Δεν ήξερα τι να κάνω. Είχα μείνει ακίνητη από την έκπληξη. Το ίδιο και εκείνος. Ξαφνικά απομάκρυνε το πρόσωπο του από το δικό μου και με κοίταξε έντονα στα μάτια. Είδα με την άκρη του ματιού μου την Ελίζαμπεθ να φεύγει και έτσι αποφάσισα να κλειστώ και εγώ στο δωμάτιο μου και να μην βγω από εκεί μέσα ποτέ ξανά. Διέκρινα στα μάτια του θυμό. Πολυ θυμό. Και τον φοβόμουν. Φοβόμουν τι θα μπορούσε να μου κάνει. Αλλά όλως περιέργως δεν έκανε τίποτα. Το μόνο που έκανε, ήταν να με κοιτάει με ένα βλέμμα που με έκαιγε.
Τότε το πήρα απόφαση και ξεγλιστρησα απο κοντά του.《Καληνύχτα》,μουρμούρισα και άνοιξα την πόρτα του δωματίου μου. Μετά από λίγο, άκουσα τα βήματα του να απομακρύνονται και έτσι, αφού έβγαλα το φόρεμα μου και έμεινα με το εσωτερικό μου, ξάπλωσα στο κρεβάτι μου. Τη στιγμή που έκλεισα τα μάτια μου εμφανίστηκαν μπροστά μου δύο μεγάλα γκρίζα μάτια τα οποία με συντροφευαν κατά τη διάρκεια του ύπνου μου.
***
Ένιωσα στον ύπνο μου κάποιον να με σκουνταει. Άνοιξα τα μάτια μου διστακτικά.《Πριγκίπισσα. Πριγκίπισσα!》,ειπε κάποιος.《Ξυπνήστε! Μας επιτίθενται!》
Μόλις το άκουσα αυτό σηκωθηκα κατευθείαν. Κοίταξα το άτομο που με ξύπνησε. Ήταν ένας υπηρέτης. Σηκώθηκα βιαστικά από το κρεβάτι μου. Δεν μπορούσα να φορέσω το φόρεμα μου επειδή θα αργουσα. Έτσι έριξα πάνω μου την ρόμπα μου.
Είδα με την άκρη του ματιού μου τον υπηρέτη να υποκλίνεται. Για πιο λόγο;《Δεν έχουμε καιρό για υποκλισεις τώρα!》,άκουσα μια δυνατή φωνή και αμέσως γύρισα το κεφάλι μου προς την πόρτα.《Ρόζαλι, ακολούθησε με!》,ειπε με την επιτακτική του φωνή.
Ήταν ο Στεφάν. Ντρεπόμουν να τον κοιτάξω στο πρόσωπο και έτσι κοίταξα προς τα κατω. Όμως αυτό ήταν χειρότερο. Γιατί, καθώς ήταν από τον ύπνο, φορούσε μόνο ένα απλό παντελόνι και τίποτα άλλο. Το γυμνασμένο του στέρνο ήταν σε κοινή θέα. Ξεροκαταπια. Ένιωσα τα μάγουλά μου να παίρνουν φωτιά αλλά ελπίζω να μην το πρόσεξε.
《Άντε, Ρόουζ. Βιάσου!》,ειπε και αφού έβλεπε ότι δεν κουνιομουν με άρπαξε από το χέρι και με έσυρε έξω από το δωματιο. Προχωρούσαμε στους σκοτεινούς διαδρόμους χωρίς να ξέρω που πηγαίνουμε. Άκουγα πυροβολισμούς και γυαλιά να σπάνε.
《Που πάμε;》τον ρωτησα με την φωνή μου να βγαίνει με δυσκολία.
《Σε ασφαλές μέρος》,ειπε απλά.
Καθώς στιψαμε σε μια γωνία, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με δύο στρατιώτες οι οποίοι δεν ήταν σε καμία περίπτωση δικοί μας.
《Για δες τι έχουμε εδώ;》είπε ο ένας από τους δύο.《Ο πρίγκιπας με την πριγκίπισσα. Τι ρομαντικό που θα είναι να πεθάνουν μαζί》.Γέλασε με ένα χαιρεκακο τρόπο που με έκανε να τρομάξω.
Ο Στέφαν με κόλλησε πίσω του. Οι άλλοι δύο όντας απασχολημένοι με το να γελάνε δεν τον άκουσαν όταν μου ψιθύρισε :《Όταν σου πω να τρέξεις, τρέξε》.
《Μα...》,πήγα να διαμαρτυρηθώ αλλά με διέκοψε.
《Μια φορά το λέω》.Με προστάτευε; Μια για ποιο λόγο;
Οι άλλοι δύο σταμάτησαν να γελάνε και έβαλαν τα χέρια τους στα όπλα τους.《Τώρα!》,μου φώναξε ο Στεφάν και άρχισα να τρέχω.
Άκουσα πίσω μου δυνατούς πυροβολισμούς. Ο Στέφαν! Σταμάτησα αμέσως και σκέφτηκα να γυρίσω πίσω. Αλλά δεν πρόλαβα να πάρω μια απόφαση γιατί κάποιος με τράβηξε και με κόλλησε πάνω στον τοίχο καλύπτοντας με, με το σώμα του, τη στιγμή που μια σφαίρα πέρασε από το σημείο στο οποίο στεκόμουν. Σήκωσα το κεφάλι μου για να αντικρίσω το πρόσωπο του σωτήρα μου. Γουρλωσα τα μάτια μου.
《Σεμπάστιαν;》,ψέλλισα.
STAI LEGGENDO
Τα Δυο Βασίλεια
Narrativa Storica[Το πρώτο βιβλίο της σειράς των Δύο] Πώς θα ένιωθες αν βρισκόσουν σε μια εποχή όπου οι πόλεμοι και οι αρρώστιες είναι συχνά φαινόμενα; Πώς θα ένιωθες αν αναγκαζόσουν να παντρευτείς κάποιον που δεν θες; Θα πήγαινες κόντρα στα θέλω του αυταρχικού πα...