17

505 23 5
                                    

Η Λόρεν μισούσε το καλοκαίρι. Ήταν η εποχή που δεν της ταίριαζε καθόλου. Η εποχή που σκότωνε κάθε όμορφη εκδοχή του κόσμου της. Και το να περπατάει στους δρόμους, μέσα στον ήλιο και την ζέστη την έκανε να θέλει να κλειστεί για το τρίμηνο αυτό μέσα στους τέσσερις τοίχους του δωματίου της. Σκόπευε να επισκεφθεί την Καμίλα, η οποία ήταν βέβαιη πως ήταν μόνη στο σπίτι. Σταμάτησε έξω από το σπίτι της και της άφησε μία αναπάντητη κλήση. Η μικρότερη κοπέλα εμφανίστηκε ανοίγοντας αμέσως την πόρτα. Αφόυ η πρασινομάτα προχώρησε μέσα στο σπίτι της κοπέλας της, δέχτηκε σφιχτές αγκαλιές και παθιασμένα φιλιά. "Και εμένα μου έλειψες." είπε. Την τράβηξε στο δωμάτιο της και σύντομα βρίσκονταν και οι δύο γυμνές κάτω από τα λεπτά σεντόνια της Καμίλα. Δεν είχε περάσει αρκετή ώρα αλλά σίγουρα είχαν ξεχάσει τον χρόνο. Το πιο απρόοπτο πράγμα συνέβη, και η πόρτα του δωματίου ξαφνικά άνοιξε. Ο επόμενος ήχος που ακούστηκε ήταν αυτός των κλειδιών που ακούμπησαν το πάτωμα με δύναμη. Και τα δύο κορίτσια πετάχτηκαν, καλύπτοντας τα γυμνά σώματα τους και έστρεψαν το βλέμμα τους στην πόρτα. Στεκόταν ο πατέρας της Καμίλα με το στόμα σχεδόν ανοιχτό. Το βλέμμα του έμοιαζε σαν να είδε μόλις ένα φάντασμα και το δέρμα του έδειχνε πιο άσπρο από ποτέ. "Μπαμπά.." γρήγορα προσπάθησε να δώσει εξηγήσεις η Καμίλα αλλά δεν πρόλαβε. Ο μεγαλύτερος άντρας, σήκωσε τα κλειδιά του από το πάτωμα και βιαστικά έφυγε από το σπίτι. Ο ήχος της εξώπορτας θα ήταν σίγουρα ένας από τους ήχους που θα κυνηγάει για πάντα και τα δύο κορίτσια. Η Καμίλα σηκώθηκε απότομα από το κρεβάτι και ξεκίνησε να κάνει γύρους στο δωμάτιο της. Πίσω, μπροστά, πίσω, μπροστά. Η κοπέλα της σηκώθηκε και την έπιασε από τους ώμους. "Δεν υπάρχει λόγος να αγχώνεσαι, θα το συνηθίσει." της είπε και η Καμίλα γέλασε. Το γέλιο της θύμιζε στάδιο υστερίας. "Το λες αυτό επειδή δεν είναι ο δικός σου πατέρας που μας είδε αλλά ο δικός μου. Δεν ξέρεις τι είναι ικανός να κάνει Λόρεν." είπε και κάλυψε το πρόσωπο της με τις κρύες παλάμες της. Η μεγαλύτερη κοπέλα γνώριζε πως έπρεπε να παραμείνει σιωπηλή και να μην ξεκινήσει το κήρυγμα διότι σίγουρα ήταν η πιο λάθος στιγμή. "Θα το ξεπεράσουμε μαζί" ήταν το μόνο που κατάφερε να πει. Η ώρα περνούσε και κανείς από τους δύο γονείς της δεν γύρισε ακόμα σπίτι. Δεν αντάλλαξαν και πολλά λόγια εκείνη την μέρα οι δύο κοπέλες αλλά ήξεραν πως το τι πρόκειται να ακολουθήσει δεν ήταν σε καμία περίπτωση καλό και ευνοϊκό για την σχέση τους. 

''Καμίλα, θέλεις να μείνω εδώ απόψε;'' ρώτησε η Λόρεν διστακτικά και η κοπέλα της κούνησε αρνητικά το κεφάλι της. ''Δεν χρειάζεται, θα χειροτερέψει τα πράγματα το να βρίσκεσαι εδώ.'' είπε και κοίταξε στο παράθυρο της. Η μεγαλύτερη κοπέλα κοίταξε το πάτωμα και δεν έβρισκε κάποιες λέξεις που να αρμόζουν. Σηκώθηκε από την θέση της και πήρε τα κλειδιά της από το γραφείο που βρισκόταν μπροστά της. Τα μάτια της Καμίλα κατευθείαν άνοιξαν. ''Καλύτερα να πηγαίνω.'' είπε και την πλησίασε. Έπειτα, έσκυψε και έβαλε το χέρι της στο μάγουλο της κοπέλας της. Την φίλησε απαλά και δεν κουνήθηκε για μερικά δευτερόλεπτα. Φρόντισε να την κοιτάξει στα μάτια. ''Σε αγαπάω.'' είπε. Η Καμίλα με το ζόρι χαμογέλασε και κατάφερε με σπασμένη φωνή να πει ''Και εγώ σε αγαπάω.'' Η Λόρεν της χάιδεψε τα μαλλιά. ''Όλα θα πάνε καλά. Καλό βράδυ.'' της είπε και της άφησε ένα φιλί στο μέτωπο. Ήταν ειρωνικό που δεν γνώριζαν και οι δύο πως αυτή η στιγμή είναι πιο σημαντική από ποτέ.


