Ποινή

866 135 47
                                    

Παρατήρησα τον εαυτό μου στον ολόσωμο καθρέφτη που διέθετε το δωμάτιο μου. Όλα πάνω μου έδειχναν πένθιμα. Από το μαύρο φόρεμα που φορούσα μέχρι και τη σύγχυση που ήταν εμφανή στο βλέμμα μου.

Κοίταξα τον Γκάμπριελ πίσω μου ο οποίος καθόταν πάνω στο κρεβάτι μου, κοιτάζοντας τον άσπρο τοίχο απέναντι του με ένα απλανές βλέμμα. Διστακτικά άρχισα να προχωράω προς το μέρος του. Μόλις έφτασα κοντά του, έσκυψα μπροστά του αναγκάζοντας τον να με κοιτάξει.

《Γκάμπριελ, στο είπα και πριν, δεν είναι ανάγκη να έρθεις》,είπα πιάνοντας τα τρεμάμενα χεράκια του.

《Θα έρθω, μαμά》,ψέλλισε εκείνος με ένταση.

Έγνεψα καταφατικά. Ήταν μονάχα ένα μικρό παιδί που είχε χάσει έναν σημαντικό άνθρωπο στη ζωή του σε ένα μικρό χρονικό διάστημα.

Πιάνοντας το χέρι του, κατευθυνθήκαμε προς την έξοδο του παλατιού, και γίναμε ένα με το μαυροντημένο πλήθος που υπήρχε στον κήπο. Όλοι μαζί, αρχίσαμε να προχωράμε προς το νεκροταφείο.

Διάσπαρτες σκέψεις τριγυρνούσαν μέσα στο μυαλό μου καθ'όλη τη διαδρομή προς τα εκεί. Ο Γκάμπριελ δεν είχε προλάβει να τον γνωρίσει και τον έχασε με έναν τόσο άδικο τρόπο εξαιτίας της Αλίσια και εγώ δεν μπορούσα να κάνω κάτι γι'αυτό.

Μόλις φτάσαμε στο νεκροταφείο, οδηγηθήκαμε προς το σημείο που είχαν σκάψει για να τοποθετήσουν το σώμα του. Έβαλα τον Γκάμπριελ στην αγκαλιά μου και έκρυψα το πρόσωπο του στο στον ώμο μου ώστε να μην κοιτάξει αυτό το αποτρόπαιο γεγονός.

Είχαν τυλίξει το σώμα του με μεταξωτά σεντόνια και το τοποθέτησαν μέσα στον τάφο. Άρχισαν να τον καλύπτουν με χώμα μέχρι να σκεπαστεί ολόκληρος.

Λυγμοί ακούγονταν στον χώρο γύρω μας. Κραυγές και λόγια που δεν είχαν προλάβει να πουν στον αγαπημένο τους.

Το βλέμμα μου διασταυρώθηκε με εκείνο της Αλίσια. Είχε το θράσος να έρθει εδώ ενώ γνωρίζαμε πως εκείνη ήταν υπεύθυνη γι'αυτό. Θυμός με κυρίεψε όμως προσπάθησα να τον καταπολεμήσω.

Κόσμος άρχισε να αφήνει άσπρα τριαντάφυλλα πάνω στο χώμα με το οποίο είχε σκεπαστεί το άψυχο σώμα του. Έβγαλα τον Γκάμπριελ από την αγκαλιά μου και πήρα στα χέρια μου ένα τριαντάφυλλο. Δίχως να το περιμένω, άρπαξε και εκείνος ένα και προχώρησε προς τον τάφο, αφήνοντας το τριαντάφυλλο πάνω του.

Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια μου με αυτή του την κίνηση. Τα σπούπισα γρήγορα για να μην τα δει.

Τα Δυο ΒασίλειαWhere stories live. Discover now