Στην Άκρη Της Απόγνωσης

193 35 0
                                    

_________________________ Ριξ __________________________

"Γιατί;... Γιατί... Έπρεπε... Να... Το... Πω... Αυτό". Γαμώτο πόσο βλάκας πρέπει να είμαι. Γιατί πρέπει συνέχεια να ξεχνάω πως αυτή είναι που βάζει τα συναισθήματα πάνω από όλα. Και τώρα τα είχα κάνει σαν τα μούτρα μου.

Είχε περάσει μόλις μισή ώρα από τη στιγμή που έκανα την Άρσα να φύγει και είχα αρχίσει να χτυπάω ένα δέντρο σαν να ήταν η πηγή όλων των προβλημάτων μου. Δεν με πείραζε καθόλου που το δέντρο ήταν πιο σκληρό από τα χέρια μου ή ότι όσο το χτυπάω τόσο πληγώνομαι. Εδώ δεν μπορούσα να σκεφτώ καθαρά θα σκεφτόμουν αυτό; Πρέπει να είχα καταστρέψει τα χέρια μου, τουλάχιστον θα το είχα κάνει αν οι τένοντες μου δεν θεραπεύονταν πιο γρήγορα από ότι καταστρέφονται με κάθε γροθιά. Και ευτυχώς υπήρχε και η βροχή για να ξεπλύνει το αίμα από τα χέρια μου.

Σταδιακά μαζί με τον θυμό μου οι γροθιές άρχισαν να λιγοστεύουν, μέχρι το σημείο που δεν προσπαθούσα πλέον να χτυπήσω το δέντρο. Δεν προσπαθούσα να κάνω τίποτα. Ήταν λες και την θέση της οργής μου την είχε πάρει η απώλεια.

"Έτσι ένιωσε και αυτός όταν την έχασε; Όχι, πρέπει να ήταν χειρότερα από εμένα. Αυτός την έχασε για πάντα, ενώ η Άρσα απλά έφυγε". Γιατί να ήταν όλα τόσο περίπλοκα; Γιατί να έπρεπε να είμαστε κομμάτια του και όχι κανονικά άτομα; Θα μπορούσαμε έτσι να είμαστε μαζί; όχι δεν ήταν ποτέ γραφτό να γίνει κάτι τέτοιο, δεν έπρεπε να υπάρχουμε καν. Και όμως εγώ δεν πρόκειται να γυρίσω πίσω στο τίποτα, για όσο καιρό θα υπάρχει αυτός για να θεωρούμε κομμάτι του θα τον απορρίπτω.

"Είναι δική μου η ζωή. Όχι δική του, αυτός έχασε την ευκαιρία του". Δεν θα έχανα και εγώ την δική μου, το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να την βρω και να της εξηγήσω.

"Πολύ σωστά μικρέ. Και επειδής συγχαρητήρια για την αντοχή σου, δεν θα μπορούσαν πολλοί να χτυπάνε κάτι και να ματώνουν για μια ώρα". Όταν πήγα να τρέξω πίσω από την Άρσα άκουσα μια φωνή που ερχόταν πάνω από το δέντρο. Ήταν αφύσικη και τρομαχτική έτσι αλλοιωμένη από την μεταμόρφωση ενός λυκανθρώπου, και παρόλα αυτά τόσο οικεία.

Κοίταξα επάνω αυτόματα και καθώς ένας άντρας με μαύρο δερμάτινο μανδύα πανωφόρι και κουκούλα ερχόταν προς το μέρος μου, έκανα ένα back flip για να τον αποφύγω και ετοιμάστηκα να τον πολεμήσω. Αυτός όμως δεν έκανε καμία κίνηση πέρα από το να σηκωθεί.

Δεν μπορούσα να δω κάτω από τον μανδύα αλλά ήταν προφανές πως το δέρμα του ήταν μαύρο γιατί μπορούσα να διακρίνω τη μύτη και το στόμα του. Τα μάτια του από την άλλη ήταν ολόμαυρα σαν να ήταν δαίμονας. Το μόνο που μπορούσα να διακρίνω ήταν μια μαύρη αλυσίδα στον λαιμό του αλλά όχι και το τι είχε κρεμασμένο.

"Έχεις ικανότητες μικρέ αλλά δεν ήρθα εδώ για σένα. Αν και μοιάζεις με αυτόν που θέλω. Πες μου που είναι, και θα σε αφήσω να φύγεις άθικτος". Τι ασυναρτησίες ήταν αυτές.

