21.

343 39 17
                                    

Το ξέρω, το ξέρω, το ξέρω, το ξέρωωωωωωωωω ότι για ακόμα μία φορά είμαι απαράδεκτη. Μπορείτε λοιπόν να μου πετάξετε ξανά διαδικτυακές ντομάτες αφού ακούσετε τα επιχειρήματά μου: α) Είχα εξεταστική (και ήταν χάλια) και β) με το που τελείωσε η εξεταστική αρρώστησα (που ήταν ακόμα πιο χάλια).

Αναμένω διαδικτυακές ντομάτες.

***

Μέχρι να επιστρέψουν οι υπόλοιποι στο δωμάτιο είχε αρχίσει ήδη να ξημερώνει. Η ώρα ήταν σχεδόν πέντε και τα παστέλ χρώματα της ανατολής πάλευαν να ανακατευτούν με αυτά της νύχτας στη γραμμή του ορίζοντα. Ο ήλιος δεν είχε φανεί ακόμα πίσω από τα δέντρα του δάσους και μάλλον δεν θα αργούσε. Έξω από το παράθυρο του δωματίου τους, τα φώτα στο κέντρο της κοινότητας έσβηναν σιγά –σιγά καθώς υπήρχε αρκετό φως στους δρόμους. Η κίνηση στα στενά δρομάκια του κέντρου αλλά και περιφερειακά, ακόμα και στην εξοχή είχε ξεκινήσει τουλάχιστον μία ώρα νωρίτερα, και όσο περνούσαν τα λεπτά τόσο περισσότεροι κάτοικοι και φιλοξενούμενοι έβγαιναν στους δρόμους προκαλώντας συνωστισμό στο Φόξποντ.

Η Κλέρι ξάπλωνε ανόρεκτα στο κρεβάτι της στην κουκέτα έχοντας χάσει κάθε όρεξη για ύπνο. Ανά δύο λεπτά άλλαζε πλευρό τσαλακώνοντας τα καθαρά σεντόνια στο κρεβάτι της χωρίς να μπορεί να κλείσει τα μάτια της ούτε στο ελάχιστο. Ένιωθε σαν να είχε πιει τρία φλιτζάνια καφέ με τη μία και όλα της τα νεύρα ήταν τσιτωμένα.

Το ότι δεν μπορούσε να βρίσκεται στη μάχη τη σκότωνε περισσότερο από ό,τι περίμενε. Παρόλο που ο μεγαλύτερος φόβος της την τελευταία βδομάδα ήταν το πεδίο της μάχης του Φόξποντ και το τελευταίο πράγμα που ήθελε ήταν να βρίσκεται εκεί, το μισούσε που δεν θα ήταν δίπλα στους φίλους της εκείνο το βράδυ. Και αν κάποιος τραυματιζόταν; Αν πάθαινε κάτι η Λόρεν, η Κάρα; Αν ο Κάμερον ή η Κρισάνθα έπεφταν καταμεσής του πεδίου και δεν υπήρχε κάποιος εκεί γύρω να τους βοηθήσει; Και το χειρότερο, αν κανείς σκοτωνόταν;
Η Κλέρι άλλαξε πλευρό ακόμα μία φορά νιώθοντας τη νευρικότητα να κυλάει στις φλέβες της. Από τον διάδρομο, στον οποίο για ώρες ολόκληρες βασίλευε νεκρική σιγή τώρα ακουγόταν βήματα και φωνές. Μάλλον η μάχη είχε τελειώσει και όλοι είχαν επιστρέψει. Ή τουλάχιστον έτσι ήθελε να ελπίζει η Κλέρι.

Έσκυψε προσεκτικά από το κρεβάτι της και έριξε μία ματιά στον Τέιλορ. Όπως ήταν μάλλον φυσικό, ο μέντοράς της είχε ξεραθεί στον ύπνο. Δεν είχαν ανταλλάξει πολλές κουβέντες από τη στιγμή που επέστρεψαν στο δωμάτιό τους, πόσο μάλλον να συνεχίσουν ό,τι είχαν αφήσει στη μέση. Η Κλέρι το φαντάστηκε ότι ύστερα από τόσα λεπτά ησυχίας ο μέντοράς της είχε αποκοιμηθεί, αλλά δεν περίμενε να τον δει να κοιμάται τόσο ήρεμα.

ΦόξποντWhere stories live. Discover now