«Νόμιζες ότι θα μου γλύτωνες Ε;» Είπε ο Γιώργος κυνηγώντας με στις σκάλες.
Καταλήξαμε να το κάνουμε κάτω στο σαλόνι δίπλα απ το διθέσιο. Τα βογκητά μας ακουγόταν σε όλο το σπίτι. Το σώμα μου γινόταν όλο και πιο υγρό από ιδρώτα και από ερεθισμό. Καυλωμένος στο φουλ με ξάπλωσε στο πάτωμα αρχίζοντας να μου φιλάει τους μοιρούς, μέχρι που η γλώσσα του κατέληξε στη κλειτορίδα μου. Έβαλα τις παλάμες μου στο κεφάλι του πιέζοντας το πιο βαθιά. Αναστέναζα δαγκώνοντας τα χείλη μου από ικανοποίηση.
Με έριξε στα τέσσερα και με παίρνε από κώλο. Εκείνος ο ήχος των ιδρωμένων σωμάτων που χτυπιούνται άρχισε και πάλι να γίνεται πιο έντονος. «Φαντάσου να περάσει τώρα κάποιος και να δει αυτή τη σκηνή.» Είπα από μέσα μου.
Τον έβαζε όλο και πιο δυνατά μέσα μου τραβώντας την μέση μου προς στα πίσω.«Φτάνειι!» Είπα ξεψυχισμένη.
Σηκώθηκε πρώτος εκείνος όρθιος, και με την όση δύναμη μου είχε απομείνει στάθηκα και εγώ στα πόδια μου. «Τι μουνάρα είσαι εσύ παιδί μου;» Μου είπε βαρώντας με ένα δυνατό μπατσοκωλι.
«Ααχ.» φώναξα κι έφυγα γρήγορα για τη σκάλα πριν αρχίσει να με κυνηγάει πάλι.
«Τι θες να παραγγείλουμε;» Μου φώναξε πιάνοντας στο χέρι του δυο καταλόγους από delivery.
«Πίτσα!» Φώναξα εγώ από το δωμάτιο μου καθώς ντυνόμουν.
...
Πάνω που ήρθαν οι πίτσες που παραγγείλαμε, και ετοιμαζόμασταν να φάμε γιατί είχε πάει 3:00 το μεσημέρι χτύπησε το κουδούνι.
«Ποιος μαλάκας είναι τώρα;» Είπα εκνευρισμένη μπουκώνοντας ένα κομμάτι πίτσα στο στόμα μου.
«Οποίος κι αν είναι τον διώχνεις!» Είπε ο Γιώργος ανοίγοντας τη βότκα.«Καλησπέρα!» Είπα έντρομη όταν άνοιξα τη πόρτα και αντίκρισα έναν ψηλό άντρα με γκρίζα μαλλιά.
«Καλησπέρα. Να υποθέσω ότι με θυμάστε.» Απάντησε εκείνος.
«Ναι περάστε μέσα.» Είπα κάνοντας στην άκρη.
«Ευχαριστώ.» Είπε προχωρώντας στο εσωτερικό του σπιτιού.
«Γεια σας!» Είπε ο Γιώργος αφήνοντας το κομμάτι της πίτσας για να τον χαιρετήσει.
«Γεια σας νεαρέ μου. Με συγχωρείτε για την ενόχληση, αλλά προέκυψαν κάποια καινούρια στοιχεία σχετικά με την έρευνα μου και θα ήθελα να σας ενημερώσω.» Είπε εκείνος βγάζοντας έναν φάκελο από τον καμβά του.
«Κανένα πρόβλημα μόνο που ο πατέρας μου λείπει σε επαγγελματικό ταξίδι. Μπορείτε όμως να μιλήσετε σε εμένα.»
«Έξοχα!»
«Ελάτε να καθίσουμε στη τραπεζαρία.» Είπα για να τους σηκώσω από το σαλόνι που ήταν οι πίτσες.
«Καλή ιδέα.» Είπε ο Γιώργος.
«Λοιπόν, αγαπητοί μου....» Είπε παίρνοντας θέση δίπλα από τον Γιώργο στη τραπεζαρία.
«Ναι;» Είπα όλο αυτιά.
«Οι ανακρίσεις όσο αφορά τον πιθανό δολοφόνο της Ευελίνας Κομνηνού έχουν αρχίσει.»
«Ωραία, που το πρόβλημα;» Ρώτησε ο Γιώργος.
«Ότι πρέπει να καταθέσουν και οι γονείς σας. Όταν με το καλό γυρίσουν, να περάσουν από το αστυνομικό τμήμα για να δώσουν κάποιες εξηγήσεις.»
«Μα τι σχέση μπορεί να έχουν οι γονείς μου; Για τον πατέρα μου ήταν παντα ο μεγάλος του έρωτας, ενώ η μάνα μου δεν την γνώριζε καν.» Απάντησε εκείνος.
«Την γνώριζε δεν την γνώριζε πρέπει να πάει μαζί με τον πατέρα σου. Δεν παρουσίασα ακόμα τα νέα στοιχεία στην αστυνομία. Ήθελα να είμαι όσο το δυνατόν περισσότερο βέβαιος και να έχω περισσότερα στοιχεία. Αλλά σε λίγες μέρες σκέφτομαι να το κάνω.»
«Εμείς μπορούμε να κάνουμε τίποτα;» Ρώτησα εγώ.
«Όχι. Εσάς δεν σας χρειάζομαι για κάτι. Να πηγαίνω.» Είπε προχωρώντας προς την πόρτα.»
«Καλό απόγευμα!» Είπα ανοίγοντας του τη πόρτα.
«Επίσης.» Μου απάντησε φεύγωντας.«Και τώρα τι κάνουμε;» Είπε ο Γιώργος πλησιάζοντας με.
«Θα περάσουν λίγες μέρες και θα τους το πούμε. Ας μη χαλάσουμε τις διακοπές ούτε σε αυτούς ούτε σε εμάς.» Είπα δίνοντας του ένα φιλί.
KAMU SEDANG MEMBACA
ΑΡΡΩΣΤΗΜΕΝΗ ΚΑΥΛΑ
Fiksi Remaja«Σταμάτα! Σε ικετεύωωω! Είμαστε αδέρφια...» «Μέχρι χθες ούτε που γνωριζόμασταν μωρό.» Νόμιζα ότι ήξερα τι σημαίνει έρωτας μέχρι που τον γνώρισα. Η καύλα που νιώθω κάθε φορά που τον βλέπω έχει αρχίσει να λειτουργεί μέσα μου σαν ναρκωτικό. Κι όσο πιο...