Chapter 21

44 9 0
                                    

Όταν τελείωσε η κλήση, ο Νέιτ έχωσε το κινητό του πάλι μέσα στην τσέπη του και άρχισε να περπατάει προς τον πολυσύχναστο δρόμο της Αθήνας, απέναντι απο τον οποίο βρισκόνταν το τσιμεντένιο, παλιό νεκροταφείο της Αθήνας του 1946. Ο καιρός ήταν παγωμένος, πιο τσουχτερός απο τις προηγούμενες μέρες του Μαρτίου στην Αθήνα, αλλά με την ανδρεναλίνη που έτρεχε μέσα στις φλέβες του, Ο Νέιτ ούτε που το είχε αντιλιφθεί.

Περπάτησε μέσα απο τις τεράστιες πύλες, και προχωρησε προς το εσωτερικό του με το κεφάλι χωμένο στο πλεκτό του κασκόλ. Κοίταξε τριγύρο.

Η ησυχία η οποία επικρατούσε ήταν εκκωφαντική και συγχρόνως τρομακτική: Οι τάφοι στέκονταν ψηλοί, ο ένας παραταγμένος δίπλα απο τον άλλον. Τα μαρμαρά τους ήταν καλυμμένα απο χιόνια, ενώ μερικά απο τα παρατημένα λουλούδια επάνω τους είχαν μαραθεί απο το κρύο. Τα δέντρα που κάλυπταν σχεδόν όλη την έκταση είχαν όλα καλυφθεί απο την παχύρεστη ουσία η οποία είχε παγώσει επάνω τους, κάνοντας το μέρος πιο σκοτεινό απο οτί ήταν. Όλα, τα δέντρα, τα λουλούδια, η έλλειψη της φύσης, έδιναν στον χώρο ακριβώς αυτό που έπρεπε: την ιδέα του Θανάτου.

Πέρασε την εκκλησία και πήρε το μονοπάτι που οδηγούσε προς τον πέμπτο διάδρομο. Ο φωτισμός ήταν ελάχιστος, δίνοντας στα μάρμαρα μια αίσθηση υπεροχής και στον Νέιτ, το αίσθημα του τρόμου, τόσο προς αυτά αλλά και προς το άτομο το οποίο θα συναντούσε. Ποτέ στην ζωή του δεν υπήρξε τόσο φοβισμένος.

Τα παπούτσια του κόλλαγαν στο χιόνι και άφηνωντας τα δικά τους αποτυπώματα. Ξαφνικά σταμάτησε και κοίταξε προς τα δεξία του, εκεί όπου ένας μεσήλικος άντρας έσκαβε το χώμα και πετούσε τριγύρω του τόσο χιόνια, όσο και αντικείμενα τα οποία μάλλον θα είχαν ξεχαστεί απο προηγούμενες κηδείες.

"Τι κάνεις εδώ;" Φώναξε με τραχυά φωνή ο άντρας. Αν ήταν απο το κρύο, η αν ήταν δικιά του η φωνή, ο Νέιτ δεν θα μάθαινε ποτέ.

"Ψάχνω για τον Τόμας Κάρξ. Ξέρετε που είναι;" Φώναξε εξίσου δυνατά και ο Νέιτ έτσι ώστε να μπορούσε να ακουστεί πάνω απο τους κρότους του φτυαριού.

Ο άνδρας σταμάτησε και τον κοίταξε με περιέργεια. "Τι τον θες εσύ τον Κάρξ;"

"Είμαι συγγενής."

"Και που ήσουν τόσα χρόνια;"

"Τώρα έμαθα για την ύπαρξη του." Είπε το αγόρι. "Μπορείτε να μου δείξετε που είναι ή όχι;"

"Θα σου κοστίσει κατιτίς."

"Έγινε."

Ο άντρας άφησε το φτυάρι του κάτω και άρχισε να προχωράει χωρίς να γυρίσει να δει εάν εκείνος ακολουθούσε. Ο Νέιτ έσπεψε απο πίσω του κοιτώντας τριγύρω μια με περιέργεια και μια με φόβο. Σε λίγο θα συναντούσε τον εαυτό του. Τον εαυτό του στην προηγούμενη ζωή του. Τον εαυτό του που ήταν επίσης ερωτευμένος με τον Κρίστιαν.

Ouija (B2K18WB)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora