Κεφάλαιο 12ο

650 49 6
                                    

Πέρασαν δύο χρόνια και ο Φίλιππος δεν είχε γυρίσει ακόμα.

Τα πιο δύσκολα χρόνια της Αθηνάς.
Όλο το παλάτι ήταν αποδιοργανωμένο.
Η βασίλισσα είχε επηρεαστεί πιο πολύ απ' όλους εκεί μέσα. Δεν κοιμόταν πολλά βράδια και πολλές φορές έβαζε τα κλάματα στα ξαφνικά.
Ο βασιλιάς δεν μιλούσε πέρα από θέματα της πόλης. Δεν μιλούσε σχεδόν σε κανένα μέλος της οικογένειας.
Η Αθηνά ένιωθε ότι όλα διαλύονταν. Πολλές φορές έπιανε τον εαυτό της να αγχώνεται, να στεναχωριέται, να φοβάται, να απελπίζεται, αλλά όλα αυτά ήταν το πρώτο καιρό. Τους τελευταίους μήνες το είχε συνηθίσει. Ένιωθε ένα ψιχοπλακωμα, αλλά μέχρι εκεί μπορούσε να φτάσει.
Όλοι μέσα στο παλάτι κινούνταν μηχανικά με κενές εκφράσεις και αδιάφορα βλέμματα. Μισούσε να πηγαίνει εκεί κάθε πρωί.

Ακούστηκε η τσιρίδα της βασίλισσας.
Η Αθηνά γύρισε τα μάτια της " Όχι άλλο κλάμα επιτέλους!!" σκέφτηκε αγανακτισμένη. Η Αθηνά γύρισε προς το μέρος της και όλες οι κυρίες είχαν τρέξει προς το παράθυρο. Πήγε να κοιτάξει και η ίδια.
Ο Φίλιππος ήταν πάνω σε άλογο και διέσχιζε το κήπο του παλατιού μαζί με το 1/5 των ανδρών που τον είχαν συνοδέψει.
Η βασίλισσα πρώτη, έτρεξε στο κάτω όροφο να υποδεχθεί το πρωτότοκο γιο της με τις υπόλοιπες κυρίες να την ακολουθούν.

Η Αθηνά ήταν μόνη της στο δωμάτιο, έπεσε στα γόνατα, τοποθέτησε το χέρι της στη καρδιά και έβγαλε μια ανάσα που δεν ήξερε ότι κρατούσε. Ένιωσε κατευθείαν ένα βάρος να φεύγει από πάνω της και να την ξελαφρώνει. Ανακούφιση, γαλήνη ενθουσιασμός.
Κύλησαν δάκρυα από τα μάτια της. Τα σκούπισε και με χαρά κατέβηκε για να τον δει από κοντά, να τον αγγίξει, να τον νιώσει.

Ήταν απεριποίητος . Τα μαλλιά και τα γένια του είχαν μακρύνει και τα ρούχα του ήταν βρώμικα. Φαινόταν ότι είχε πολλές πληγές στο σώμα του.
Η Αθηνά είχε καταλάβει ότι αυτός ο πόλεμος θα του είχε στοιχίσει πολλά.

Η μητέρα του επιτέλους τον άφησε από τα χέρια της και οι άλλες κυρίες πλησίασαν να τον υποδεχτούν. Φαινόταν λίγο χαμένος στο κόσμο του και απόμακρος, αλλά προφανώς δεν μπορούσαν να είχαν κάποια απαίτηση από αυτόν.
Είχε μείνει τελευταία και αυτός την κοίταξε. Κοιτάχθηκαν λίγο στα μάτια πριν τον πλησιάσει. Έφτασε μπροστά του χωρίς να χάσει την οπτική επαφή. Γονάτισε, του έπιασε τα χέρια και του φίλησε το πάνω μέρος και από τις δύο του παλάμες, όπως έκαναν όλοι για να τον υποδεχτούν.
- Καλώς ορίσατε! Πάντα άξιος! Χαίρομαι ειλικρινά που γυρίσατε σε μας! Οι προσευχές μας εισακούστηκαν.
Ο Φίλιππος έγνεψε και σε λίγο αποσύρθηκε για να ξεκουραστεί. Η καρδιά της Αθηνάς χτυπούσε δυνατά.
Δεν τον ενόχλησε εκείνη την μέρα. Ήθελε να τον αφήσει να ξεκουραστεί.

Σε Χρειάζομαι Donde viven las historias. Descúbrelo ahora