Κεφάλαιο 21ο

14 1 0
                                    

Πέρασαν δύο εβδομάδες από όταν ο Δήμος με φίλησε, με είχε μπερδέψει τρομερά με την στάση του τόσο καιρό με αποφεύγει ούτε καν με κοιτάει πλέον, ακόμη και στην χημεία ζήτησε από τον καθηγητή να αλλάξει θέση αλλά δεν του το επέτρεψε και είμαι σίγουρη πως το μετάνιωσε αυτό το φιλί. " Γη καλεί Δανάη " είπε ο Στέλιος βλέποντας με σκεπτική " Μου έλεγες κάτι; Συγνώμη αφαιρέθηκα " του είπα χαμογελώντας " Ναι σε ρώτησα αν θες να έρθεις αύριο στο γνωστό μπαρ που θα βγούμε όλοι μαζί " μου είπε και απλώς του έγνεψα καταφατικά λίγη χαλάρωση με τους φίλους μου θα είναι ότι πρέπει " Αλήθεια εσύ τι έχεις; είσαι λίγο απόμακρη; ή ιδέα μου; " με ρώτησε και με έσωσε το κουδούνι που μόλις χτύπησε " Θα στα πω άλλη ώρα " του είπα καθώς έτρεχα προς την τάξη. Ήταν η τελευταία ώρα οπότε δεν του φάνηκε ιδιαίτερα περίεργο πάλι καλά. Μετά από το βασανιστικό μάθημα της γεωμετρίας ξεκίνησα για το σπίτι όταν είδα τον Δήμο να μιλάει με μια ξανθούλα κοπελίτσα και τους πλησίασα " Γειά σας " είπα χαμογελαστή και η κοπέλα με είδε από την κορυφή ως τα νύχια " Πάντως Δήμο σκέψου το " του είπε αγνοώντας με τελείως, τι να σκεφτεί; λες να του έκανα χαλάστρα για άλλη μια φορά; " Τι θες; " με ρώτησε ο Δήμος πιο ψυχρός από ποτέ " Εξηγήσεις! " του είπα σταυρώνοντας τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου " Σαν τι εξηγήσεις ρε Δανάη μια άτυχη στιγμή ήταν καλύτερα να την ξεχάσουμε " είπε ειρωνικά και τον κοίταξα περίεργα " Ατυχή στιγμή; " του ψιθύρισα και ήμουν έτοιμη να κλάψω αφού το ξέρω ότι δεν ήταν ατύχημα ότι το θέλαμε και οι δύο " Ναι Δανάη δεν σου κάνω καλό καλύτερα να σταματήσουμε να κάνουμε παρέα " είπε και η καρδιά μου έσπασε σε χίλια κομμάτια μα τι είναι αυτά που λέει; την τελευταία φορά ήθελε να γίνουμε φίλοι και τώρα τι; το μετάνιωσε; " Οκ αφού αυτό πιστεύεις " του είπα νευριασμένη και έφυγα τρέχοντας στο σπίτι δεν ήθελα κανείς να δει τα δάκρυα μου.

