Πρωινό ξύπνημα, ημέρα Δευτέρα. Μια φάση που όλοι οι έφηβοι απεχθάνονται. Πόσο μάλλον όταν είσαι αναγκασμένη να πας στο μέρος που ονομάζεται σχολείο, αισχρό στην καλύτερη. Η προσπάθεια να σηκωθείς από το κρεβάτι γίνεται υπερβολικά δύσκολη όταν η κουβέρτα σου είναι τόσο ζεστή και έξω είναι υπερβολικά παγωμένα. Μένοντας σχετικά δίπλα στο σχολείο δεν το βρίσκω τόσο εξαντλητικό να περπατήσω με τέτοιο κρύο ως εκεί. Σηκώνομαι από το κρεβάτι, κάνοντας μερικούς περίεργους ήχους ''γκρίνιας''. Η οικογένεια μου έχει ήδη καθίσει στο τραπέζι και απολαμβάνει το φαγητό, μπορώ να ακούσω τις φωνές τους από εδώ πάνω. Φορώντας μόνο εσώρουχα, έχοντας πάρει διαζύγιο με τις άβολες πυτζάμες, περπατάω ως το μπάνιο μου. Βουρτσίζοντας τα δόντια μου, κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέπτη. Έπειτα, γυρνάω το βλέμμα μου αλλού, δεν είμαι και τεράστια θαυμάστρια της εμφάνισης μου. Φοράω μια oversized μπλούζα ενός συγκροτήματος από τα εκατομμύρια που υπάρχουν στα αγαπημένα playlists μου, και ένα μαύρο κολλητό τζιν, με σκισίματα στα γόνατα. Δεν ήμουν ποτέ από τις κοπέλες που τρελαίνονταν με την μόδα. Προτιμώ το βολικό, από το άβολο και απλά όμορφο. Εξάλλου, στο σχολείο που βρίσκομαι δεν βρίσκω την ανάγκη να εντυπωσιάσω κανέναν. Με το σκεπτικό ότι σε 2 χρόνια θα έχω πλέον τελειώσει με το λύκειο, δίνω μια ελαφριά κίνηση στον εαυτό μου, χτενίζω τα σπαστά μαλλιά μου και βγαίνω από το μπάνιο. Αρπάζω την τσάντα μου, και κατεβαίνω τις σκάλες για τον κάτω όροφο. Συναντάω τους γονείς μου και τα 2 μικρότερα αδέρφια μου. ''Λόρεν, κάθισε να φας.'', μίλησε η μητέρα μου πρώτη. ''Θα φάω στο σχολείο μαμά. Ξέρεις πως δεν έχω ιδιαίτερη όρεξη τα πρωινά.'' της υπενθύμισα. Την πλησίασα, γέμισα με καφέ το θερμαινόμενο ποτήρι μου και κέρδισα ένα φιλί στο μάγουλο από την μητέρα μου. ''Να προσέχεις! Μην σκοτώσεις κανέναν σήμερα.'' είπε γελώντας και εγώ υποσχέθηκα πως θα προσπαθήσω. Η σχέση μου με τους γονείς μου ήταν τυπική και σχετικά καλή σε σχέση με αυτές των υπόλοιπων δεκαεξάχρονων που έκαναν την εξέγερση τους και συνεχώς μιλούσαν για το πόσο οι γονείς τους δεν τους δείχνουν κατανόηση. Οι γονείς μου είναι μαζί καιρό, και είναι πολύ δεμένοι μεταξύ τους, δουλεύουν ακόμα και μαζί αν και λόγω αυτού εγώ και τα δύο μικρά αδέρφια μου περνάμε πολλές ώρες μόνοι μας. Στον δρόμο για το σχολείο συνάντησα τον συμμαθητή μου και καλύτερο φίλο μου, τον Χάρι. ''Μέσα σε τέτοιο σκοτεινό καιρό εσύ είσαι η μόνη ηλιαχτίδα.'' με ειρωνεύτηκε κάνοντας αναφορά στο ανέκφραστο πρόσωπο μου γνωρίζοντας πόσο μισώ τα πρωινά και το σχολείο. ''Καλημέρα και σε