ο Ίαν ξερόβηξε και προσπάθησε να δείξει τον συνηθισμένο του αυταρχικό εαυτό. 

"Δεν έγινε τίποτα Φρέντι. Μπορείς να πηγαίνεις να ξεκουραστείς. Α! Θα σου αφήσω μια λίστα αύριο και μια διεύθυνση, φρόντισε να σταλθούν όσα σου γράψω το συντομότερο δυνατό και προσπάθησε να είναι πρώτης ποιότητας τα προϊόντα. Και αυγά. Αυγά μην ξεχάσεις."

"Μάλιστα κύριε." Ο Φρέντι χαμογέλασε και αποσύρθηκε στο δωμάτιο του για να ξεκουραστεί. 
Ήξερε. Τα είχε καταλάβει όλα χωρίς να του πει τίποτα ο κύριος Μόργκαν. 
 

Επίλογος

"Είσαι σίγουρος για αυτό που πάμε να κάνουμε;" τον κοίταξε αγχωμένη και εκείνος την φίλησε τρυφερά στο μέτωπο.

"Μην φοβάσαι, ξέρω ότι μπορείς να τα καταφέρεις."
Ο Ίαν σηκώθηκε από το κρεβάτι και έφυγε από το δωμάτιο της Μάγιας για λίγα λεπτά. Επέστρεψε κρατώντας ένα τεράστιο κουτί στα χέρια του και το άφησε δίπλα της.

"Δώρο για τον γάμο μου." της είπε γελώντας. Πήρε το κουτί στα χέρια της και το άνοιξε, έκλεισε το στόμα της με τη παλάμη της όταν είδε το περιεχόμενο. Σήκωσε ψηλά το φόρεμα για να το θαυμάσει καλύτερα, την προσοχή της όμως τράβηξε τα καινούρια λευκά all star που βρίσκονταν κάτω από το σκούρο κόκκινο πανάκριβο φόρεμα. 
"Για μένα;" αγκάλιασε τα παπούτσια λες και ήταν το πολυτιμότερο κόσμημα. Τα μάτια της έλαμψαν από χαρά και ήταν έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Έπεσε πάνω του ρίχνοντας τον ξανά στο κρεβάτι. 



#hamo_hamo

(Σημ.: "Δώσε ένα κορίτσι τα κατάλληλα παπούτσια και άσε την να κατακτήσει τον κόσμο." -Μέριλιν Μονρόε.)

Σκοτεινός ΠαράδεισοςTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon