Κεφάλαιο 7

388 76 20
                                    

Η προσοχή μας στρέφεται αμέσως στην λιπόθυμη καμαριέρα και μετά στην τηλεόραση. Όλοι καλύπτουμε το στόμα μας για να μην φωνάξουμε από την ταραχή και την θλίψη μας. Το κανάλι δείχνει το πτώμα μιας μεσήλικης γυναίκας που βρέθηκε πριν από μία ώρα στα ερείπια μιας παλιάς γέφυρας, έξω από την πόλη. Αναγνωρίζω αμέσως το ματωμένο και τραυματισμένο σώμα, παρά την παραμόρφωση, καθώς η κάμερα κάνει ζουμ. Μας ενημερώνουν πως ήταν όμηρη απαγωγέων, οι οποίοι την έκρυβαν σε μία εγκαταλειμμένη μονοκατοικία, κοντά στον τόπο που πέταξαν τη σωρό της.

Εκεί, την βασάνιζαν για ώρες. Την βίασαν και την χτυπούσαν αλύπητα και στο τέλος την κρέμασαν. Κλείνω τα αυτιά μου προσπαθώντας να μην ακούσω τις φρικιαστικές λεπτομέρειες, αλλά δεν τα καταφέρνω. Τα μάτια μου κλείνουν και εκείνα και προσποιούμαι πως τίποτα από αυτά συνέβησαν στα αλήθεια. Όμως ακούω πνιχτούς ήχους και λυγμούς από τους ανθρώπους γύρω μου, οι οποίοι με επαναφέρουν στην πραγματικότητα. Νιώθω την θερμοκρασία του σώματος μου να αυξάνεται και το κεφάλι μου βαρύ. Παρόλα αυτά ακούω ακόμα την δημοσιογράφο στην τηλεόραση να λέει πως οι δύο δολοφόνοι συνελήφθη και ομολόγησαν αμέσως την πράξη τους, προς έκπληξη των αστυνομικών. Έτσι καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη.

Ξαφνικά η όρεξη μου για φαγητό εξαφανίζεται και την θέση της παίρνει θλίψη και τρόμος. Σηκώνομαι από το τραπέζι και με ακόμη μισόκλειστα μάτια πηγαίνω στο δωμάτιο μου. Δεν θέλω να δω απολύτως κανέναν, ο οποίος μπορεί να με πληγώσει περισσότερο ή να μου πει πόσο λυπάται, γιατί δεν αντέχω να με θεωρούν αξιολύπητη ή να με συμπονούν, γιατί κανείς δεν πρόκειται να καταλάβει τον πόνο μου. Ακόμα και αν είναι αγαπημένα μου άτομα, όπως η Phoebe ή η Angie. Θέλω να ξαπλώσω εδώ και να μην σηκωθώ ποτέ.

Ακούω το κινητό μου να δονείται, καθώς γυρίζω ανάσκελα για να αντικρίσω το ταβάνι. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου τι γράφει το μήνυμα ή από ποιόν είναι. Τώρα το μόνο που θέλω είναι να ξεχάσω ότι μου έχει συνέβη σήμερα. Το γεγονός ότι ο μπαμπάς μου ζει, είναι στην φυλακή και εγώ δεν το γνώριζα. Ότι η μαμά μου δολοφονήθηκε από δύο απαγωγείς που την βασάνισαν μέχρι να ξεψυχήσει και εγώ είμαι τώρα ολομόναχη.

Καθώς δημιουργώ εικόνες από όλα αυτά δεν μπορω άλλο να συγκρατήσω τα δάκρυα μου, που κρατούσα από τότε που είδα την είδηση στην τηλεόραση. Ξεσπάω σε λυγμούς και νιώθω κάπως καλύτερα που εκτονώνω την λύπη μου. Ο πόνος δεν φεύγει αλλά νιώθω προσωρινή ανακούφιση. Αναρωτιέμαι το λόγο που οι απαγωγείς δεν ζήτησαν λίτρα για να ελευθερώσουν την μαμά μου. Θα μπορούσαν να ζητήσουν εκατομμύρια και να γινόντουσαν πλούσιοι, αλλά δεν το έκαναν. Φαίνεται δεν τους ενδιέφεραν τα χρήματα, αλλά η εκδίκηση.

Dream(Z.m & h.s)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora