17
Η Ειρήνη πάλευε να χαθεί μέσα στην κανονικότητα, στην ίδια παθητική ρουτίνα ώστε να ξεχάσει και να ξεχαστεί. Ακόμη και τις εξορμήσεις στο πάρκο είχε περιορίσει επίτηδες ώστε να αποφύγει τυχόν αναπάντεχες συναντήσεις. Κι όμως παρόλο που είχε πείσει τον εαυτό της πως όλο αυτό που συνέβη ήταν για το καλό όλων το μέσα της πονούσε, και πονούσε μάλιστα πολύ
Σπάνια αντάλλασσε μια κουβέντα με την Κάτια η οποία φάνηκε να συνεχίζει τη ζωή της κανονικά δίχως εντάσεις και σαν να είχε ξεχάσει εντελώς ότι είχε προηγηθεί. Ήταν φανερό πως βλέπει κάποιον, πως περνούσε χρόνο με κάποιον αλλά δεν γνώριζε με ποιον.
Όταν επέστρεψε από την δουλειά σταμάτησε στο κρεοπωλείο και ενώ περίμενε τη σειρά της άκουσε δυο γειτόνισσες να την κουτσομπολεύουν και να σταυροκοπιούνται.
«Όλοι την έχουν δει. Νταλαβερίζεται με έναν μεγάλο και πλούσιο. Το αυτοκίνητο πανάκριβο και έχει και οδηγό! Ποιος να μας το έλεγε πως η Κάτια θα έχει τόσο καλή τύχη! Η μάνα της επιτέλους θα είναι ευτυχισμένη!» σχολίαζε η μία γυναίκα.
«Αυτή πίνει παραπάνω... τι να πω εγώ λυπάμαι την μεγάλη κόρη!» συνέχισε η δεύτερη.
Τα μάγουλα της Ειρήνης κοκκίνισαν, ντράπηκε όπως δεν είχε ντραπεί ποτέ στη ζωή της. Είχαν δώσει αρκετά δικαιώματα στο παρελθόν το γνώριζε αλλά όχι και να την λυπούνται. Στο φινάλε οι προσωπικές τους ζωές δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Αποφάσισε να υποχωρήσει παρά το μέσα την έτρωγε να μαλώσει μαζί τους. Επέλεξε ένα άλλο κρεοπωλείο επίτηδες αλλά το μέσα την έτρωγε ξαφνικά. Ήθελε να μάθει τι συνέβαινε πραγματικά με την αδερφή της. Ο ΑΛέξανδρος προφανώς έσφαλε και η παιδιάστικη συμπεριφορά οδήγησε την Κάτια στα άκρα αλλά ένιωθε πως υπάρχει κάτι άλλο ανάμεσα τους.
Όσο και να αρνούνταν να παραδεχτεί πως είχε αποβάλλει τον Αλέξανδρο από τις σκέψεις της η αλήθεια ήταν δυστυχώς διαφορετική. Της έλειπε και μάλιστα πολύ αλλά φοβόταν πως εάν τον έβλεπε, ακόμη και εάν του ζητούσε εξηγήσεις θα λύγιζε και το πόνος στο μετά θα γινόταν δυσβάσταχτος. Θεώρησε πως και ο ίδιος έπειτα από τις συνεχείς προσπάθειες θα είχε κουραστεί αρκετά και πως θα ασχολούνταν μαζί της άλλο.
Έκανε και πάλι λάθος όμως. Ο Αλέξανδρος δεν την είχε ξεχάσει ούτε και σκόπευε να υποχωρήσει τόσο εύκολα.
Πέρασαν αρκετά βράδια που την ακολουθούσε δίχως εκείνη να διαισθάνεται την παρουσία του. Αρκούνταν στο να την παρατηρεί από μακριά ώστε να γεμίζει το κενό της μοναξιάς στην ψυχή του. Φοβόταν να την πλησιάσει γιατί φοβόταν την απόρριψη. Χρειαζόταν αποδείξεις και αυτές πάλευε να ανακαλύψει τόσα χρόνια αργότερα.
BẠN ĐANG ĐỌC
Να θυμάσαι...
Lãng mạnΝα θυμάσαι αυτά που μου έκανες πριν ζητήσεις συγχώρεση Να θυμάσαι τα λόγια σου πριν βρεθείς ξανά μπροστά μου Να θυμάσαι την προειδοποίηση πριν με τιμωρήσεις ξανά και ξανά. Να θυμάσαι πως εάν με αγαπήσεις θα είναι αργά...