Κεφάλαιο 6

2.6K 213 5
                                    

Μετά από εκείνη την νύχτα που πέρασα με τον Αντρέα ακολούθησαν κι άλλες αλλά όχι νύχτες... βγαίναμε σπάνια την νύχτα... δεν ήθελε να φορτώνω τον μικρό κάθε βράδυ στην Νατασα και έτσι απέφευγα να λείπω τα βραδια συχνά. Βλεπόμασταν όμως τα μεσημέρια και τα απογεύματα όταν ο Αντώνης ήταν ακόμα στον παιδικό σταθμό. Άρχισε να με ενδιαφέρει πολύ αυτός ο άντρας... άρχισε να με ενδιαφέρει όπως δεν με είχε ελκύσει ποτε κάποιος άλλος άντρας. Τον ήθελα.. αλήθεια τον ήθελα αλλά δεν κατάλαβα ποτε αν ένιωθε και αυτός το ίδιο. Δεν μου είχε δείξει τόσο καιρό αν ένιωθε όπως εγώ.. είχα απογοητευτεί και δεν ήξερα και από αυτά δεν μπορούσα να καταλάβω. Βγαίναμε αρκετό καιρό.. Προσπαθούσα να καταλάβω μέχρι που ήρθε εκείνο το φιλί... εκείνο το πρώτο φιλί ένα μήνα μετά αφού είχαμε αρχίσει να βγαίνουμε. Ήταν τόσο όμορφο.... Δεν ήταν σαν εκείνο το φιλί με αυτό το αγόρι στο λύκειο.,. Όχι... αυτό ήταν τρυφερό... δοτικό έκανε όλο το σώμα μου να τρέμει την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά... ήμουν ερωτευμένη; Αλήθεια έτσι είναι ο έρωτας; Έτσι είναι η αγάπη; Σε κάνει να θες να βρίσκεσαι κάθε ώρα και λεπτό μαζί με έναν άνθρωπο; Αν είναι έτσι δεν θέλω να τελειώσει ποτε. Αν είναι έτσι η αγάπη είναι θέλω να την ζήσω να την νιώσω... Και νομίζω ότι τον έχω αγαπήσει αυτόν τον άνθρωπο... τον έχω αγαπήσει πολύ.
«Είσαι η ζωή μου... σ αγαπάω παρα πολύ» μου έλεγε κάθε φορά μου ήμασταν μαζί και εγώ έλιωνα όλο και περισσότερο.
«Και εγώ σ αγαπάω Αντρέα... παρα πολύ... κάνε να μην τελειώσει ποτε όλο αυτό» του έλεγα και εγώ καθώς με είχε στην αγκαλιά του.
«Δεν θα τελειώσει... στο υπόσχομαι» έλεγε και με φιλούσε...
Ένιωθα τόσο όμορφα μαζί του.. ξεχνούσα ότι δεν είχα αγαπηθεί στο παρελθόν και ένιωθα σαν να γεννήθηκα τώρα και να έπαιρνα όλη την αγάπη που δεν πήρα ποτε... και μου την έδινε εκείνος και σε αντάλλαγμα έπαιρνε την δίκη μου αγάπη,.. όση είχα και δεν τόλμησα ποτε να δώσω.
«Πρώτη φορά σε βλέπω έτσι από τότε που σε γνώρισα» μου είπε εκείνο το απόγευμα η Νατασα.
Δεν θα βρισκόμασταν σήμερα... ο Αντρέας μετά από τόσο καιρό που είχε αποφοιτήσει επιτέλους έγινε δεκτός στην αστυνομία δοκιμαστικά για αρχή. Αυτό ήταν ένα πολύ ωραίο νέο και χάρηκα πολύ για αυτόν ακόμα και αν αυτό σήμαινε ότι δεν θα τον έβλεπα όσο συχνά ήθελα όπως και στην αρχή.
«Ναι... με τον Αντρέα είμαστε τόσο καλά... δεν περίμενα ποτε να νιώσω έτσι» της είπα και κάθισα και εγώ στον καναπέ όπως εκείνη και ο Αντώνης.
«Αντωνάκο πήγαινε να φέρεις και τα αλλα παιχνίδια σου για να παίξουμε... άντε» είπε στον μικρό και εκείνος χαρούμενος έτρεξε στο δωμάτιο.
«Γιατί έδιωξες τον μικρό;» Την ρώτησα με απορία.
«Για να μιλήσουμε λίγο»
«Τρέχει κάτι;»
«Θέλω απλά να σου πω να έχεις και τις επιφυλάξεις σου για τον Αντρέα και γενικά για τους άντρες»
«Όχι τώρα μιλάς μόνο για τον Αντρέα και όχι γενικά για τους άντρες. Θες να μου πεις κάτι συγκεκριμένο;» Την ρώτησα ενοχλημένη.
«Απλά να έχεις επιφυλάξεις.. πολλές φορές οι άνθρωποι δεν είναι όπως φαίνονται»
«Και ξανά ρωτάω θες να μου πεις κάτι;» Ρώτησα αυτή την φορά και η ενόχληση μου ήταν φανερή.
«Ακούγονται διαφορα» ξεκίνησε να λέει.
«Διαφορα;»
«Στο πανεπιστήμιο... λένε ότι ο Αντρέας είναι γυναίκας και ρίχνει στο κρεβάτι του οποία θέλει όποτε το θέλει» συνέχισε.
