30 - ...της ΣΕΣΙΛΙΑ (2)

1K 174 12
                                    

30- της ΣΕΣΙΛΙΑ (2)

"Όχι εδώ, όχι έτσι" είπε στον άγνωστο καστανό άνδρα.

Αυτός χαμογέλασε σατανικά. Αμέσως έβαλε μπρος το αυτοκίνητο, διεκδικώντας την απόλαυση.

"Το όνομα μου..." πήγε να πει αλλά εκείνη το διέκοψε.

"Δεν έχει σημασία, και οι δυο θέλουμε το ίδιο πράμα!" δήλωσε απότομα διότι πράγματι δεν την ενδιέφερε το όνομα.

"Και τι επιδιώκεις; ένα υποκατάστατο; Δε μου φαίνεσαι για.."

"Τα φαινόμενα απατούν, είμαι παραπάνω τολμηρή από ότι νομίζεις!"

"Θα του δούμε!"

Προχώρησαν σε ένα μικρό διαμέρισμα. Άνοιξε τα φώτα ενώ κάθισε άνετος στο μεγάλο καναπέ.

"Χαλάρωσε λίγο..."

Και όμως εκείνη δε γινόταν να χαλαρώσει. Πνιγόταν, και όσο η εικόνα του κατοικούσε στο υποσυνείδητο της, όσο άκουγε τη φωνή του στο μυαλό της, δε γινόταν να αποδεσμευτεί. Κάθισε δίπλα στον άγνωστο άνδρα, προσπαθώντας να ανακτήσει μια παλιά δυναμικότητα.

"Έτσι μιλάς πάντα; τόσο πολύ;" τον ρώτησε αυθόρμητα.

"Κάνω και άλλα πράματα εξίσου καλά, όποιος σε βασανίζει θα τον ξεχάσεις μαζί μου"

Ναι υπήρχε κάποιος που τη βασάνιζε. Πληγώθηκε και από τους δυο ταυτόχρονα πληγώθηκε διότι και οι δυο της είπανε ψέματα. Το ένα χειρότερο από το άλλο, το ένα πονούσε, το άλλο την αφύπνισε. Ένιωθε αγανάκτηση, ένιωθε σκλαβωμένη, και φυλακισμένη παρέα με τη ίδια τη σαγήνευση. Πόσο είχε παλέψει να μείνει μακριά του, πόσο να πει όχι, να αρνηθεί το κάλεσμα της καρδιάς. Τον φίλησε πρώτη αλλά αισθανόταν πως φιλούσε εκείνον, πως το δέσιμο τους ήταν βαθύτερο και τόσο δαιμονικό Κάθισε στα γόνατα του άνδρα ενώ του χάιδευε το στήθος και όμως τα παιχνίδια του μυαλού συνεχίστηκαν. Δεν άντεχε να φιλάει κάποιον και να φαντασιώνεται άλλον. Η θερμοκρασία του δωματίου είχε ανέβει επικίνδυνα. Αμέσως τραβήχτηκε στην άκρη. Δεν ήταν τόσο τολμηρή όμως.

"Πρέπει να φύγω! Δε γίνεται είναι ένα λάθος!" μουρμούρισε και δίχως να ακούσει μια λέξη από το στόμα του αγνώστου βγήκε αμέσως τρέχοντας από το διαμέρισμα.

Τα βήματα της συρτά, περιπλανήθηκε για αρκετή ώρα μέσα στη νύχτα, αποφεύγοντας να επιστρέψει σπίτι όμως. Η πόλη με τα φανταχτερά χρώματα και φώτα δεν κοιμόνταν ποτέ. Λιμουζίνες μετέφεραν όσους θέλανε να βάλουν το χέρι βαθιά στη τσέπη, ερχόταν με το όνειρο να γίνουν πλούσιοι σε ένα βράδυ. Λίγοι όμως τα κατάφερναν στο τέλος, οι περισσότεροι έφευγαν πιο αδέκαροι από πριν. Καθώς πλησίαζε προς ένα πιο πολυσύχναστο δρόμο δυο φίλοι μάλωναν για τα κέρδη του καζίνου. Προσπάθησε να δώσει στόχο, πέρασε από μπροστά τους σαν να μη συμβαίνει τίποτα, έτοιμη να περάσει απέναντι. Τα αίματα όμως άναψαν για τα καλά.. ο ένας έβγαλε μαχαίρι, απειλώντας τον φίλο του ανοιχτά. Η Σεσίλια προσπάθησε να διασχίσει το δρόμο για να τους αποφύγει. Ο ένας από τους δυο άνδρες μεθυσμένος έπεσε πάνω της... παραπάτησε και αμέσως βρέθηκε σχεδόν στη μέση του δρόμου, πεσμένη κάτω. Ένα αυτοκίνητο κόρναρε δυνατά αλλά εκείνη δεν έλεγχε το κορμί της, ο εγκέφαλος δεν έδινε εντολές. Τότε ένα χέρι την κράτησε δυνατά, την έσφιξε, τραβώντας την προς την άκρη του δρόμου. Αμέσως δίχως να το καταλάβει φυλακίστηκε στην πιο γλυκιά αγκαλιά του κόσμου. Αυτός τελικά τη βρήκε πάλι, δίχως να τον καλέσει όπως το μεσημέρι... την προστάτευσε!

TEMPTATION ISLANDDonde viven las historias. Descúbrelo ahora