| Ⅷ. | Σκοτάδι

252 45 6
                                    

Η Ελ περπάτησε με αργά σχεδόν εξουθενωμένα βήματα προς το σχολείο

Oops! Questa immagine non segue le nostre linee guida sui contenuti. Per continuare la pubblicazione, provare a rimuoverlo o caricare un altro.

Η Ελ περπάτησε με αργά σχεδόν εξουθενωμένα βήματα προς το σχολείο. Ο τρόπος που περπατούσε, μα και η σκεπτική συνοφρυωμένη έκφραση της φανέρωνε την κούραση και τον προβληματισμό της. Ήξερε πλέον ότι δεν μπορούσε να ξεφύγει. Ήταν αδύνατο να βρει σωτηρία. Έψαχνε απελπισμένα για ένα μικρό άνοιγμα στο βούρκο της απελπισίας της, έστω μία μικρή σπίθα φωτός μα γύρω της κυριαρχούσε μονάχα σκοτάδι. Έτσι αποφάσισε να αποδεχτεί την μοίρα της με την προσδοκία να γίνουν πιο εύκολα και απλά τα πράγματα για την ίδια. 

Δυσκολεύτηκε να βρει τον δρόμο πίσω στο νεκροταφείο. Παρότι η βλάστηση, δεν περιλάμβανε μεγάλη ποικιλία, τα ολόιδια παρατεταγμένα δέντρα, είχαν τέτοια ομοιότητα που την μπέρδευαν ως αποτέλεσμα να ρωτάει συχνά τον εαυτό της για το αν είχε ξανά περάσει από το ίδιο σημείο. Για καλή της τύχη οι μακρινές φωνές των παιδιών της έδωσαν ένα σημάδι για το που βρισκόταν και με την επιτάχυνση του βήματος της έφτασε επιτέλους στο σημείο όπου μέχρι πριν λίγες ώρες στεκόταν περήφανος ο πέτρινος μαύρος άγγελος. Τα σπασμένα κομμάτια του είχαν ήδη μαζευτεί από τους υπόλοιπους τιμωρημένους μαθητές, οι οποίοι τώρα περιποιούνταν τα φυτά του κοιμητηρίου όπως είχε πει η διευθύντρια. Ήταν μεγάλη ειρωνεία αν σκεφτόταν κανείς το πόσο νεκρά ήταν ήδη τα φυτά. Με την μαυρισμένη, σάπια απόχρωση τους, τα ξερά, τραχιά φύλλα και την στραγγισμένη ζωή από μέσα τους. Η Ελ αισθανόταν λες και αντανακλούσαν τον εσωτερικό της κόσμο εκείνη τη στιγμή. 

«Δεν πιστεύω να νομίζεις ότι θα την γλιτώσεις και αυτή τη φορά Κάρτερ;» Ακούστηκε η προφανώς ενοχλημένη φωνή ενός μαθητή κάνοντας την να στραφεί προς το μέρος του. «Σε αφήσαμε να την γλιτώσεις με τις πέτρες αλλά τώρα θα βοηθήσεις. Ήδη φταις εσύ για αυτό.»Ολοκλήρωσε την απάντηση του. Εκείνη προτίμησε να κρατήσει την απάντηση για τον εαυτό της, με το κεφάλι της σκυφτό σαν να δηλώνει υποταγή. Τι άλλο μπορούσε να κάνει άλλωστε; Ίσως κάποτε, πριν συμβούν όλα αυτά να έβρισκε το κουράγιο που χρειαζόταν για να υπερασπιστεί την θέση της και να σηκώσει το ανάστημα της. Να έλεγε ότι δεν είχε καμία ευθύνη για την πτώση του αγάλματος και ήταν μία απλή σύμπτωση, ένα ατύχημα και ότι εκείνος δεν είχε κανένα δικαίωμα να της μιλήσει με αυτό τον τρόπο. Ευχόταν να μπορούσε να τα εκφράσει όλα αυτά. Με η αυτοπεποίθηση της είχε ραγίσει. Το εγώ της ήταν διαλυμένο. Οπότε πήρε στα χέρια της το βαρύ μεταλλικό και φθαρμένο από την σκουριά και την φθορά του χρόνου κλαδευτήρι και πλησίασε τους υπόλοιπους. Γνώριζε πολύ καλά ότι τα άτομα γύρω της όχι μόνο δεν την συμπαθούσαν, μα θα φρόντιζαν να κάνουν την ζωή της ζωντανή κόλαση, όχι ότι ήδη δεν ήταν. 

Damnation, 𝒄𝒐𝒎𝒑𝒍𝒆𝒕𝒆𝒅Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora