Βαθιά Μέσα Στην Καρδιά

279 44 5
                                    

Ώρες μετά από το πρώτο κύμα αναμνήσεων σταδιακά μερικές αναμνήσεις από την ζωή μου σε ένα κάστρο άρχισαν να επιστρέφουν. Ο τρόπος με τον οποίο πάντα κρατούσα αυτό που ένιωθα για τον εαυτό μου, εκτός από δύο άτομα, ένα ακόμα αγόρι ακριβώς σαν εμένα, και ένα μικρό αξιαγάπητο κοριτσάκι που δεν μπορούσες να του χαλάσεις χατήρι. Για κάποιο λόγο οι περισσότερες αναμνήσεις είχαν ως επίκεντρο αυτά τα δύο άτομα. Το πως στηρίζαμε ο ένας τον άλλον, το πως εκπαιδευόμασταν μαζί με τον αγόρι και μετά εκπαιδεύαμε το κορίτσι... Το πως μεγαλώσαμε μαζί μέσα στις δυσκολίες και βασιζόμασταν ο ένας στον άλλον ακόμα και μετά την ενηλικίωση μας και την φυγή μας, ακόμα και μετά την επανασύνδεση μας. Δεν υπήρχε αμφιβολία πως αυτές ήταν οι αναμνήσεις με τα αδέρφια μου, τα ονόματα των οποίων δεν μπορούσα να θυμηθώ καν.

Μετά από αυτό όμως οι αναμνήσεις άρχισαν να γίνονται πιο επώδυνες, καθώς γύριζαν μέσα στο κεφάλι μου αυτές που είχαν τον πόνο και την δυστυχία μου, αυτές που είχαν αφήσει σημάδια επάνω μου ακόμα και αν δεν μπορούσα να καταλάβω ποια, αυτές που μπορούσα να νιώσω πάνω στο σώμα μου σαν να τις ζούσα αυτήν την στιγμή. Ο πόνος ήταν τόσο αληθινός που αναγκαζόμουν να πιάνω τα σημεία που νόμιζα πως είχα κοπεί για να βεβαιωθώ πως δεν υπήρχε τραύμα στα αλήθεια.

"Μα πόσο επώδυνη ήταν η ζωή μου πια. Οι μόνες καλές αναμνήσεις είναι λίγες και μόνο με δύο άτομα τα οποία δεν θα αναγνώριζα ακόμα και αν τα έβλεπα μπροστά μου. Το μόνο που ξέρω είναι πως το ένα λογικά είναι ίδιο με εμένα και το άλλο έχει κόκκινα μαλλιά". Μπορεί να ήθελα να βρω τις αναμνήσεις μου αλλά πέρα από αυτό τίποτα δεν είχε σημασία. Αν όλα ήταν άσπρα και μαύρα για κάποιους για εμένα ήταν όλα μαύρα. Δεν υπήρχε καμία επιθυμία που να ερχόταν από μέσα μου,  κανένα θέλω που να το θέλω πραγματικά. Σαν να είμαι στα αλήθεια ένα άδειο κέλυφος, χωρίς καρδιά, χωρίς ψυχή. Αλλά αυτό δεν μπορούσε να είναι αλήθεια. Κανένας δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. "Δεν υπάρχει δεν μπορώ, μόνο δεν θέλω. Αλλά και πάλι δεν είναι Α... "

Πάλι αυτή η φωνή μέσα στο κεφάλι μου. Μέρες τώρα αυτή η φωνή ακουγόταν μέσα στο κεφάλι μου σαν να ερχόταν από μέσα μου, προσπαθώντας να με επηρεάσει, να με διαφθήρει. Αν νοιαζόμουν πραγματικά για αυτά που έλεγε θα είχα υποκύψει μέχρι τώρα αλλά όχι, δεν χρειαζόταν να το κάνω οπότε δεννθα το έκανα.

"Κρις. Μπορείς να κατέβεις για καμιά ώρα και να έρθεις μέσα;  Υπάρχει κάποια εδώ που θέλει να σε γνωρίσει". Τι; Ποιος θα ήθελε να με γνωρίσει όταν κανένας δεν θα ήθελε καν να με δει. Βασικά λάθος εγώ δεν ήθελα να δω κανέναν το ξέχασα... Τι κάθομαι και κάνω εδώ ο βλάκας όταν θα μπορούσα απλά να φύγω και να ξεγράψω τα πάντα, από αυτά που δεν έχω τουλάχιστον. Στριφογύρισα τα μάτια μου κοίταξα κάτω τον, ποιο ήταν το όνομα του είπαμε; Ναι τον Σκοτ να κοιτάζει προς το μέρος μου με τα μάτια σχεδόν κλειστά για να μην πέσει νερό μέσα τους, σχεδόν είχα ξεχάσει ότι έβρεχε ακόμα εδώ και πόσες μέρες, θα νόμιζε κανείς πως ο καιρός ήταν έτσι εξαιτίας μου.  Έστριψα το σώμα μου προς τα δεξιά και έπεσα από το δέντρο αποφεύγοντας όλα τα κλαδιά μέχρι το έδαφος και προσγειώθηκα στο έδαφος σαν να είχα πέσει από το πρώτο κλαδί. 

Διχασμένος (Ο Μαύρος Λύκος Βιβλίο 2) Now Completed Où les histoires vivent. Découvrez maintenant