«Και εγώ γιατί δεν έχω ακούσει τίποτα; Στο ίδιο πανεπιστήμιο είμαστε πως άκουσες μόνο εσυ;»
«Νομίζεις ότι θα έλεγαν κάτι μπροστά σου; Σε βλέπουν συνέχεια μαζί του δεν θα έλεγαν κάτι ενώ άκουγες»
«Μήπως ζηλεύεις Νατασα; Επειδή τον έχω εγώ και όχι εσυ;»
«Τι είναι αυτά που λες; Πιστεύεις ότι στα λέω όλα αυτά επειδή θέλω τον Αντρέα;»
«Δεν μπορεί μόνο εσυ να ακούς πράγματα και εγώ όχι»
«Σου εξήγησα»
«Δεν με κάλυψε η εξήγηση.. και κρίμα γιατί νόμιζα ότι επιτέλους εχω μια φίλη»
«Έχεις μια φίλη... και μην το τραβάς άλλο Έλλη... ότι λέω το λέω για το καλό σου»
«Το καλό μου το ξέρω μόνο εγώ και κανένας άλλος»
«Έλλη άκουσε με... δεν θα σου έλεγα ποτε κάτι που δεν είναι αλήθεια,.. εγώ πρώτη πρώτη σου έλεγα να ζήσεις»
«Μάλλον τώρα θες εσυ να ζήσεις αυτό που ζω εγώ... και κρίμα και για τον Νίκο που έλεγες ότι τον αγαπάς»
«Τον Νίκο τον λατρεύω και μου έχει δείξει ότι είναι άξιος εμπιστοσύνης... εσένα ο Αντρέας; Σου έχει αποδείξει ότι μπορείς να τον εμπιστεύεσαι;»
Για μια στιγμή δεν μίλησα.. αλήθεια μου υο είχε αποδείξει;
«Φυσικά» απάντησα χωρις να είμαι σίγουρη.
«Είσαι σίγουρη;»
«Απόλυτα... και σε παρακαλώ τώρα να φύγεις... εγώ θέλω δίπλα μου φίλες που να με στηρίζουν»
«Πολύ καλά» είπε και αφού πήρε την τσάντα της έφυγε από το σπίτι.
Στεναχωρήθηκα με αυτό που έγινε... Αλήθεια την ένιωσα φίλη μου.,. Την αγάπησα... γιατί να γίνει αυτό τώρα;
«Γιατί έφυγε η νονά;» Ακούστηκε η φωνή του μικρού από την πόρτα του δωματίου.
«Είχε δουλειά αγάπη μου... θα ξανά έρθει άλλη στιγμή» του είπα και τον πήρα στην αγκαλιά μου.
«Γιατί φώναζες εσυ;»
«Αντώνη μου δεν φώναξα μίλησα απλά λίγο πιο δυνατά»
«Καλά... δεν έφερα τα παιχνίδια μου»
«Δεν πειράζει όταν ξανά έρθει η νονά θα τα φέρεις» του είπα και τον φίλησα απαλά στο μέτωπο.
Αν ξανά έρθει σκέφτηκα από μέσα μου αλλά δεν μίλησα.
«Έλα ώρα να πάμε για ύπνο»
«Δεν νυστάζω» είπε με την παιδική του φωνή και έτριψε τα μάτια του.
«Ναι καλά... έλα πάμε» του είπα και ξαπλωσαμε μαζί στο κρεβάτι. Ξεκίνησα να του λέω ένα παραμύθι αλλά δεν χρειάστηκε τελικά γιατί μόλις ξάπλωσε αποκοιμήθηκε αμέσως. Χαμογέλασα και τον φίλησα απαλά για να μην τον ξυπνήσω. Ξάπλωσα και εγώ και προσπάθησα να κλείσω τα μάτια μου αλλά στο μυαλό μου φάνηκε ξανά η συζήτηση που είχαμε με την Νατασα. Γιατί να μου το κάνει αυτό; Γιατί να φερθεί έτσι; Για άλλη μια φορά είχα χάσει ένα άτομο που θεωρούσα φίλη.. αλλά αυτή την φορά πόνεσε περισσότερο από την πρώτη. Γιατί άραγε; Μάλλον ποτε δεν θα μάθω.. έκλεισα τα μάτια μου και αποκοημφικα μέχρι του το επόμενο πρωί με ξύπνησε ο ήχος του κουδουνιού. Σηκώθηκα απότομα... Τρόμαξα από τον ήχο μέχρι που κατάλαβα ότι ήταν απλά το κουδούνι. Σηκώθηκα γρήγορα από το κρεβάτι και πήγα να ανοίξω για να μην ξυπνήσει ο μικρός. Ποιος να ήταν; Ο Αντρέας; Θα του έλειψα και ήρθε να με δει; Ή μήπως η Νατασα; Μετάνιωσε για ότι είπε και ήρθε να ζητήσει συγγνώμη; Δεν τον σκέφτηκα παραπάνω απλά άνοιξα την πόρτα και τότε ευχήθηκα να μην την είχα ανοίξει. Δεν ήταν ούτε ο Αντρέας ούτε και η Νατασα. Έμεινα κόκαλο στην πόρτα.
«Γεια σου Λυδια » ακούστηκε πρώτα η φωνή της.
«Τι κανεις εσυ εδώ;»
«Θέλω να μιλήσουμε»
«Δεν νομίζω ότι έχουμε κάτι να πούμε....... μαμα»

Κάτω Από Τις Σταγόνες Της Βροχής Donde viven las historias. Descúbrelo ahora