Κεφάλαιο 16

2.5K 209 17
                                    


Οι δύο ώρες φεύγουν και ο Άρης αποχωρεί για να συναντήσει τον καινούριο δικηγόρο. Η μικρούλα τον παρακαλεί να την πάρει μαζί της και εκείνος της εξηγεί πως δεν μπορεί. Όταν φεύγει, η Σόφι κάθεται στο πάτωμα και κοιτάει το πάτωμα κατσουφιασμένη. Δεν την έχω δει ξανά έτσι. Γονατίζω δίπλα της και την παίρνω αγκαλιά.

«Σόφι μου δεν θες να κάτσουμε μαζί;»

«Θέω να...πά-πάμε βότα!» Απαντάει η μικρούλα συνοφρυωμένη.

«Ωραία, θα πάμε βόλτα. Αλλά ο μπαμπάκας δεν μπορεί να έρθει μαζί μας τώρα. Θα του πω να μας συναντήσει έξω όταν θα μπορέσει.» Της λέω και την παίρνω αγκαλιά.

«Εντάξει,» Αποκρίνεται και αγκαλιάζει σφιχτά τον λαιμό μου. Χαμογελώ και φιλάω το μικρό της κεφαλάκι που στολίζεται από τις μπουκλίτσες της. Ετοιμαζόμαστε γρήγορα, γρήγορα και κλείνω το μικρό της χεράκι μέσα στο δικό μου. Ανοίγω την πόρτα για να φύγουμε μα σταματώ αμέσως, σοκαρισμένη.

«Τι κάνεις εδώ Χριστόφορε;» Ρωτώ καθώς τραβάω ελαφρώς το αγγελάκι μου πιο κοντά μου.

«Ήρθα να σε δω.» Απαντά και εγώ συνοφρυώνομαι.

«Δε γίνεται.» Του λέω. «Πάμε βόλτα και δυστυχώς πρέπει να φύγουμε τώρα.» Δεν μου αρέσει που τον διώχνω μα δεν φαινόταν τόσο καλή ιδέα να κάτσει.

«Ωραία! Αφήστε με να σας οδηγήσω εγώ. Απλώς πείτε μου που πηγαίνετε.» Αποκρίνεται ο Χριστόφορος με χαρά και χαμογελάει. Η μικρούλα τραβάει το φόρεμα μου και την σηκώνω στην αγκαλιά μου.

«Τι συμβαίνει αγαπούλα μου;» Την ρωτάω και την κρατώ κοντά μου προσεκτικά.

«Ποι- Ποιος είναι...α-αυτός μα-μαμάκα;» Ρωτάει σχεδόν ψιθυριστά. Ο Χριστόφορος της χαμογελάει γλυκά και η μικρούλα κρύβει το προσωπάκι της στα μαλλιά μου ντροπαλά.

«Είναι ένας γνωστός μου αγγελάκι μου.» ψιθυρίζω και χαϊδεύω απαλά την πλάτη της. Η Σόφι γυρνάει σιγά-σιγά και τον κοιτάει σχολαστικά. Σηκώνει το χεράκι της και τον χαιρετάει με ένα γλυκό χαμόγελο.

«Γειά σας!» Λέει χαρούμενα και ο Χριστόφορος γελάει.

«Γεια σου μικρούλα,» Αποκρίνεται ο Χριστόφορος και της κλείνει το μάτι. Η Σόφι κοκκινίζει και εγώ δεν μπορώ παρά να γελάσω. Είναι τόσο χαριτωμένο πλάσμα. Η μικρούλα με κοιτάει και σκύβει στο αυτί μου.

«Μα-μαμάκα, μπο-μπορεί να...έ-έρθει μαζί μας;» με ρωτάει χαμογελαστά μα εγώ συνοφρυώνομαι. Δεν έχω καλό προαίσθημα αλλά δεν θέλω να στεναχωρήσω την μικρή μου πριγκίπισσα.

Μόνο ΕσέναDove le storie prendono vita. Scoprilo ora