κεφάλαιο 6

14K 1.2K 40
                                    

ΑΛΙΚΗ

Από την ώρα που ήρθα στη δουλειά ο Αργύρης συνέχεια έβρισκε λάθη σε αυτά που έκανα. Η μαμά μου χαμογελούσε και μου έδινε κουράγιο. Το ήξερα ότι τον είχαμε ανάγκη και δυστυχώς το ήξερε και εκείνος. Ως συνήθως έκανα υπομονή και δεν του έδινα ιδιαίτερη σημασία. Ήταν νωρίς ακόμα και αν ήθελα να βγάλω τη βραδιά θα έπρεπε να καταπιώ πολλά από τα σχόλια του. Είχε αρχίσει να έρχεται κόσμος σιγά σιγά και ασχολιόμουν με τις παραγγελίες.. Με την άκρη του ματιού μου, βλέπω δύο ζευγάρια και ένα αγόρι να μπαίνουν στην αυλή του μαγαζιού, αμέσως τους πλησιάζουν οι γονείς μου... όσο εγώ παίρνω παραγγελία από ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, εκείνοι συνεχίζουν να μιλάνε και δείχνουν να γνωρίζονται. 

Ο πατέρας μου, μου κάνει νόημα να πλησιάσω, το κάνω και αναγνωρίζω αμέσως την κυρία Χριστίνα, που κάθε χρόνο γίνεται ακόμα πιο όμορφη και τον γοητευτικό κύριο Άρη, που όλο το νησί τον συζητά, για το σπίτι που φτιάχνει κάτω στην παραλία. Τους χαιρετάω και τους καλωσορίζω, μαθαίνω ότι το άλλο ζευγάρι, είναι η κυρία Όλγα και ο κύριος Μάνος, τους θυμάμαι αμυδρά, όπως και τον γιο τους, που μαζί με τον φίλο του μου έκαναν τα καλοκαίρια κόλαση! Ευτυχώς έχουν να εμφανιστούν στο νησί πολλά χρόνια, παλιότερα είχα μάθει ότι προτιμούσαν να περνάνε τις διακοπές τους στο Ναύπλιο, μιας και είχαν και εκεί σπίτι. Δεν με ενδιέφερε καθόλου, ας μην ερχόντουσαν ποτέ ξανά. Σίγουρα θα ήταν και οι δύο ψωνισμένοι πρωτευουσιάνοι, που θα νόμιζαν ότι με τα λεφτά τους, θα μπορούσαν να κάνουν ότι ήθελαν. Είχα γνωρίσει πολλούς τέτοιους τα τελευταία δύο χρόνια που δούλευα στο μαγαζί. Ούτε μπορώ να θυμηθώ πόσες φορές με έχουν ρωτήσει τι ώρα σχολάω, ή πότε έχω ρεπό διάφοροι τέτοιοι τύποι...

Όταν τελείωσα με την παραγγελία τους, επέστρεψα μέσα στο μαγαζί για να την δώσω στην κουζίνα. Η μητέρα μου με ακολούθησε για να βοηθήσει, ενώ ο πατέρας μου έκατσε μαζί τους. Τους πήγα τα ποτά τους μαζί με τις σαλάτες και έπειτα ασχολήθηκα με τα άλλα τραπέζια. Την ώρα που βρισκόμουν μέσα στην κουζίνα με την μητέρα μου, την ακούω να μου λέει, ότι θέλει να τους περιποιηθούμε, επειδή είναι φίλοι τους... το δεύτερο γκαρσόνι μπαίνει μέσα και με ενημερώνει ότι στην παρέα προστέθηκαν άλλα δύο άτομα. Βγαίνω έξω και συναντάω τον πατέρα μου..

«Αλίκη! Εσένα ερχόμουν να φωνάξω. Ήρθαν ο Στέλιος και ο Δημήτρης, οι γιοι τους, μπορεί να τους θυμάσαι..» Αν τους θυμάμαι; Συνέχεια με κορόιδευαν αλλά και εγώ δεν τους άφηνα σε ησυχία! Ότι βλακεία έκαναν έτρεχα και την έλεγα!

Βαρέα και Ακόμα πιο ΑνθυγιεινάWhere stories live. Discover now