| XVIII. | Αναγνώριση

179 41 26
                                    

Τα μάτια της Ελ ενώθηκαν με τα δικά του, σε έναν αδιάσπαστο δεσμό

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.

Τα μάτια της Ελ ενώθηκαν με τα δικά του, σε έναν αδιάσπαστο δεσμό. Το βαθύ γαλάζιο χρώμα των ματιών της ταίριαζε τέλεια με το δικό του. Υπό κανονικές συνθήκες και έπειτα από όλα όσα είχε περάσει θα έπρεπε να είχε αντιδράσει στο άκουσμα της φράσης που μόλις άκουσε. Φυσιολογικά δεν θα μπορούσε το μυαλό της να δεχτεί τόσο εύκολα την ιδέα του υπερφυσικού. Ενός κόσμου άγνωστο, τρομακτικό, διαφορετικό από τον δικό της. Μα ήδη αισθανόταν οικειότητα με αυτό το σενάριο. Δεν την εξέπληττε τίποτα πλέον, όμως δεν ήταν μόνο αυτό που συνέβαλε στην ένταξη του κόσμου αυτού μέσα στις ρίζες του μυαλού της. Ένιωθε πως ταίριαζε. Πως η μικροκαμωμένη ασήμαντη παρουσία της είχε βρει επιτέλους την θέση της μέσα στον κόσμο, και ας ήταν αυτός ο κόσμος περισσότερο παράλογος από όσο τον είχε φανταστεί. Είχε επιβεβαιωθεί πλέον. Δεν ήταν τρελή. Δεν ήταν δολοφόνος. Ότι είχε δει στην διάρκεια των δεκάξι χρόνων της πάνω στην γη ήταν αλήθεια και ο Τζέισον, ο άγγελος του θανάτου όπως είχε ο ίδιος αποκαλέσει τον εαυτό του, ήταν η ζωντανή απόδειξη. Ήταν χαρούμενη, είχε δικαιωθεί, αγνοώντας για μερικές στιγμές τα υπόλοιπα ερωτήματα που χόρευαν στο μυαλό της.

Ο Τζέισον την κοίταζε εξεταστικά και ανυπόμονα, σαν να περίμενε κάτι. Και όντως περίμενε να ακούσει την φωνή της να τον ρωτάει απελπισμένα να δώσει λύσεις στα δεκάδες δικαιολογημένα ερωτήματα της. Παρόλα αυτά προς μεγάλη έκπληξη του εκείνη δεν το έκανε. Τον είχε βγάλει από την δυσάρεστη θέση να της εξιστορήσει την ιστορία της ζωής του, ή πιο σωστά της ζωής τους, που ήταν ήδη αρκετά μπερδεμένη και λιγότερο ευχάριστη. Τα χείλη της σχημάτισαν ένα μικρό χαμόγελο που φώτισε το ήδη πανέμορφο για εκείνον πρόσωπο της. Ήταν ένα καθησυχαστικό χαμόγελο που έκανε τους μυς των χεριών του να χαλαρώσουν την λαβή του, μα δεν την άφησε ακόμη από την θαλπωρή της αγκαλιάς του. Την κρατούσε, την είχε ανάγκη. Την χρειαζόταν. Και αν έλεγε το αντίθετο, θα έλεγε απλώς ένα μεγάλο ψέμα στον εαυτό του. 

Damnation, 𝒄𝒐𝒎𝒑𝒍𝒆𝒕𝒆𝒅Where stories live. Discover now