Ο Λουκ μπήκε στο σπίτι της οικογένειας Λογκαν με αργά βήματα. Κοντοστάθηκε εξετάζοντας τον χώρο γύρω του. Το σπίτι ήταν βολικό, ούτε πολύ μεγάλο όυτε πολύ μικρό. Το σαλόνι στο οποίο βρισκόταν έδειχνε φιλόξενο με τον γωνιακό καναπέ τις ψηλές πολυθρόνες και τις κρεμασμένες, σε όλους τους τοίχους, φωτογραφίες. Το σαλόνι συνδεόταν με μια επίσημη τραπεζαρία ενώ ο Λουκ στα αριστερά του έβλεπε μια πόρτα που λογικά οδηγούσε στο γραφείο του πατέρα της Ταρα, μια πόρτα που τώρα ήταν ερμητικά κλειστή.
Η κα Λογκαν άρχισε αμέσως να απολογήτε για την ακαταστασία, μιας και δεν περίμεναν καλεσμένους. Κάτι που, φυσικά, δεν χρειαζόταν αφού το σπίτι βρισκόταν σε άψογη κατάσταση. Το παραμικρό αντικείμενο βρισκόταν στην κατάλληλη θέση κάνοντας τον Λουκ να αναρωτιέται αν θα τον έδιωχναν με τις κλωτσιές σε περίπτωση που άγγιζε τίποτα. Ο Λουκ μπήκε στον πειρασμό να κάνει κάποιο καυστικό σχόλιο αλλά συγκρατήθηκε. Αντίθετα χαμογέλασε βεβιασμένα στην μητέρα της Ταρα και κάθισε στον καναπέ.
Η μικρότερη αδερφή της Ταρα συνέχισε να στέκεται στην ίδια θέση κοιτάζοντάς τον σαν χάνος πρωτού αρχίσει να στέλνει μανιωδώς μηνύματα.
Μα τι σκεφτόμουν; Αναρωτήθηκε αγανακτισμένος με τον εαυτό του.
Και από ότι φαινόταν δεν ήταν μόνο εκείνος. Η Ταρα, που πλέον στεκόταν στην άλλη άκρη του δωματίου, φαινόταν πολύ θυμωμένη. Τα μάτια της είχαν γίνει δύο σχισμές ρίχνοντάς του ένα δολοφονικό βλέμμα.
Μιλάμε για πολύ κακή ιδέα.. σκέφτηκε αλλά δεν μπορούσε παρά να χαμογελάσει προκλητικά στο κορίτσι απέναντί του.
Η κα Λογκαν κατέφυγε στην κουζίνα να μαγειρέψει κάτι "πρόχειρο" όπως είπε. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στον Λουκ να σηκωθεί και να αρχίσει να γυροφέρνει άνετος στο σπίτι εκνευρίζοντας ακόμα περισσότερο την Ταρα.
Βέβαια κάθε τι παρά άνετος δεν ήταν. Δεν είχε ιδέα πως να φερθεί στην περίσταση μιας και ποτέ δεν τον ένοιαζε τι θα σκέφτονταν οι άλλοι για εκείνον. Οι γονείς του - ή μάλλον οι θετοί γονείς του- είχαν προσπαθήσει πολλές φορές στο παρελθόν να τον πείσουν να τους συνοδεύσει σε γεύματα με οικογενειακούς φίλους ή πελάτες όμως πάντα ο Λουκ κατάφερνε να κάνει κάτι που θα προσέβαλε τους ίδιους ή τους καλεσμένους τους που στο τέλος σταμάτησαν να προσπαθούν.
Ο Λουκ πλησίασε τότε προς το παράθυρό και ένα τραπεζάκι που βρισκόταν κάτω από αυτό. Έπιασε προσεχτικά την γυάλινη κορνιζά που το στόλιζε και χαμογέλασε. Ήταν μια φωτογραφία με την Ταρα μικρή να χαμογελάει στην κάμερα κρατώντας ένα αρκουδάκι. Φορούσε ένα υπερβολικά -για τα γούστα του- ροζ φορεματάκι και το πρόσωπό της έλαμπε από την ευτυχία και τον ενθουσιασμό.
KAMU SEDANG MEMBACA
Bad Boys Do It Better (L.H.)
Fiksi PenggemarΗ Τάρα είναι 16 χρονών και μόλις μετακόμισε στην πόλη με την οικογένειά της.Το καλοκαίρι πέρασε γρήγορα και τώρα πρέπει να αντιμετωπίσει τον χειρότερο εφιάλτη κάθε εφήβου...Την πρώτη της μέρα στο σχολείο. Όλα φαίνονται φυσιολογικά στο καινούργιο της...