Kεφάλαιο 28

13.4K 1.1K 86
                                    

Ήμουν ξανά σε ένα αμάξι προς άγνωστη κατεύθυνση και με τον Θάνο να οδηγεί ατελείωτες ώρες. Δεν ξέρω για ποιο λόγο να αγχωθώ: το ότι είμαστε πάλι εμείς οι κυνηγημένοι ή ότι θα μας τελειώσει κάποια στιγμή η βενζίνη.

Είχα γείρει πάνω στο κάθισμα μου και ο ύπνος με έπαιρνε συχνά-πυκνά. Μερικές φορές το κεφάλι μου ακουμπούσε πάνω στο παράθυρο και ο γλυκόςμου ο Θάνος έβρισκε την ευκαιρία να κατεβάζει απότομα το παράθυρο ή να πέφτει σε λακκούβα, με αποτέλεσμα ο υπέροχος ύπνος μου να κάνει φτερά. 

"Πότε φτάνουμε; Κουράστηκα. Πείνασα. Καντίνα είναι αυτό;" μουρμούρουσα τις ώρες που δεν κοιμόμουν. Τι έγινε Θανούλη, μήπως προτιμούσες καλύτερα να κοιμάμαι; Ας μην με ξύπναγες, προκάλεσες τη τύχη σου.

Εκείνος κουνούσε το κεφάλι του πέρα δώθε έχοντας το γνωστό του θυμωμένο ύφος. 

Είχα πιαστεί κιόλας μέσα στο αμάξι τόσες ώρες. ( Έχω την εντύπωση ότι περάσαμε τα σύνορα. ) Κοιτούσα απ' έξω με την ελπίδα να δω λίγο πολιτισμό μέσα στο σκοτάδι, αλλά τελικά έμεινα με την ελπίδα καθώς έξω μόνο κάτι βουκολικά τοπία υπήρχαν, αφού φοβήθηκα ότι θα πεταχτεί καμιά αρκούδα να γατζωθεί από το αμάξι. 

"Αχ, κύριε Πολιτισμέ που είστε..." αναφώνησα. Ο Θάνος με κοίταξε με γουρλωμένα μάτια. Αν δεν οδηγούσε σίγουρα θα έκανε το σταυρό του. 

Και έτσι περνούσαν αργά και βασανιστικά οι ώρες μέσα στο αμάξι με έμενα να γεμίζω δαχτυλιές τα τζάμια του αυτοκινήτου ώσπου...

"Σταμάτα! Σταμάτα!" φώναξα εκστασιασμένη. "Γρήγορα, γρήγορα!" συνέχιζα να φωνάζω ενώ παράλληλα τον χτυπούσα στο μπράτσο. Ο Θάνος πάτησε επιτόπου φρένο με αποτέλεσμα εγώ να κοντεύω να πεταχτώ έξω από το παράθυρο. Όταν σταμάτησε, βιάστηκα να βγω από το αμάξι, αλλά αμ δε! Με τη φόρα που 'χα πάρει ξέχασα να λύσω τη ζώνη και κόντεψα να τυλιχτώ σαν το κοκορέτσι πάνω στο κάθισμα. Αφου συνειδητοποίησα τη γκάφα μου, ξερόβηξα σαν να μην συμβαίνει τίποτα, έστρωσα τα μαλλιά μου, έβγαλα τη ζώνη και βγήκα έξω. Ο Θάνος με ακολούθησε φωνάζοντας μου που πηγαίνω. 

Έτρεχα σαν τη μανιακή, τόση χαρά είχα να νιώσω καιρό. Η στιγμή που τα πόδια μου άγγιξαν την άμμο ήταν μαγική, μπροστά στα μάτια μου απλωνόταν μια τεράστια παραλία. 
Άκουσα τον Θάνο να με πλησιάζει. Άνοιξα τα χέρια μου και του έδειξα το μεγαλείο που απλώνοταν μπροστά μου. 

"Τι θα λέγατε για ένα νυχτερινό μπάνιο κύριε Καθηγητά;" του είπα παιχνιδιάρικα. 

"Άποκλείεται. Δεν έχουμε χρόνο." είπε αυστηρά. 

Να με ΠροσέχειςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora