Βγήκαμε απο το σπίτι και περπατησαμε προς το δάσος... Είχε ωραία μέρα και όντως έφτιαξε η διάθεση μου... Ο Αλεξ όμως δεν φαινόταν πολύ καλά, ηταν πολύ ανυσηχος...Ακουσαμε ουρλιαχτα λύκων πολύ κοντά μας... Εγώ τρομαξα και κολλησα το σωμα μου πανω στον Αλεξ. Εκείνος σφυκτικε, πήγα να απομακρυνθω αλλά έβαλε το χερι του γύρω απο τη μεση μου και με κράτησε κοντά του....
____________________________________Σκέψεις Αλεξ
Γιατί είναι οι λύκοι εξω τώρα? Μας παρακολουθούν? Ακουσαμε ενα ουρλιαχτό και εκείνη κόλλησε πανω μου... Δεν ξέρω γιατί αλλά το σωμα μου σφικτηκε στο άγγιγμα της, όμως όταν πήγε να απομακρυνθεί ενιωσα ενα μικρο κενό και την έφερα παλι κοντά μου. Νιώθω πολύ όμορφα κοντά της...
____________________________________
Α: Πρεπει να φύγουμε... Είναι πολύ επικίνδυνα εδώ...
Μ: Εντάξει..
Περπατησαμε προς την εξοδο του δάσους και βγήκαμε στο δρόμο προς το σπίτι.... Όταν φτάσαμε είδαμε την Κλειώ να μιλάει με κάτι περίεργους τύπους...Α: Πήγαινε μέσα...
Μ: Γιατί?
Α: Δεν μπορω να σου εξηγήσω τώρα...
Μ: Ένταξη. (Του είπα και μόλις μπήκα μέσα πήγα στο παράθυρο του σαλονιού που έβλεπε προς την κατεύθηνση που βρισκόταν ο Αλεξ, η Κλειώ κα εκείνοι οι περίεργοι τύποι...)Κάτι τους είπε ο Αλεξ και εκείνοι έφυγαν.. Έπιασε την Κλειώ απο το μπράτσο κατά την τράβαγε προς το σπίτι... Εκείνη τραβιόταν και μάλλον του φώναξε να την αφήσει αλλά εκείνος την κράταγε πολύ σφικτά... Βγαινω εξω φοβερά θυμωμένη...
Μ: Άφησε την... ( του είπα και τραβηξα το μπραστο της Κλειως απο το χερι του)
Α: Μην ανακατεβεσε. Δεν είναι δική σου δουλεια.. (Μου είπε και ηταν πολύ θυμωμένος)
Μ: Εχεις δίκιο δεν είναι δική μου δουλειά αλλά δεν μπορεί να της φέρεται έτσι. (Του είπα δείχνοντας του την Κλειώ.)
Α: Δεν ξέρεις τίποτα ουτε για αυτήν ουτε για μένα. Δεν μου αρέσει να ανακατεβονται στις δουλειές μου ξένοι... Δεν μπορείς εσύ ή ο οποιοσδήποτε να ανακατεύεται στα οικογενειακά μας. (Αρχισε να φωναζει ακόμα πιο δυνατά)
Μ: Δεν ανακατευτηκα σε τίποτα... Το μονο που εκανα ηταν..
Α: Τι? Φοβηθηκες μήπως την πληγωσω.. Πίστεψε με ποτε δεν θα το εκανα αυτό στην ανηψιά μου...
Μ: Μπορείς να σταματήσεις να φωνάζεις? (Του είπα πιο δυνατά απο την δική του φωνη για να με ακούσει)
Α: Οτι θέλω θα κάνω... Ποια είσαι εσύ που θα μου πεις τι θα κάνω?
Μ: Εσύ με εφερες εδώ..
Α: Ναι και ίσως να ηταν ενα λάθος που σε έφερα εδώ, ενα λάθος που σε γνώρισα..Με αυτά του τα λογια πήγα να κλάψω αλλά δεν του εκανα την χάρη.. Του εριξα ενα δυνατό χαστούκι και ετρεξα προς το δωμάτιο ... Κλειδωσα και έπεσα στο κρεβάτι και άρχισα να κλαίω...