Το απόγευμα έμεινα στο δωμάτιο μου να ακούω την μουσική που έπαιζε το μουσικό κουτί της μαμάς μου, ήταν το μόνο που με έκανε να ηρεμώ όταν ήμουν αναστατωμένη και ξαφνικά χτύπησε την πόρτα ο Ορέστης " Να μπω; " μου είπε και του έκανα νόημα να κάνει ό,τι θέλει " Δανάη έκανα την μεγαλύτερη βλακεία που θα μπορούσα να σου κάνω " είπε και τον κοίταξα περίεργα μα για τι πράγμα μιλούσε; " Τι έκανες; " του είπα συνεχίζοντας να τον κοιτώ περίεργα " Να όταν ο Δήμος ήταν εδώ ανησυχούσα πως θα σε πληγώσει γιατί σε έχω δει πως τον κοιτάς και του είπα πως αν σε πλησιάσει έστω και λίγο θα τον σπάσω στο ξύλο και ότι σου κάνει μόνο κακό " είπε και σάστισα καλά κατάλαβα πως ο Δήμος ποτέ δεν θα έλεγε «Δεν σου κάνω καλό» δεν είναι τέτοιος τύπος " Αλλά σας είδα σήμερα που μιλήσατε και κρίνοντας από το πως είσαι τώρα μάλλον εγώ φταίω που δεν σου μιλάει αλλά θα του μιλήσω και θα τα κάνω όλα όπως πριν " συνέχισε και έσκυψε το κεφάλι " Όχι να μην κάνεις τίποτα αν με ήθελε στα αλήθεια δεν θα απομακρυνόταν θα το πάλευε ό,τι και να έλεγες εσύ " του είπα και ένιωθα ένα κενό μέσα μου σαν να μην είχα συναισθήματα πια. Μετά από λίγο αποφάσισα να βγω να τρέξω αν και έβρεχε καταρρακτωδώς αλλά με βοηθούσε να ξεχαστώ, έβαλα τα αθλητικά μου, την πρώτη φόρμα που βρήκα μπροστά μου μαζί με το αδιάβροχο και τα ακουστικά στα αυτιά μου και βγήκα από το σπίτι τρέχοντας. Δεν ξέρω που πήγαινα απλώς έτρεχα, δεν ήθελα να έχω συγκεκριμένο προορισμό το μόνο που ήθελα ήταν να τρέξω και να μην σκέφτομαι τίποτα. Όταν κουράστηκα κοίταξα γύρο μου και είδα πως ήμουν σε μια από τις πιο κακόφημες γειτονιές φοβήθηκα αλλά δεν ήθελα να το δείξω, έκανα να γυρίσω όταν κάτι αγόρια έβγαιναν εκείνη την ώρα από ένα μπαρ. Είχε βραδιάσει και η βροχή δεν είχε σταματήσει, δεν τους έβλεπα καλά αλλά όταν με είδαν άρχισαν να περπατάνε προς το μέρος μου έβαλα πάλι τα ακουστικά μου και άρχισα να τρέχω για να μην με προλάβουν, τρόμος κυριαρχούσε την ψυχή μου και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να ήμουν μαζί με τον Δήμο να νιώθω ασφάλεια, όπως τότε που έδωσε μπουνιά σε εκείνον τον τύπο για να με προστατέψει και παρόλο που ήταν λίγο μεθυσμένος με πήγε ως το σπίτι μου. " Που πας κοπελιά; " άκουσα να μου λέει ένας τύπος από πίσω μου και να με τραβάει κοντά του πιάνοντας με από την μέση, γύρισα και είδα έναν νεαρό γύρο στα είκοσι-εφτά με μαύρα μαλλιά και μάτια να με κοιτάει σαν κρέας που ήταν έτοιμος να το κατασπαράξει τότε του έδωσα μια γονατιά στο αδύνατο σημείο του και πήρα τηλέφωνο το πρώτο άτομο που βρέθηκε μπροστά μου " Δανάη; " ακούστηκε ο Δήμος από την άλλη γραμμή " Δημοσθένη έλα να με πάρεις φοβάμαι πολύ σε παρακαλώ " του είπα και έκλαιγα δεν μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυα μου ούτε να σκεφτώ τίποτα άλλο πέρα από το να βρεθώ στην αγκαλιά του και να είμαι ασφαλής " Δανάη με ακούς; που είσαι; " μου είπε λαχανιασμένος και του είπα το όνομα από το πρώτο μπαρ που είδα μπροστά μου " Έρχομαι βρες κάπου να κρυφτείς και θα έρθω να σε πάρω μην το κλείσεις όμως θέλω να ξέρω πως είσαι καλά " μου είπε και το μόνο που άκουγα ήταν αυτοκίνητα και το Δήμο να καλεί για ταξί. Κάθισα έξω από το μπαρ και ευχόμουν να έφτανε ο Δήμος γρήγορα όταν είδα τον τύπο να σηκώνεται πανικοβλήθηκα και μπήκα μέσα δεν ήξερα τι να κάνω που αλλού να πάω κάθισα στο βάθος μπας και δεν με έβλεπε και έφευγε αλλά δεν μπήκε καν. Μετά από λίγα λεπτά η πόρτα άνοιξε και η καρδιά μου πήγε να σπάσει στην σκέψη ότι αυτός που με ενοχλούσε θα με έβλεπε και τότε δεν με έσωνε κανείς αλλά για καλή μου τύχη ο Δήμος ήταν αυτός που μπήκε μέσα και έτρεξα στην αγκαλιά του " Δήμο " του είπα έτοιμη να κλάψω " Ησύχασε είμαι εγώ εδώ " μου είπε και μου χάιδεψε τα μαλλιά. " Πάμε τώρα το ταξί είναι έξω και περιμένει " μου είπε και απλώς του έγνεψα. Φτάσαμε έξω από την πόρτα του σπιτιού μου " Ευχαριστώ πολύ το ξέρω δεν ήσουν... " πήγα να πω και με σταμάτησε αμέσως " Δανάη δεν χρειάζεται να με ευχαριστείς, ναι δεν ήμουν υποχρεωμένος και δεν χρειάζεται να είμαι υποχρεωμένος για να σε προστατέψω απλώς θέλω να ξέρω πως θα είσαι πάντα καλά άσχετα από το τι συμβαίνει μεταξύ μας, λοιπόν πρέπει να φύγω μην με δει ο αδερφός σου και... " είπε χωρίς να τελειώσει την φράση του και απομακρύνθηκε κάνοντας μικρά βήματα προς τα πίσω και μετά γύρισε για να φύγει " Δήμο " τον φώναξα και γύρισε απορημένος δεν ξέρω αν πρέπει να του το πω δεν ξέρω αν πρέπει να το κάνω μα θέλω σαν τρελή να το πω δεν μπορώ να το κρύβω άλλο πια, έτρεξα προς το μέρος του και τον φίλησα όπως δεν έχω ξαναφιλήσει κανέναν άλλον, αμέσως ανταποκρίθηκε στο φιλί μου μείναμε πολύ ώρα να φιλιόμαστε στην βροχή. " Σ' αγαπώ Δανάη " μου είπε όταν σταματήσαμε να φιλιόμαστε και η ανάσα μου κόπηκε, έβλεπα τα μελί του μάτια και ήμουν έτοιμη να πέσω κάτω " Και εγώ σ' αγαπώ Δημοσθένη " του είπα χωρίς δεύτερη σκέψη. Εκείνο το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ σκεφτόμουν συνέχεια αυτά που έγιναν νωρίτερα όμως ξαφνικά ήρθε στο μυαλό μου η εικόνα της μητέρας του θα πρέπει να του μιλήσω μάλλον το κατάλαβε ότι κάτι είδα αλλά πως θα του το πω;

Ο Φύλακας Άγγελός Σουحيث تعيش القصص. اكتشف الآن