Κεφάλαιο 7

3.4K 313 35
                                    


Ο Άρης βάζει το άδειο, γυάλινο μπουκάλι της βότκας από το οποίο έπινε προτού έρθω, πάνω στο τραπεζάκι του καφέ. Το μεθυσμένο βλέμμα του πέφτει πάνω μου αλλά εκείνος παραμένει ήσυχος.

«Κύριε...» Προσπαθώ να σκεφτώ τι να πω άλλα δεν μπορώ. Θέλω να τον χτυπήσω που μέθυσε και πάλι αλλά από την άλλη κλείσω στην αγκαλιά μου και να του χαϊδεύω τα μαλλιά μέχρι να κοιμηθεί, να γίνει νηφάλιος και πάλι. Το πρόσωπο του είναι κόκκινο. Νιώθω ακόμα πιο άσχημα που τον άφησα μόνο του απόψε, και πιο πολύ που δεν πέρασε από το μυαλό μου όλο το βράδυ. Δεν περίμενα να γίνει κάτι τέτοιο, όχι τώρα που ήταν εδώ η Σόφι.

Η Σόφι... Που ήταν η Σόφι;

«Αφροδίτη,» λέει απαλά μέσα από τον ελαφρύ λόξιγκα του.

«Καλησπέρα σας, κύριε Άρη.» Απαντώ και πριν πάω κοντά του αρπάζω ένα ποτήρι γεμάτο νερό από την κουζίνα. «Ορίστε,» Λέω προσφέροντας του το. Εκείνος το παίρνει και το πίνει όλο σιγά-σιγά. Τοποθετεί το ποτήρι στο τραπεζάκι δίπλα από το μπουκάλι και με κοιτάει πάλι.

«Πως-πως πέρασες;» Ρωτάει αδύναμα.

«Ήταν ... όμορφα,» Απαντώ αλλά εκείνος δεν μιλάει. Ούτε ρωτάει τίποτε άλλο, κοιτάει στο κενό όπως έκανε κάθε φορά που έπινε.

«Κύριε Άρη; Που είναι η Σόφι;»

«Πήγε στο σπίτι του κύριου Πάνου να κοιμηθεί. Ήθελε να δει την κυρία Άννα.»

Κουνάω το κεφάλι μου, νιώθοντας ανακουφισμένη. «Νομίζω ότι πρέπει να πάτε για ύπνο κύριε Άρη,» Λέω καθώς τον βοηθώ να σηκωθεί στα πόδια του και να πάει προς της σκάλες. Φτάνοντας στο τέλος της σκάλας, ο κύριος Άρης χαλαρώνει, στηρίζει όλο του το βάρος πάνω μου και έτσι πέφτω πάνω στο τοίχο με τον Άρη να πιέζει το σώμα μου στο κρύο και βαμμένο τσιμέντο.

Τα μάτια του είναι μισάνοιχτα, καρφωμένα στο πρόσωπο μου ενώ τα χέρια του ακουμπάνε τον τοίχο δίπλα από τη μέση μου. Τον κρατάω κοντά μου για να μην πέσει, το στήθος του στο δικό μου, έτσι όπως είναι καμπουριασμένος προς το μέρος μου. Είναι τόσο όμορφος, μοιάζει σαν δαίμονας: σαγηνευτικός αλλά επικίνδυνος, ειδικά τώρα που είναι μεθυσμένος και δεν σκέφτεται καθαρά. Η παλάμη του ακουμπάει απαλά τον καρπό μου και το δέρμα μου φλέγεται. Η καρδιά μου αντηχεί στα αυτιά μου, νομίζω πως ο Άρης μπορεί να την ακούσει.

«Αφροδιτούλα μου,»

«Συ-Συγγνώμη;» Το χέρι του μετακινείται από τον τοίχο στα μαλλιά μου και τα δάχτυλα του μπλέκονται στις ατημέλητες τούφες από τα μαλλιά μου. Στέκεται και πάλι ίσια, δημιουργώντας ένα τοίχος με το σώμα του. Ακουμπάει απαλά το μάγουλο μου και σκύβει το κεφάλι προς το δικό μου.

Μόνο ΕσέναWhere stories live. Discover now