Ξέχνα το δεν έχω χρόνο για αυτό. Χωρίς να χάσω χρόνο έκανα να φύγω αποφεύγοντας τον ήρεμα αλλά άπλωσε το χέρι του προς την κατεύθυνση που έστριψα, μπλοκάροντας με. Ήταν σίγουρο πως δεν θα έφευγα χωρίς μάχη.

Έδιωξα το χέρι του για να περάσω γρήγορα αλλά με κινήσεις που σχεδόν δεν φάνηκαν καθόλου ήρθε πάλι μπροστά μου και με μπλόκαρε με όλο του το σώμα. Με την ελάχιστη απόσταση που είχαν τα πρόσωπα μας μπορούσα να νιώσω τον θυμό του και την υπομονή του να λιγοστεύει, καθώς ελαφριά γρυλίσματα ξέφυγαν από τον λαιμό του. Αλλά αυτό που με έκανε να παγώσω στην θέση μου ήταν αυτή η επιβλητική επιρροή που μόλις έδειχνε και η αίσθηση πως δεν είχε δείξει καν το ελάχιστο της δύναμης του.

"Ποιος είσαι";

"Κάποιος από το σκοτάδι. Τώρα πες μου που είναι πριν αποφασίσω πως είναι ξ ώρα να σου δείξω τι θα πει πραγματικός πόνος". Αποκλείεται να μην μιλούσε σοβαρά αυτός ο τύπος.

"Λες για τον μαύρο λύκο"; Περίμενα και ένα κούνημα του κεφαλιού του μου είπε πως είχα πέσει μέσα. "Δεν ξέρω που είναι. Έφυγε από εδώ πριν από ένα μήνα, μπορεί να είναι μέσα στο δάσος μπορεί και να έφυγε τελείως". Όση ώρα μιλούσα δεν έκλεισα καν τα μάτια μου καθώς κοιτούσα μέσα σε αυτά τα μαύρα σαν τη νύχτα μάτια του. Κάτι επάνω του ήταν τελείως αφύσικο και αν και δεν ήθελα να το παραδεχτώ ήμουν σίγουρος πως δεν ήταν η πρώτη φορά που τον συναντώ.

"Καλό παιδί. Αλλά αφού δεν μου είσαι χρήσιμος θα πρέπει να υποστείς τις συνέπειες". Πριν καν τελειώσει την πρόταση του εξαφανίστηκε από μπροστά μου και πήγε πίσω μου σε κλάσματα δευτερολέπτου. Δεν πρόλαβα καν να ανοιγοκλείσω τα μάτια μου και ένιωσα κάτι να καρφώνεται στην αυχένα να μου. Αυτό όμως ήταν η αρχή.

Με το που σταμάτησε να πονάει το τραύμα ξεχύθηκε μέσα μου ένας ολόκληρος χύμαρος από πόνο και δυστυχία που σχεδόν με έκανε να χάσω τις αισθήσεις μου. Όμως ήταν τόσος ο πόνος που δεν μπορούσα ούτε αυτό να κάνω. Δεν ήξερα για πόση ώρα καθόμουν εκεί και νιώθω όλα αυτά, αλλά όταν σταδιακά άρχισαν να εξαφανίζονται βρέθηκα στο έδαφος μέσα στο δάσος να τρέμω.

Δεν ήταν δυνατόν να έχουν συμβεί όλα αυτά. Αλλά δεν μπορούσα να αγνοήσω το γεγονός πως με κάποιον τρόπο είχα βρεθεί σε αυτήν την κατάσταση. Έπρεπε να γυρίσω πίσω και να προειδοποιήσω τον Σκοτ για αυτό το άτομο.

Προσπάθησα να σηκωθώ αλλά τα χέρια και τα πόδια μου έτρεμαν τόσο που δεν μπορούσα να στηρίξω το βάρος μου. Ήταν σαν το σώμα μου να είχε το κανονικό του βάρος αλλά να ήταν φτιαγμένο από ζελέ, πράγμα που απεχθάνομαι σαν φαγητό. Δεν τα έβαλα όμως κάτω, συνέχισα να προσπαθώ να σηκωθώ και μετά από ώρα όταν το κατάφερα συνέχισα να περπατάω, να πέφτω, να σηκώνομαι και να συνεχίζω προς το χωριό. Έπρεπε να φτάσω οπωσδήποτε.

Διχασμένος (Ο Μαύρος Λύκος Βιβλίο 2) Now Completed Donde viven las historias. Descúbrelo ahora