Κεφάλαιο 13

2.2K 192 7
                                    

Οι εκπλήξεις όμως δεν σταμάτησαν εκεί. Η Κατερίνα πήγαινε από το καλό στο καλύτερο και την επόμενη μέρα άνοιξε και τα μάτια της. Ο Πέτρος συνέχισε να με ρωτάει αν τελικά δέχομαι την πρόταση του αλλά η απάντηση μου δεν ήταν ποτε ξεκάθαρη και από την άλλη ήταν.... Ήταν και η Νατασα. Είχαμε μιλήσει και μου είχε πει ότι την δέχτηκαν σε μια κλινικη για δουλειά και χάρηκα παρα πολύ για εκείνη. Που να ήξερα όμως ότι η κλινικη που την δέχτηκε ήταν η ίδια με αυτή που δούλευα εγώ. Τα έχασα όταν την είδα μέσα στο γραφείο μου με την ιατρική στολή να μου χαμογελάει.
«Νατασα;» Είπε έκπληκτη και πετάχτηκα από την καρέκλα μου.
«Από ότι φαίνεται θα δουλέψουμε και μαζί» μου είπε και εγώ έτρεξα να την αγκαλιάσω.
«Δεν το πιστεύω ότι είσαι εδώ»
«Το κανόνιζα πολύ καιρό ήθελα να σου κάνω έκπληξη και να μαι» μου είπε και την αγκάλιασα ξανά.
«Δεν το πιστεύω» είπα ξανά και τότε χτύπησε η πόρτα.
«Παρακαλώ» είπα και η πόρτα άνοιξε.
«Λυδια έχεις.... εννοώ δεσποινίς Ιωάννου έχετε λίγο χρόνο να μιλήσουμε;» Είπε διορθώνοντας και η Νατασα με κοίταξε με πονηρό βλέμμα κάτι που ευτυχώς ο Πέτρος δεν είδε.
«Εεεε έχω δουλειά τώρα όταν τελειώσω θα έρθω εγώ» του είπα και αυτός χαμογέλασε πριν βγει από το γραφείο μου και κλείσει ξανά την πόρτα.
«Λυδια; Τι έγινε; Τι δεν μου λες στο τηλέφωνο;» Με ρώτησε πονηρά η Νατασα και καθίσαμε ξανά στις καρέκλες μας.
«Τίποτα... ο Πέτρος είναι εδώ για την ανίψια του» απολογήθηκα.
«Ο Πέτρος; Και πόσες μέρες είναι εδώ και έχετε τόση οικειότητα;»
«Στάματα να με κοιτάς έτσι» της είπα και γελάσαμε.
«Αστα αυτά σε εμένα και λέγε»
«Ωραία μου έχει ζητήσει να βγούμε αλλά δεν έχω απαντήσει ακόμα» της παραδέχτηκα.
Δεν θα σταματούσε να με κοιτάζει με αυτό το βλέμμα αν δεν της έλεγα κάτι.
«Καλά δεν θέλω να πω πάλι οπ ωραίος εγκρίνω γιατί το ίδιο είπα και τότε απλά θα σου πω αυτή την φορά να προσεχεις.... και αν είναι να βγεις μαζί του να μην προχωρήσεις σε τίποτα μέχρι να είσαι σίγουρη ότι δεν θα παίξει και αυτός μαζί σου»
«Θα προσέχω... δεν θα κάνω τα ίδια λάθη»
«Τότε να πηγαίνω και εγώ μην αφήσεις τον κύριο να περιμένει... αλήθεια ποιος είναι; Κάπου νομίζω ότι τον έχω ξανά δει» είπε και σηκώθηκε από την καρέκλα της.
«Νομίζεις; Σίγουρα τον έχεις ξανά δει... είναι ο γιος του Βρανά... του δικηγόρου»
«Δεν μιλάς σοβαρά;»
«Πολύ σοβαρά. Η κόρη της αδερφής του είναι ένα σοβαρό ατύχημα και την χειρούργησα εγώ... και το ότι μου ζήτησε να βγούμε είναι για να με ευχαριστήσει που έσωσα την ανίψια του»
«Δικαιολογία για να βγει μαζί σου αγάπη μου...άντρες ποτε δεν είναι ξεκάθαροι» είπε γελώντας. «Έφυγα πρέπει να περάσω και από το γραφείο του Μακρη»
«Θα τα πούμε»
«Θα τα λέμε συχνά τώρα» είπε και έφυγε.
«Ποσο χάρηκα που την είδα... ποσό χάρηκα που ήρθε. Θα είμαστε ξανά μαζί... αχωριστες όπως και στην αρχή.
Βγήκα από το γραφείο μου και πήγα να βρω τον Πέτρο για να δω τι με ήθελε. Ήταν όπως πάντα στον διάδρομο έξω από το δωμάτιο της Κατερίνας μαζί με
Τους γονείς του. Η αδερφή του και ο άντρας της μάλλον θα ήταν μαζί με την Κατερίνα.
«Κύριε Βρανά με συγχωρείται για πριν είχα δουλειά... τι με θέλατε;» Του είπα και εκείνος σηκώθηκε από την καρέκλα και με οδήγησε λίγο πιο πέρα.
«Αρχίσαμε πάλι τις τυπικότητες;» Μου είπε χαμογελώντας.
«Τι θέλεις πάλι Πέτρο; Η ανίψια σου είναι μια χαρά... στο τέλος της εβδομάδας θα πάρει εξιτήριο»
«Το ξέρω... εσένα θέλω... μου χρωστάς ακόμα μια απάντηση»
«Έχω δουλειά Πέτρο» είπα και έκανα να φύγω αλλά με σταμάτησε.
«Δεν θα καθυστερήσεις πολύ.... ναι ή όχι είναι απλή η απάντηση»
«Πέτρο έχω δουλειά σου λέω»
«Περιμένω»
«Καλά εντάξει»
«Ωραία... την μέρα που θα πάρει η Κατερίνα εξιτήριο παίρνεις άδεια... θα το κανονίσω»
«Δεν θα κανεις τίποτα... έτσι και αλλιώς Κυριακή δουλεύω μόνο πρωί... το απόγευμα έχω άλλες υποχρεώσεις»
«Αυτή την Κυριακή θα προσθέσεις άλλη μια» μου είπε και με άφησε να φύγω.
Τι άνθρωπος ήταν αυτός; Τόσο πολύ καιγόταν να με βγάλει έξω μόνο και μόνο για να με ευχαριστήσει; Μάλλον τελικά ήταν αυτό που έλεγε η Νατασα βρήκε ευκαιρία. Εντάξει μια φορά θα ήταν δεν θα έχανα κάτι. Συνέχισα την δουλειά μου και το βράδυ που σχόλασα πήγα κατευθείαν από το σπίτι της μάνας μου να δω τον αδερφό μου. Τόσες μέρες που είμαι όλη μέρα στο νοσοκομείο δεν τον έχω δει καθόλου και ακόμα του χρωστάω ένα απόγευμα στο σινεμά.
«Λυδιαααα» φώναξε όταν με είδε και έπεσε στην αγκαλιά μου.
«Τι κανεις μικρέ μου;»
«Καλά.... άργησες»
«Το ξέρω μικρέ μου αλλά είχα πολύ δουλειά στην κλινικη... δεν μπορούσα να φύγω»
«Δεν πειράζει ήρθες τώρα»
«Ακόμα σου χρωστάω σινεμά όμως» του είπα και εκείνος με  αγκάλιασε.
«Γεια σου Λυδια»
«Γεια σου Ορφέα»
«Είσαι καλά;»
«Μια χαρά... η μαμα;» Ρώτησα τυπικά.
Δεν με ένοιαζε και πολύ για να πω την αλήθεια. Από τότε που ήρθα στην Αθήνα και που πήγαινα στο σπίτι της δεν την έβλεπα καθόλου. Σπάνια την πετύχαινα και ανταλλάσσαμε μόνο λίγες τυπικές κουβέντες τίποτα παραπάνω.
«Η μαμα είναι άρρωστη» απάντησε ο μικρός αντί για τον Ορφέα.
«Άρρωστη;» Ρώτησα και το βλέμμα μου στράφηκε στον Ορφέα.
«Μικρέ... πήγαινε να πάνω να δεις αν θέλει κάτι η μαμα» του είπε ο πατέρας του και εκείνος πήγε τρέχοντας.
«Τι συμβαίνει;»
«Η Καίτη δεν είναι καλά Λυδια... έχει δεν έχει τρεις μήνες ζωής ακόμα»
«Τι έχει;»
«Καρκίνο... τρεις μήνες το πολύ είπαν οι γιατροί»
«Και γιατί είναι εδώ και όχι σε κάποιο νοσοκομείο;»
«Δεν ήθελε να πάει... ήθελε να είναι εδώ... λέει πως αν είναι να πεθάνει ας πεθάνει στο σπίτι της»
Δεν μίλησα. Από την μια την λυπομουν δεν θα ευχόμουν ποτε σε άνθρωπο να πεθάνει αλλά από την άλλη δεν πονούσα κιόλας. Για εμένα είναι σαν να είναι άρρωστη μια άγνωστη γυναίκα . Όπως και στην κλινικη. Φροντίζουμε αρρώστους αλλά αγνώστους ανθρώπους αλλά όταν φύγουν δεν υπάρχει πόνος... Φυσικά και δεν το θελουμε αλλά δεν μπορούμε
Και να αποφύγουμε τον θάνατο.
«Δεν θα πεις κάτι;»
«Τι να πω; Ότι λυπάμαι; Άγνωστη ήταν και είναι για εμένα»
«Σε ζητάει όμως. Λέει ότι θέλει να σου μιλήσει πριν πεθάνει»
«Είχε στην διάθεση της εικοσιτέσσερα χρόνια για να μου μιλήσει... γιατί να το κάνει τώρα;»
«Δεν ξέρω... πάντως λέει πως είναι σημαντικό... μου ζητάει να σε φέρω... αλλά ήρθες όποτε....»
«Κάποια άλλη στιγμή βιάζομαι και ήρθα κατευθείαν από την δουλειά»
«Όπως θες» είπε και ο μικρός κατέβηκε ξανά στο σαλόνι.
«Την Λυδια θέλει... αυτό λέει συνέχεια»
«Πες στην μαμα μικρέ ότι θα έρθω κάποια άλλη μέρα... τώρα δεν μπορώ... βιάζομαι»
«Θα της το πω» είπε και με αγκάλιασε.
«Φεύγω καληνύχτα» είπα και βγήκα από το σπίτι.
Στην επιστροφή σκεφτόμουν μόνο την μάνα μου και τον λόγο που ήθελε να με δει. Έχω περιέργεια για το τι με θέλει αυτή είναι η αλήθεια αλλά δεν ξέρω αν θέλω και να την ακούσω...

Κάτω Από Τις Σταγόνες Της Βροχής Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang