8η μέρα
Άλλη μία Δευτέρα ήταν έτοιμη να ξημερώσει.
Το σώμα μου πετάχτηκε από το κρεβάτι από τον ήχο μίας δυνατής βροντής. Όταν συνειδητοποίησα πως το παράθυρο μου είχε ξεχαστεί ανοιχτό. ''Γαμώτο.'' είπα στον εαυτό μου και σηκώθηκα. Έτρεμα από το κρύο και δυσκολευόμουν να περπατήσω έχοντας μόλις ξυπνήσει. Ο ήλιος δεν είχε εμφανιστεί ακόμα, κανένα ίχνος φωτός στον άδειο δρόμο της γειτονιάς μου ήταν υπαρκτό πέρα από τις λάμπες που υπήρχαν εκεί σχεδόν από πάντα. Στάθηκα στο παράθυρο και κοίταξα έξω. Έβρεχε και αστραπές φαίνονταν σταδιακά στον σκοτεινό ουρανό. Τελικά αποφάσισα να το κλείσω και να προσπαθήσω να αποκοιμηθώ ξανά. Εξάλλου ήταν υπερβολικά νωρίς και το σχολείο ξεκινούσε σε 4 ώρες. Ξαπλώνοντας, τράβηξα την ζεστή κουβέρτα πάνω μου. Ένα αίσθημα φόβου με γέμιζε. Ίδρωσα και δεν μπορούσα να βολευτώ στο μεγάλο μου κρεβάτι. Οι άσχημες σκέψεις σύντομα γέμισαν το κεφάλι μου και δεν μπορούσα να τις διώξω. Ήταν αργά πλέον. Έτρεξα στο μπάνιο προσπαθώντας να κρατήσω τα δάκρυα μου και στήριξα τα χέρια μου στον νεροχύτη. Άνοιξα το νερό και το άφησα να τρέχει λίγο από την βρύση μπροστά μου. Κοίταξα το πρόσωπο μου στον καθρέπτη και για δευτερόλεπτα όλα πάγωσαν. Ύστερα, το βλέμμα μου έπεσε χαμηλά. Έβρεξα τα χέρια μου, έπειτα, έβρεξα το πρόσωπο μου. Το έκανα επανάληψη αρκετές φορές. Το σώμα μου ξεκίνησε να χαλαρώνει. Άφησα μία τεράστια ανάσα να αποδράσει από τους πνεύμονες μου. Βγαίνοντας από το μπάνιο επέστρεψα στο δωμάτιο μου και κάθισα για μερικά λεπτά στο κρεβάτι μου. Για μία στιγμή, αναρωτήθηκα τι θα μπορούσα να κάνω ώστε οι τοίχοι να μου μιλήσουν, όσο τους μιλάω και εγώ. Ξαπλώνοντας, χωρίς να καταβάλω καμία προσπάθεια, τα μάτια μου άρχισαν να κλείνουν αργά. Σύντομα, με βρήκε ο ύπνος.
Ξύπνησα στην ώρα μου. Ήμουν τυχερή που συνήλθα από το περιστατικό που συνέβη μερικές ώρες πριν. Κάθισα ήσυχα στο σαλόνι, περιμένοντας την κατάλληλη ώρα να ξεκινήσω για το σχολείο. Το κουδούνι χτύπησε και ξαφνιάστηκα. Ποιος θα μπορούσε να επισκεφτεί το σπίτι των γονιών μου τόσο νωρίς; Σηκώθηκα και άνοιξα την πόρτα. Βρήκα την Καμίλα να στέκεται έξω από αυτή. ''Καλημέρα.'' είπε και χαμογέλασα αμέσως με την παρουσία της. ''Καλημέρα.'' είπα και άνοιξα την πόρτα πιο πολύ ώστε να περάσει μέσα. Μόλις έκλεισα την πόρτα ένιωσα τα χέρια της να τυλίγονται γύρω από την μέση μου. Χαμογέλασα και άπλωσα τα χέρια μου πάνω από τα δικά της. ''Μου έλειψες.'' είπε και μου φίλησε απαλά τον λαιμό. Γύρισα και την κοίταξα. Της έδωσα ένα απαλό φιλί στα χείλη. ''Και εμένα.'' παραδέχτηκα. ''Πως και ήρθες από εδώ;'' την ρώτησα από περιέργεια. Τα καστανά της μάτια κοίταξαν τα δικά μου. ''Θέλεις μήπως να φύγω;'' είπε με παιχνιδιάρικο ύφος. ''Ποτέ.'' είπα και την τράβηξα στον καναπέ. Ξάπλωσα πρώτη και εκείνη ακολούθησε ακουμπώντας το λεπτό σώμα της στο δικό μου. Τα χέρια μου ακούμπησαν την μέση της και τα δάχτυλα μου χάιδευαν το δέρμα της. Τα δικά της χέρια βρίσκονταν σύντομα στον λαιμό μου και συνεχίσαμε με ένα απαλό φιλί. Το φιλί ξεκίνησε ήρεμα ώσπου αισθάνθηκα την γλώσσα της να ζητάει είσοδο. Άνοιξα τα χείλη μου περισσότερο και η γλώσσα μου ξεκίνησε να παίζει με την δική της. Άφησα έναν σιγανό αναστεναγμό. Το φιλί έγινε πιο παθιασμένο και τα χέρια της κατέβηκαν απαλά στο στήθος μου. Έκανα πίσω. ''Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να γίνει αυτό, τώρα, με εμάς.'' είπα τραυλίζοντας. Γέλασε, ''συγγνώμη, έχεις δίκιο, αφαιρέθηκα.'' είπε και μου φίλησε πεταχτά την μύτη. Ξάπλωσε το κεφάλι της στο στήθος μου και τύλιξα τα χέρια μου γύρω της. Ίσως τα πρωινά να μου άρεσαν λίγο παραπάνω έτσι. Πολύ παραπάνω.
YOU ARE READING
BLUE
FanfictionΠρωινό ξύπνημα, ημέρα Δευτέρα. Μια φάση που όλοι οι έφηβοι απεχθάνονται. Πόσο μάλλον όταν είσαι αναγκασμένη να πας στο μέρος που ονομάζεται σχολείο, αισχρό στην καλύτερη. Η προσπάθεια να σηκωθείς από το κρεβάτι γίνεται υπερβολικά δύσκολη όταν η κουβ...