| X. | Διχασμένη

198 39 20
                                    

Είχαν περάσει ώρες από τον καβγά του Ντέιβιντ και του Τζέισον κι όμως η Ελ δεν μπορούσε να βρει γαλήνη

Oups ! Cette image n'est pas conforme à nos directives de contenu. Afin de continuer la publication, veuillez la retirer ou mettre en ligne une autre image.

Είχαν περάσει ώρες από τον καβγά του Ντέιβιντ και του Τζέισον κι όμως η Ελ δεν μπορούσε να βρει γαλήνη. Κάτι την έτρωγε εσωτερικά, κατακρεουργώντας αργά τα τοιχώματα του μυαλού και της ψυχής της.

Οι φύλακες απομάκρυναν τον Τζέισον που είχε ένα σαστισμένο βλέμμα που η Ελ αδυνατούσε να κατανοήσει. Προς τι η έκπληξη του; Ήταν φως φανάρι ότι η κατάσταση θα κατέληγε εκεί, έτσι γιατί εκείνος δεν μπορούσε να το συνειδητοποιήσει; Η ίδια δεν γνώριζε που τον πήγαιναν ή τι θα πάθαινε από εκεί και πέρα...δεν ήταν δικό της πρόβλημα άλλωστε.

Καθηγητές και μερικοί ακόμα φύλακες-εμφανείς από τις χαρακτηριστικές αστυνομικές στολές τους, μετέφεραν με προσοχή τον χτυπημένο Ντέιβιντ μέχρι το αναρρωτήριο το οποίο βρισκόταν στο ισόγειο.

Η Ελ κατέβαινε προσεχτικά τις σκάλες δίπλα τους επιτρέποντας στον εαυτό της να ρίξει ένα μικρό βλέμμα ανησυχίας στο πρόσωπο του Ντέιβιντ που ανά τακτά χρονικά διαστήματα διπλωνόταν μορφάζοντας από τον πόνο που του προκάλεσαν τα χτυπήματα. Η έκφραση της Ελ περιλάμβανε επίσης μια μεγάλη δόση ανησυχίας και ταραχής καθώς το να βλέπει έναν φίλο της, αν μπορούσε η σύντομη γνωριμία και σχέση της με εκείνον να θεωρηθεί ως ένα παρακλάδι φιλίας, πονούσε και την ίδια. Μπορεί όχι ανάλογο σωματικό πόνο, μα μπορούσε να αισθανθεί την ψυχή της να δένεται κόμπος και να πιέζει τον θώρακα της.

Το αναρρωτήριο ήταν το δωμάτιο στο τέλος του σκοτεινού γεμάτου υγρασίας διαδρόμου. Καθώς περπατούσε η Ελ μπορούσε να διακρίνει αρκετά έντομα να έχουν φωλιάσει στις σκοτεινές γωνίες μα και στις υγρές επιφάνειες. Το θέαμα αυτό έκανε το δέρμα της να ανατριχιάσει καθώς τύλιξε ελαφρώς τα χέρια της γύρω από το σώμα της με προστατευτικό χαρακτήρα. Το βήμα της έγινε πιο τραχύ και γρήγορο καθώς πλησίαζε την τελευταία ξύλινη πόρτα.

Στο μυαλό της η εικόνα ήταν πλασμένη διαφορετικά. Περίμενε να αντικρίσει κάποιο δωμάτιο νοσοκομείου ή τουλάχιστον μία μικρογραφία του όπως ήταν στο παλιό της σχολείο πίσω στην Νέα Υόρκη. Με τα καινούρια έπιπλα, το ζεστό φως του ήλιου που τρύπωνε με την μορφή αχτίδων από το ακριανό μεγάλο παράθυρο και το ζεστό χαμόγελο της νοσοκόμας καθώς σου ευχόταν καλή ανάρρωση και σε πρόσεχε. Αυτό βέβαια που αντίκρισε δεν αντανακλούσε τις προσδοκίες της. Το σχεδόν απόλυτο σκοτάδι και η μακάβρια ατμόσφαιρα που απέπνεε σε συνδυασμό με τους ξεφλουδισμένους τοίχους που φανέρωναν τον ασβέστη που έκρυβαν με την μορφή άσπρης βαριάς σκόνης μα και τα διάσκορπα κρεβάτια με τα βασανισμένα από τη σκουριά κάγκελα έκαναν το περιβάλλον ακόμα πιο αποπνικτικό. Η θερμοκρασία ήταν χαμηλή και η βρομιά από την έλλειψη συντήρησης και προσοχής σε μεγάλο βαθμό αισθητή. Πήρε μια βαθιά ανάσα προσπαθώντας απελπισμένα να γεμίσει τα πνευμόνια της με αέρα μα το αποτέλεσμα ήταν να βήξει καθώς πνιγόταν από το πυκνό στρώμα σκόνης.

Damnation, 𝒄𝒐𝒎𝒑𝒍𝒆𝒕𝒆𝒅Où les histoires vivent. Découvrez maintenant