εσένα.'' του είπα και τον αγκάλιασα σιγά. Τα χέρια του τύλιξαν την μέση μου και τα δικά μου χάιδεψαν απαλά τις χαριτωμένες μπούκλες του. ''Νόμιζα πως προτιμούσες τον χειμώνα.'' μου είπε όσο περπατούσαμε σε μερικά έρημα στενά της πόλης. ''Φυσικά και τον προτιμώ, αυτό δεν σημαίνει πως αλλάζουν τα συναισθήματα μου για το σχολείο και για τα πρωινά, Χάρι'' είπα και αυτός χαμογέλασε. ''Είσαι υπερβολικά γκρινιάρα. Είσαι τυχερή που σε αντέχω.'' είπε. Τον κοίταξα, ''ποιος αντέχει ποιον;''. Φτάσαμε στο σχολείο νωρίτερα από ότι θα έπρεπε, θα μπορούσα να πω πως οι μόνες ψυχές εκεί ήταν η δικιά μου, του Χάρι και του διευθυντή. Καθίσαμε σε ένα πάρκο έξω από το σχολείο, περικυκλωμένο από τεράστια δέντρα, έλατα και πεύκα. Ζούσαμε σε μία ορεινή πόλη, το οποίο έκανε τα πράγματα λιγότερο εύκολα διότι ήταν περισσότερο κρύα και παράξενα. Συχνά μπέρδευες την πόλη αυτή, φαίνονταν σαν χωριό. Σαν αυτά τα απόμακρα χωριά, με το 80% του εδάφους να είναι νεκροταφεία και γιαγιάδες που επέζησαν από τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο να κυκλοφορούν τριγύρω. Ελάχιστα μαγαζιά και καφετέριες. Παρόλα αυτά βρισκόμασταν κοντά σε μεγάλα κέντρα, τα οποία μπορούσες να επισκεφτείς με λεωφορείο, και τα πράγματα γίνονταν περισσότερο βολικά κυρίως για εμάς τους έφηβους. Κοίταξα τον Χάρι να χαζεύει μερικές σημειώσεις στο τετράδιο του. ''Τι γράφεις;'' ρώτησα από περιέργεια. ''Άλγεβρα.'' είπε χωρίς να αφαιρέσει το βλέμμα του από το τετράδιο. Έβγαλα ένα πακέτο με τσιγάρα από την εσωτερική τσέπη του δερμάτινου μπουφάν μου. Επέλεξα ένα τσιγάρο από όσα είχαν μείνει από την χτεσινή μέρα. Το τοποθέτησα ανάμεσα στα χείλη μου και το άναψα με τον αναπτήρα μου. ''Θέλεις βοήθεια;'' τον ξαναρώτησα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. ''Θέλεις τσιγάρο;'' τον ξανά-ενόχλησα, με κοίταξε σκεπτικά, ''Άλλη φορά.'' υποσχέθηκε και εγώ σήκωσα τα φρύδια μου. Κάθισα δίπλα του, οι απαλές του καστανές μπούκλες έπεφταν ανέμελα στο μέτωπο του, τα χείλη του είχαν γίνει μοβ από το κρύο, και ανά διαστήματα έγλυφε τα χείλη του καθώς συγκεντρώνονταν στις σημειώσεις του. ''Μισώ την άλγεβρα, στο έχω πει;'' μου ανακοίνωσε και γέλασα. ''Ουαου, το παιδί των δημοφιλέστερων λογιστών της πόλης καταριέται τα μαθηματικά; Μα πως; Πρέπει να ενημερωθούν τα ΜΜΕ.'' τον κορόιδεψα και γέλασε. Ακούσαμε κόσμο να κινείται στην περιοχή γύρω μας, σηκωθήκαμε και προχωρήσαμε προς το σχολείο ξανά. Περπατώντας στο διάδρομο, μιλούσαμε με τον Χάρι για κάτι θέματα που είχαν βάλει σε μία διαφορετική τάξη, στην οποία βρίσκονταν ένας άλλος φίλος μας, έπεσα πάνω σε κάτι, και άκουσα τον ήχο βιβλίων να πέφτουν στο πάτωμα. Γύρισα απότομα και αντίκρισα μία κοπέλα, ίσως μαθήτρια της πρώτης, να σκύβει και να μαζεύει τα βιβλία από το πάτωμα. Σκέφτηκα πως το σωστό ήταν να γονατίσω και να την βοηθήσω εφόσον εγώ το προκάλεσα, όσο και αν ήθελα να πετάξω μια συγγνώμη και να φύγω γρήγορα. Έσκυψα και μάζεψα τα τελευταία τρία βιβλία που είχαν μείνει στο πάτωμα. Τα άφησα απαλά πάνω στα υπόλοιπα που κρατούσε στην αγκαλιά της. ''Συγγνώμη, δεν σε είδα'' της είπα ειλικρινά, εφόσον δεν την πρόσεξα και έπεσα πάνω της. Είχε καστανά μάτια και απαλό σκούρο δέρμα για άσπρη κοπέλα. Είχε ίσια μακριά αξιοζήλευτα μαλλιά που ακουμπούσαν το στήθος της και έναν μαύρο φιόγκο πάνω τους. ''Δεν πειράζει, θα έπρεπε να ήμουν πιο προσεχτική'' μίλησε επιτέλους και ξαφνιάστηκα από το πόσο ήρεμη ήταν η φωνή της. Ο Χάρι με σκούντηξε. ''Τα λέμε'' της είπα και έφυγα κρατώντας τον Χάρι από τον αγκώνα του. Μπήκαμε στην τάξη νωρίτερα και καθίσαμε στα συνηθισμένα μας θρανία. Μιλούσαμε για μια σειρά που βλέπαμε μαζί ώσπου γέμισε η αίθουσα και ήρθε η ώρα να ξεκινήσει το μάθημα. Η πρώτη ώρα ήταν κοινή για εμάς, όπως και μερικές άλλες. Αλλά ο καθένας μας είχε διαφορετικές ειδικότητες, όπως εκείνος την Άλγεβρα, και φέτος αποφασίσαμε να γραφτούμε σε ένα σχολικό πρόγραμμα, κυρίως για την τελική πολυήμερη εκδρομή που θα πηγαίναμε, μόνο που αναγκαστήκαμε να πάρουμε διαφορετικά ο καθένας γιατί τα ενδιαφέροντα μας δεν συμπίπτουν και τόσο στον τομέα της τέχνης. Εγώ είχα επιλέξει μουσική και εκείνος επέμενε στην ζωγραφική. Η πρώτη ώρα τελείωσε γρήγορα, και όλες όσες ακολούθησαν επίσης, φτάσαμε στην τελευταία και καλύτερη. Ήταν επιτέλους η ώρα του μουσικού προγράμματος. Η τάξη μου αυτή, δανείζονταν το θέατρο του σχολείου, για τα μαθήματα ή τις πρόβες. Αγαπάω την μουσική αρκετά, όλο το πάθος μου βρίσκεται εκεί. Ο τρόπος που εκφράζομαι μέσω αυτής δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Συνάντησα την καθηγήτρια μου, μία νεαρή αντικειμενικά γυναίκα, με απαλά ξανθά μαλλιά και ροζ άκρες. ''Λόρεν!'' είπε μόλις με αντίκρισε και της χαμογέλασα. Την αγκάλιασα σύντομα, ναι είχαμε μία πιο οικεία σχέση μεταξύ μας, όλη η τάξη μαζί της ευτυχώς, δεν ήταν θέμα συμπάθειας. Αλλά όπως και να έχει ήμουν η αδυναμία αρκετών καθηγητών, έχοντας άριστους βαθμούς και όντας μία υπάκουη και ήσυχη μαθήτρια με υπερβολικά καλή απόδοση. ''Θέλω να δοκιμάσεις αυτό το κομμάτι στο πιάνο'' μου είπε και μου χάρισε 2 φύλα παρτιτούρων. Τους έριξα μια σύντομη ματιά. ''Φυσικά. Για τι είναι;'' ρώτησα από περιέργεια. ''Σκεφτόμουν να δηλώσουμε συμμετοχή στον μουσικό σχολικό διαγωνισμό.'' είπε ενθουσιασμένη και βέβαιη. ''Δεν θέλω να σας στεναχωρήσω αλλά είναι αδύνατον το σχολείο μας να φτάσει τόσο ψηλά, δεν το λέω για να σας κόψω τα φτερά, αλλά είναι πολύ δύσκολο ένα σχολείο στην άκρη του κόσμου να κερδίσει κάτι τέτοιο ανάμεσα σε τόσα σχολεία που είναι πασίγνωστα.'' της είπα. Ήμουν γνωστή για την ειλικρίνεια μου, αν και μερικές φορές έπρεπε ίσως να είχα ράψει το στόμα μου. Φάνηκε απελπισμένη και της χάιδεψα τον ώμο. ''Αξίζει να προσπαθήσουμε.'' της είπα όσο και αν ήξερα πως ήταν άσκοπο. Μου χαμογέλασε. Έκατσα σε ένα από τα πίσω καθίσματα του θεάτρου και διάβαζα τα φύλλα που μου έδωσε. Βλέπω τους συμμαθητές μου να έρχονται στην αίθουσα και μερικοί με χαιρετάνε, άλλοι ξεγελιούνται από την απωθητική σνομπ εμφάνιση μου και προτιμάνε να μην με πλησιάσουν. ''Γεια'' ακούω μια σχεδόν γνώριμη φωνή να μιλάει από πίσω μου, δεν μπορώ να την αναγνωρίσω όμως. Γυρνάω από περιέργεια και το βλέμμα μου συναντάει τα μάτια της κοπέλας στην οποία έπεσα σήμερα. ''Κρατάς βιβλία;'' ρώτησα, με απορία μου απάντησε ''Όχι, γιατί ρωτάς;''. ''Άρα μπορώ να σε πλησιάσω χωρίς να ανησυχώ μην τα ρίξεις;'' είπα και χαμογέλασε, ''για το δημοφιλέστερο κορίτσι του σχολείου έχεις πολύ αισχρό χιούμορ.'' είπε και ξαφνιάστηκα από τα λόγια της. ''Με πληγώνεις.'' είπα. ''Λόρεν, χάρηκα'' της προσέφερα το χέρι μου. Το κοίταξε, το ένωσε με το δικό της. ''Καμίλα'' είπε. ''Μου αρέσει ο φιόγκος σου.'' της είπα κάνοντας αναφορά στο μαύρο φιόγκο που φορούσε και προηγουμένως στα μαλλιά της. ''Και εμένα. Για αυτό τον φοράω, Λόρεν'' είπε και χαμογέλασε. Είχε ωραία δόντια, το οποίο εννοούσε πως είχε και πανέμορφο χαμόγελο. Αυτό της το αναγνωρίζω. ''Πως και δεν σε έχω ξανά-παρατηρήσει;'' ρώτησα προσπαθώντας να φανώ όσο πιο λιγότερο αγενής γίνεται. ''Ίσως επειδή είσαι τρομερά δημοφιλής και δεν έχεις χρόνο για άλλους πέρα από τον εαυτό σου.'' είπε προφανώς καθώς αστειευόταν, ''Είμαι καινούργια εδώ. Πρωτοετής.'' είπε και τώρα κατάλαβα γιατί. Συνήθως δεν έδινα βάση στα μικρότερα άτομα, αλλά εφόσον έκανε μεταγραφή και είναι στην πρώτη της χρονιά εδώ, το βρίσκω λογικό. ''Ααα'' κούνησα το κεφάλι μου προς τα πίσω. Χαμογέλασε και της χαμογέλασα πίσω. Το μάθημα ξεκίνησε και εγώ ξεχάστηκα από όλα, δίνοντας την πλήρη προσοχή μου στην μουσική.
YOU ARE READING
BLUE
FanfictionΠρωινό ξύπνημα, ημέρα Δευτέρα. Μια φάση που όλοι οι έφηβοι απεχθάνονται. Πόσο μάλλον όταν είσαι αναγκασμένη να πας στο μέρος που ονομάζεται σχολείο, αισχρό στην καλύτερη. Η προσπάθεια να σηκωθείς από το κρεβάτι γίνεται υπερβολικά δύσκολη όταν η κουβ...