Μόλις η Λόρεν έφτασε σπίτι, ενημέρωσε την κοπέλα της πως είναι ασφαλής και ύστερα της έδωσε λίγο χρόνο. Εκείνη αφοσιώθηκε στην δική της οικογένεια και προσπάθησε να ξεχαστεί. 

Ήρθε η ώρα να πέσει για ύπνο και έστειλε ένα μήνυμα στην κοπέλα της να βεβαιωθεί πως είναι εντάξει, και να την καληνυχτίσει. Παρόλα αυτά, δεν έλαβε κάποια απάντηση. Αποφάσισε να μην πιέσει και άλλο την κατάσταση, έτσι, τα πράσινα μάτια της σύντομα έκλεισαν και χάθηκαν στον ύπνο. 

Το επόμενο πρωί, η Λόρεν περίμενε να ξυπνήσει έχοντας μήνυμα ή κάποιο σημάδι ζωής από την κοπέλα της. Αλλά μάταια.  Ξεκίνησε να ανησυχεί αρκετά για την κατάσταση αλλά πως θα μπορούσε ένα κορίτσι της ηλικίας της να αντιμετωπίσει μία τέτοια σοβαρή περίσταση; Πολλές σκέψεις πέρασαν από το κεφάλι της αλλά παρέμεινε άβουλη. Άφησε πρώτα μερικές ημέρες να περάσουν. 

Είχαν περάσει τρεις ημέρες και η Λόρεν δεν είχε καταφέρει να έρθει σε επαφή μαζί της. Αποφάσισε να το ρισκάρει και να την πάρει τηλέφωνο, αλλά ανησυχούσε πως θα το σηκώσουν οι γονείς της Καμίλα. Σήκωσε το τηλέφωνο και καθώς καλούσε, το χέρι της κατέληξε υπερβολικά παγωμένο και σχεδόν έτρεμε. Ο τηλεφωνητής της ήταν η μόνη απάντηση που έλαβε. ''Αφήστε το μήνυμα σας''. Η Λόρεν έκλεισε το τηλέφωνο και το πέταξε στον τοίχο. Βγήκε βιαστικά από το σπίτι και έτρεξε να βρει την κοπέλα της. Φτάνοντας έξω από την πόρτα του σπιτιού της Καμίλα, δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της. Χτύπησε με δύναμη την πόρτα και περίμενε να την ανοίξουν. Μετά από δευτερόλεπτα χτύπησε πιο δυνατά. Συνέχισε να χτυπάει για λεπτά ώσπου η πόρτα τελικά άνοιξε. Η ιδρωμένη και εξαντλημένη νεαρή κοπέλα συνάντησε κάτι παράξενο. Μία ηλικιωμένη γυναίκα στεκόταν μπροστά της. Χωρίς δεύτερη σκέψη, πέρασε μέσα στο σπίτι που πολύ καλά γνώριζε και ξεκίνησε να φωνάζει το όνομα της. Η γυναίκα την ακολούθησε. Δάκρυα ξεκίνησαν να κυλούν στα μάτια της όταν παρατήρησε πως τα πράγματα της Καμίλα έλειπαν από το δωμάτιο της. Το ίδιο κρεβάτι στο οποίο μοιράστηκαν πολλές στιγμές ήταν εκεί, χωρίς σεντόνια. Απλά ένα άσπρο στρώμα έμεινε εκεί να θυμίζει πως εδώ έζησαν κάτι δυνατό. Έψαξε τριγύρω μήπως βρει κάτι δικό της. Τίποτα. 
''Μετακόμισαν πολύ βιαστικά εχτές.'' μίλησε η γυναίκα που στεκόταν από πίσω της. Η Λόρεν γύρισε και την κοίταξε. ''Που πήγαν;'' ρώτησε με σπασμένη φωνή. Η γυναίκα ανασήκωσε τους ώμους της. ''Γαμώτο.'' ψιθύρισε. Το δωμάτιο αυτό είχε ακόμα την μυρωδιά της κάτι το οποίο σκότωνε παραπάνω την Λόρεν. Κατάφερε να σηκώσει τον εαυτό της και να φύγει τρέχοντας από το σπίτι αυτό. Το μόνο μέρος που μπορούσε να σκεφτεί ήταν το σπίτι του φίλου της, του Χάρι. 


''Θα την βρούμε.'' είπε ο Χάρι. Η Λόρεν κρατούσε το 6ο τσιγάρο της σε μία ώρα και προσπαθούσε να ηρεμήσει. ''Θα την ξαναπάρω.'' είπε και σήκωσε το τηλέφωνο της. Ο Χάρι αμέσως το τράβηξε. ''Ξέρεις πως το κάνεις άσκοπα.''. Άφησε έναν αναστεναγμό να βγει από τα χείλη της. ''Δεν το πιστεύω αυτό, πως έγιναν όλα τόσο.. σύντομα;'' ρώτησε η Λόρεν και ο Χάρι την αγκάλιασε. ''Θα το φτιάξουμε'' υποσχέθηκε. Και εκείνη βασίστηκε πάνω του και ας μη γνώριζε πως θα καταλήξει.

BLUEWhere stories live. Discover now