Chapter 16

42 9 11
                                    

Τα μάτια του Κρίστιαν έμειναν κολλημένα πάνω στην μικρή φιγούρα της υποτιθεμενης καθηγήτριας του, η οποία τώρα έμοιαζε σαν φάντασμα: Χλώμη, με διάπλατα μάτια και χέρια τα οποία έτρεμαν. Δεν τους περίμενε, και αυτό φαινόνταν απο τις αμήχανες κινισεις της.

Ξαφνικά, σαν να την είχαν κουρδίσει, η ηλικιωμένη γυναίκα έκλεισε γρήγορα την πόρτα με μια ταχύτητα η οποία φαινόνταν αδύνατη στα μάτια του Κρίστιαν, του Νέιτ και της Κάγιας. Όμως, πρωτού η πόρτα πρόλαβε να κλείσει, η Κάγια τοποθέτησε το πόδι της ανάμεσα στις χαραγμές της πόρτας, εμποδίζοντας την απο το να κλείσει. Τώρα πια δεν υπήρχε επιστροφή. Ο δρόμος ήταν ένας, και αν δεν πρόσεχαν, τότε θα μπορούσε να απεβεί μοιραίους για όλους τους.

«Τι νομίζετε οτι κάνετε;!» Σχεδόν ούρλιαξε η Κυρία Πασπάτου με έναν υψηλό τόνο. «Φύγετε αλλιώς θα σας καταγγείλω στην διευθύντρια!»

Η Κάγια της έριξε ένα αυστηρό βλέμμα. «Και εμείς που κρατήσατε έναν επικίνδυνο πίνακα στο γραφείο σας που έθεσε τις ζωές μας σε άμμεσο κίνδυνο. Πως σας φαίνεται η απόλυση, ε;»

Στα λόγια της Κάγιας, η Κυρία Πασπάτου πήρε μια βαθεία ανάσα, και ύψωσε το βλέμμα της ώστε να κοιτάξει και τα τρεία παιδιά. Τα μπλε μάτια της είχαν γίνει τόσο σκληρά που αν μπορούσαν θα πέταγαν μαχαίρια και αυτό οδήγησε τον Κρίστιαν να πιστεύει οτι η καθηγήτρια, για άλλη μια φορά θα τους έκλεινε την πόρτα στα μούτρα. Ωστόσο,  η Καθηγήτρια έκανε μερικά βήματα προς τα πίσω και άνοιξε την πόρτα αρκετά ώστε να μπορέσουν να περασουν τα τρεία παιδιά.

«Παίξατε με τον πίνακα.» Παρατήρησε η Πασπάτου μόλις είχαν περάσει όλοι μέσα. Ο Κρίστιαν εγνεψε καταφατικά.

«Και απαιτούμε να μας πείτε τι στο διάολο γίνεται γιατί έχουμε μπλεχτεί σε μια τρελή κατάσταση και όλα αυτά εξαιτίας του...» Κούνησε το χέρι του στον αέρα,  εννοώντας τον ξύλινο πίνακα. «Πίνακα σας.»

«Πρώτα απο όλα θα σε παρακαλούσα να κρατήσεις τον τόνο της φωνής σου χαμηλό γιατί μέσα κοιμούνται τα εγγόνια μου.» Είπε η ηλικιωμένη, στενεύουντας τα μάτια της στον Κρίστιαν. «Κατα δεύτερον,» Είπε γυρίζοντας να κοιτάξει και τα τρεία παιδιά. «Παρακαλώ, καθίστε. Θα σας φτιάξω καφέ και θα σας απαντήσω τις όποιες ερωτήσεις έχετε.»

Ο Κρίστιαν, η Κάγια και ο Νέιτ μοιράστηκαν ένα βλέμμα γεμάτο περιέργεια πριν κάτσουν στον τεραστιο καναπέ που διέθετε η καθηγήτρια τους και ύστερα, επικράτησε νεκρική σιγή. Τόση ήταν η ησυχία που ο Κρίστιαν μπορούσε να ακούσει την καρδιά του να χοροπηδάει μέσα στο στέρνο του, ήδη έτοιμη να σπάσει με την παραμικρή έκπληξη.

Ouija (B2K18WB)Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon