Chapter 14

44 2 1
                                    

Όλο αυτό το χρονικό διάστημα όσο ο Jace πήγαινε να κατουρήσει, κατάφερα να σκοτώσω έναν γιατρό και 3 νοσοκόμες που πήγαν να τον προστατέψουν. Όλα τα πτώματα τα είχα κρύψει σε μια αποθήκη, περιμένοντας τον επιστάτη να τους βρει και μάλλον θα πάθει καρδιακό όταν το κάνει.

Ο Jace έφυγε όσο περπατούσαμε στους διαδρόμους του νοσοκομείου υποστηρίζοντας ότι έπρεπε να «τινάξει το ανακόντα» καλά.

Κρατούσα την τσάντα στον ώμο μου καλά ενώ σκαναρα τους διαδρόμους ανοίγοντας τις πόρτες για να δω που είναι ο Jace. Είχε φύγει εδώ και μισή ώρα. Είτε θα έπεσε στην τουαλέτα είτε είναι ηλίθιος και τον σκότωσαν.

Ήταν εντυπωσιακό το ποσό λίγο με παρατηρούσαν οι γιατροί και οι νοσοκόμες σε αυτό το νοσοκομείο, ήταν τόσο αφοσιωμένοι στην δουλειά και την ζωή τους που δεν παρατήρησαν μια ξανθιά κοπέλα να περιπλανιέται στους διαδρόμους.

Ενώ έβλεπα ένα δωμάτιο, ελπίζοντας να δω τον Jace μέσα, ένιωσα κάποιον να με σπρώχνει και πετάχτηκα μέσα στο δωμάτιο. Τα ένστικτα μου ανέλαβαν δράση, και με μια κίνηση πήγα να χτυπήσω το κεφάλι του τύπου με μια τσάντα, το οποίο θα έκανε σίγουρα κάποια ζημιά αν σκεφτείς το πόσα βαριά όπλα έχει μέσα. Το αγόρι απέφυγε την τσάντα γρήγορα και έκανε πίσω σηκώνοντας τα χέρια του αμυντικά.

«Ει ει, Em εγώ είμαι!» Ο Jace εξήγησε γρήγορα, προφανώς δεν ήθελε να χτυπηθεί από την τσάντα.

Στένεψα τα μάτια μου αλλά το σώμα μου χαλάρωσε όταν συνειδητοποίησα ότι το άτομο που με έσπρωξε στο δωμάτιο δεν ήθελε να με σκοτώσει.

«Που στο διάολο ήσουν;» Φώναξα, «κανένα αγόρι δεν κάνει τόση ώρα να κατουρήσει.» Τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα όταν τον είδα και κατάλαβα τι φορούσε. «Τι στο διάολο κανείς, γιατί είσαι ντυμένος έτσι;»

Γέλασε σιγανά, και σήκωσε την άσπρη κάπα ενώ την κοιτούσε και σήκωσε τους ώμους του, «α αυτό το πράγμα;»

Ακόμα δεν είχα κλείσει το στόμα μου από αυτό που έβλεπα. Φορούσε ρούχα γιατρού. Μπλε παντελόνι και μπλούζα, μαζί με άσπρα παπούτσια και άσπρη κάπα. Είχε ακόμη και στηθοσκόπιο κρεμασμένο γύρω από τους ώμους του.

«Που το πήρες αυτό;»

Το χαμόγελο μεγάλωσε στο πρόσωπο του, «μπορεί να το βρήκα στο ντουλαπάκι κάποιου. Για αυτό άργησα τόσο.»

Τον κοίταξα ύποπτα, «και πως άνοιξες την κλειδαριά;»

Σήκωσε τους ώμους του, «την ξεκλείδωσα.»

Shy girl with a gunWhere stories live. Discover now