Κεφάλαιο 13

3.6K 234 37
                                    

Όταν ανοίγω βλέπω...

Τον Άλεξ τον για πολλά χρόνια κολλητό μου ο οποίος είχε φύγει στο εξωτερικό με τούς γονείς του.

Αμέσως πάω και τον παίρνω μια σφιχτή αγκαλιά. Μου είχε λείψει ο βλάκας. Αυτή η αγκαλιά δεν ήθελα να τελειώσει ποτέ.

Άλ(εξ)- Ε-ε ζουζούνα αέρα πλιζζ. Είπε και αμέσως πετάχτηκα από το φόβο μου μην πάθει κάτι. Αυτό τον έκανε να βγάλει ένα πνιχτό γελάκι και να εισπράξει μια μπουνιά στο μπράτσο.

Αφ- Τι κάνεις εδώ ρε σκατό; Πότε ήρθες; Γιατί δεν με ειδοποίησες;

Αλ- Εε σιγά μία μία τις ερωτήσεις. 1ον ήρθα γιατί θα μείνω μόνιμα εδώ λόγο το ότι οι γονείς μου βρήκαν εδώ άλλη καλύτερη δουλειά, 2ον ήρθα χθες το βράδυ και 3ον δεν σου είπα τίποτα γιατί ήθελα να σου κάνω έκπληξη.

Είπε με μια ανάσα κάνοντας με να γελάσω με το ποσό γρήγορα μιλούσε.

Αφ- Εντάξει έλα πέρνα μέσα μην κάθεσαι στην πόρτα.

Αλ- Να είσαι καλά. Για πες εσύ τα νέα σου.

Αφ- Τίποτα το ενδιαφέρον. Όπως τα ξέρεις.

Αλ- Μάλιστα.

Εκείνη την ώρα μπαίνει στο σαλόνι ο Δημήτρης. Το βλέμμα του έδειχνε θυμό, απογοήτευση και ζήλια.

ΟΠΑ ΤΙ;

ΖΗΛΙΑ
Γιατί ζήλια. Για ποιο πράγμα να ζηλέψει; Ο Δημήτρης κοιτούσε τον Άλεξ σαν να ήταν έτοιμος να του ορμήξει. Έτσι για να αποτρέψω αυτό το ενδεχόμενο πρέπει να μιλήσω.

Αφ- Εμ Δημήτρη από εδώ ο Άλεξ ο επί χρόνια κολλητός μου ο οποίος με έχει στηρίξει σε πολλά και μόλις γύρισε από Ισπανία. Άλεξ από εδώ ο Δημήτρης κολλητός του Αχιλλέα και πολύ καλό παιδί.

Δ/Αλ- Χάρηκα, είπαν και οι δύο μαζί με έντονο ύφος.

Συνεχίσαμε την συζήτηση με λίγη ένταση αλλά τελικά πέρασε ομαλά η ώρα.

Κανονίσαμε το βράδυ να πάμε για φαγητό. Θα ερχόταν να με πάρει ο Άλεξ από το σπίτι στις 9. Αφού φάγαμε με τον αδερφό μου πήγα να κοιμηθώ και έβαλα ξυπνητήρι στις 6.

Η ώρα ηταν 6:15 και μπήκα να κάνω μπάνιο. Γέμισα την μπανιέρα με νερό και έβαλα το αφρόλουτρο μου με άρωμα καραμέλα. Αφού τελείωσα βγήκα και έβαλα τις κρέμες μου με άρωμα ρόδι.

Πήγα στην ντουλάπα μου να δω τι θα βάλω. Κατέληξα σε ένα γαλάζιο μακρύ φόρεμα με άνοιγμα στην πλάτη και τις άσπρες γόβες μου. Ίσιωσα τα μαλλιά μου και βάφτηκα ελαφριά με λίγη mascara, eyeliner και ένα απαλό ροζ κραγιόν.

Την ώρα που κατέβαινα τη σκάλα άκουσα την πόρτα να χτυπάει. Πήγα άνοιξα και βλέπω έναν κούκλο Άλεξ να με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω.

Αλ- Ποπο μια θεά που θα βγάλω για φαγητό.

Αφ- Και εσύ δεν πας πίσω. Του είπα και βγήκαμε από το σπίτι. Κλείδωσα και μπήκαμε στο αυτοκίνητο του.

Ο Αχιλλέας είχε πάει να πάρει την Άρτεμις από το σπίτι της και θα τους συναντούσαμε μαζί με τον Δημήτρη στο εστιατόριο.

Όσο ήμασταν στο αυτοκίνητο μιλάγαμε και γελούσαμε. Μετά από 20 λεπτά φτάσαμε στο εστιατόριο και απ' έξω είδα τον Αχιλλέα με την Άρτεμις και τον Δημήτρη με την Πηνελόπη.

ΠΟΙΑ

ΤΗΝ

ΠΗΝΕΛΟΠΗ!!!!

Αααχ τα νεύρα μου αυτή πήγε και βρήκε να τον συνοδεύσει. Δεν μπορούσε να βρει μια πιο καλή κοπέλα.

Τέλος πάντων μπαίνουμε μέσα και μας πάνε στο τραπέζι που έχουμε κάνει κράτηση. Περνούσαμε πολύ ωραία. Μερικές φορές έπιανα τον Δημήτρη να με κοιτάει αλλά δεν έδωσα σημασία.

Κάποια στιγμή ο Δημήτρης σηκώνεται πιάνει την Πηνελόπη, την φιλάει και της λέει:

Δ- Μωρό μου πάω λίγο στο αυτοκίνητο έρχομαι.

Π- Οκ μωρό μου, του απαντάει αυτή.

Μόλις φεύγει από το τραπέζι εγώ σηκώνομαι και πάω στην τουαλέτα χωρίς να πω σε κανέναν τίποτα. Μπαίνω στις τουαλέτες και ξεσπώ σε κλάματα. Γιατί τη φίλησε μπροστά μου και την είπε μωρό του.

Αχ δεν αντέχω άλλο. Άρχισα να νιώθω δυσφορία και δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Πέφτω κάτω και προσπαθώ να βρώ την ανάσα μου αλλά τίποτα. Εκείνη την ώρα μπαίνει μέσα...

___________________
Γειά σας. Τι κάνετε ;
Είδαμε καινούρια πρόσωπα.
Ο Δημήτρης ζήλεψε.
Η Αφροδίτη έπαθε πάλι κρίση πανικού.
Ποιος μπήκε μέσα άραγε;
Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο.
Μπαααιιι

Efi❤

I love my bullyDove le storie prendono vita. Scoprilo ora