Chapter 20

33 8 8
                                    

"Είναι, και δεν είναι." Δήλωσε ο Έντ, γέρνωντας πίσω στην άνετη, ψάθινη καρέκλα. Ύστερα, έφερε τα χέρια του πάνω απο το στομάχι του και έγειρε το κεφάλι του στο πλάι, κοιτώντας το αγόρι.

"Τι στο διάολο; Σταμάτα να μιλάς με γρύφους και απάντησε μου επιτέλους!" Σχεδόν ούρλιαξε ο Νέιτ, δείχνωντας την φωτογραφία. Ορισμένοι άνθρωποι στράφηκαν να τον κοιτάξουν, άλλοι ρίχνωντας του αποδοκιμαστικά βλέμματα ενώ άλλοι σχολιάζωντας την συμπεριφορά του. Εκείνος στένεψε τα μάτια του, αλλά συνέχισε σιγανότερα: "Γιατί με έχεις σε φωτογραφία;"

"Δεν σε έχω σε φωτογραφία." Απάντησε απλά ο Έντ, καθώς ένα μικρό μείδιασμα απλώθηκε στα σκασμένα απο το κρύο χείλη του.

"Τι εννοείς;" Ρώτησε το αγόρι, εκνευρισμένος. "Απλώς δώσε μου μια απάντηση!"

"Εγώ, δεν μπορώ να σου δώσω την απάντηση που θέλεις." Είπε ο Έντ. Ο άντρας έγειρε προς την μεριά της παλιάς δερμάτινης τσάντας του και αφού έβαλε τον κωδικό πρόσβασης, έβγαλε ένα εξίσου παλιό πάνινο τετράδιο. Οι γωνίες των σελιδών του είχαν σχεδόν εξαφανιστεί, ενώ οι ίδιες είχαν κιτρινιάσει απο την πάροδο των χρόνων. "Αλλά νομίζω ότι αυτό, μπορεί."

"Τι είναι αυτό;" Ψέλλισε ο Νέιτ, καθώς το χέρι του χάιδευε την μικρή χαίτη του βιβλίου. "Που το βρήκες;"

"Σημασία δεν έχει που το βρήκα, αλλά αυτά που γράφει μέσα του. Λοιπόν; Θα τολμήσεις να το διαβάσεις;"

Το αγόρι έσμιξε τα φρύδια του όμως παρόλα αυτά, τράβηξε το τετράδιο μπροστά του. Το άνοιξε, και αφού έδιωξε την σκόνη που είχε καθίσει πάνω στα μικρά γράμματα της πρώτης σελίδας, άρχισε να διαβάζει.





Η σκηνή με την «σατανίστρια» γειτόνισσα, ή κοινώς γνωστή σε εμένα ως «η καλύτερη μου φίλη» είχε ξεχαστεί μετά την πάροδο ορισμένων μηνών απο την κοινωνία. Όλοι είχαν επιστρέψει πίσω στην κανονική τους ζωή. Στην ζωή που άλλοι είχαν συμβιβαστεί, και άλλοι που αγαπούσαν: Εγώ άνηκα στην πρώτη κατηγορία.

Βλέπετε, όλοι είχαν ξεχάσει την όλη ιστορία εκτός απο την οικογένεια μου. Η μητέρα μου ακόμα δεν μου είχε αρθώσει λέξη και ο πατέρας μου ούτε που ήθελε να με κοιτάξει. Η μικρή Δάφνη συνέχιζε να μου χαμογελάει και να με ρωτάει αν ήθελα να παίξω μαζί της. Η απάντηση μου ήταν πάντα όχι.

Είχα συμβιβαστεί με την ζωή μου. Ξηπνούσα το πρωί, τρώγαμε πρωινό, πήγαινα στο λύκειο Θηλέων της Αθήνας, επέστρεψα στο σπίτι το μεσημέρι, και μετά τρώγαμε όλοι μαζί σιωπηλά το δείπνο μας κατά το βραδάκι. Όπως καταλάβατε, είμαι ο απόλυτος ορισμός του συμβιβασμού.

Ouija (B2K18WB)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora