Τα είχαμε καταφέρει. Μετά από πόσες μέρες δρόμου, είχαμε φτάσει.
Μια αίσθηση νοσταλγίας με είχε πλημμυρίσει, κατεβαίνοντας από το άλογο. Άρχισα να παρατηρώ τα σπίτια δίπλα μου, παραταγμένα το ένα δίπλα στο άλλο. Μου είχε λείψει η ατμόσφαιρα που επικρατούσε εδώ. Αυτή η ηρεμία, η γαλήνη, που ενέπνεαν το τοπίο. Ένιωθα μια εφορία να με κατακλύζει και ένα χαμόγελο είχε χαραχτεί στο πρόσωπο μου.
Μερικοί άνθρωποι προχωρούσαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις και μας κοίταζαν έντρομοι. Δεν τους αδικούσα. Η παρουσία μας στον χώρο ήταν εντελώς αντίθετη με το περιβάλλον γύρω μας. Ήμασταν ταλαιπωρημένοι ακόμη από την προηγούμενη μάχη, με ρούχα σκισμένα και διάφορες μελανιές και τραύματα.
Μια γυναίκα ερχόταν βιαστική προς το μέρος μας, με μια έκφραση ανησυχίας χαραγμένη στο πρόσωπο της. Ένα πρόσωπο που είχα τόσο καιρό να δω, αλλά θα αναγνώριζα παντού. Αμέσως έτρεξα κατά πάνω της, αγκαλιάζοντας την σφιχτά. Τα ρούχα μου ήταν βρώμικα -εγώ η ίδια ήμουν βρώμικη εκείνη τη στιγμή- όμως δεν με ένοιαζε. Και όπως φαινόταν ούτε και εκείνη.
«Κοριτσάκι μου», ψέλλισε, χαϊδεύοντας απαλά τα άστατα μαλλιά μου. «Νόμιζα πως σε είχα χάσει», είπε, πιάνοντας το πρόσωπο μου στα χέρια της, αγγίζοντας με τόσο απαλά, περνώντας τα δάχτυλα της πάνω από κάθε πληγή που είχε δημιουργηθεί σε αυτό, με ένα άγγιγμα που μου είχε λείψει.
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου. «Εδώ είμαι, μαμά», μίλησα για πρώτη φορά μετά από πολύ ώρα, σφίγγοντας την ξανά στην αγκαλιά μου. «Εδώ», ξαναείπα, πιο πολύ στον εαυτό μου αυτή την φορά.
Με απομάκρυνε από πάνω της, στρέφοντας την προσοχή της στους δύο άντρες πίσω μου, οι οποίοι παρακολουθούσαν αμέτοχοι τη σκηνή που διαδραματιζόταν μπροστά τους.
«Εσένα σε ξέρω», ανακοίνωσε με ένα βλοσυρό βλέμμα, απευθυνόμενη στον Κρίστοφερ. «Εσένα πάλι», είπε έπειτα, στρεφόμενη στον Άλαν, «όχι».
«Αυτός είναι ο Άλαν», πήρα τον λόγο εγώ. «Και από εδώ η μητέρα μου, Γκουένεβιρ».
«Συγγνώμη για το θράσος μου, αλλά πρέπει να βιαστούμε», είπε ο Κρίστοφερ, διακόπτοντας οποιαδήποτε γνωριμία. «Η Ταργκάριαν έχει καταστραφεί, είμαστε φυγάδες και από στιγμή σε στιγμή-».
«Τα γνωρίζω όλα αγαπητέ μου», αναφώνησε η μητέρα μου, αγνοώντας τα λόγια του. «Έχουμε ανιχνευτές παντού, σας είχαμε εντοπίσει από μίλια μακριά γι'αυτό ήταν και τόσο εύκολη η πρόσβαση σας εδώ. Αν κάποιος πλησιάσει, θα είμαστε έτοιμοι».
YOU ARE READING
Οι Δυο Φυλές
Historical Fiction[Το δεύτερο βιβλίο της σειράς των Δύο] Τέσσερις φυλές: Αγκνέριαν, Ντεσκάριαν, Επόστριαν, Ταργκάριαν. Καθεμία διαθέτει δικούς της κανόνες και αρχηγούς. Ίσως η τέταρτη να είναι η χειρότερη. Η φυλή Ταργκάριαν. Μια φυλή στην οποία οι γυναίκες δεν έχουν...