Νο. 17

60 7 0
                                    

Χτύπησε την μεγάλη βαριά πόρτα ρυθμικά.
Μία μικροκαμωμένη κυρία εμφανίστηκε στη χαραμάδα της πόρτας.
Ενα δειλό χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη της και έκανε χώρο να περάσουμε.
" Καλησπέρα κ. Αλίκη . " την χαιρετά ο Πάρης και προχωρά μπροστά μου.
" Καλησπέρα σας. " της λέω κι εγώ δειλά με σκυφτό το κεφάλι.

Οι διάδρομοι του σπιτιού τεράστιοι. Πολυέλαιοι στα ταβάνια, διάσημοι πίνακες ζωγραφικής, αγαλματίδια από δω κι από κει.
Ήταν ένας επίγειος παράδεισος.
Καθώς εγώ χάζευα σαν εξωγήινος το σπίτι ακούω την βραχνή φωνή του Πάρη να με φωνάζει.
Ακολουθώντας τον βρέθηκα μέσα σε ένα τεράστιο δωμάτιο.
Πρέπει να είναι το σαλόνι, σκεφτόμουν.
Στον ένα από τους τρεις καναπέδες καθόταν μία ηλικιωμένη γυναίκα. Στο γραφείο παραπέρα καθόταν ένας κύριος που διάβαζε την εφημερίδα του.
Αυτοί πρέπει να είναι οι παππούδες του.

Σαν μας αντιλαμβάνεται η γυναίκα σηκώνεται και πηγαίνει χαρούμενη να αγκαλιάσει τον εγγονό της.

" Πάρη αγόρι μου πόσο χαίρομαι που σε βλέπω!
Ποια είναι αυτή η κοπέλα μαζί σου;" ρωτάει με μία ανάσα καθώς έρχεται προς το μέρος μου.
" Αυτή γιαγιά είναι η Ελένη. Η Παπαγεωργίου. " της λέει με αυτοπεποίθηση ο Πάρης και έρχεται και μου πιάνει γερά τη μέση.
Το χαμόγελο εξαφανίζεται απευθείας από τα χείλη της.
Σκύβει ελαφρά το κεφάλι της και έρχεται να με αγκαλιάσει.

Φυσικά και θα ήξερε για μένα...
" Όλο αυτό πρέπει να ήταν πολύ δύσκολο για σένα έτσι γλυκιά μου;
Μην ανησυχείς όμως. Εμείς είμαστε εδώ. Οπότε μας χρειαστείς ξέρεις που θα μας βρεις.
Τόσα χρόνια ο γιος μου ασχολούνταν με την υπόθεσης σου. Τώρα και ο εγγονός μου. Έχεις γίνει μέρος της ζωής μας Ελένη. Θα είσαι πάντα καλοδεχούμενη εδώ εντάξει;" μου λέει εγκάρδια κοιτώντας με μέσα στα μάτια.
Γαλανά και τα δικά της. Όπως και του εγγονού της.
Εγώ κουνώ καταφατικά το κεφάλι μου.
Δεν μπορούσα να συνειδητοποίησω πως αυτή η γυναίκα χωρίς καν να ξέρει ποια είμαι με δέχεται στο σπίτι της λες και είναι δικό μου.
Με υποδέχεται με ανοικτές αγκάλες και μου υπόσχεται πως θα είναι δίπλα μου ότι κι αν γίνει.
Όπως κι εκείνος.
Αγαπάνε τους ανθρώπους και δεν τους ξεχωρίζουν...

" Λοιπόν γιαγιά, παππού η Ελένη θα μείνει εδώ απόψε μιας και θέλω να την πάω κάπου αύριο το πρωί. " λέει ο Πάρης σπάζοντας τη αμήχανη σιωπή που είχε κατακλείσει το δωμάτιο.
" Φυσικά αγόρι μου. Πήγαινε όμως την κοπέλα στον ξενώνα και δώσε της καθαρά ρούχα να κοιμηθεί. " του απαντά ο παππούς του και μας κάνει νόημα με το κεφάλι να προχωρήσουμε.
Φυσικά κι εκείνος είχε εκείνο το ευδιάθετο και εγκάρδιο χαμόγελο στα χείλη.
Χαμογελάω αμήχανα και ακολουθώ τον Πάρη στους περίπλοκους διαδρόμους του σπιτιού.
Μετά από αρκετό περπάτημα και καθώς χάζευα την πλάτη του Πάρη, φτάνουμε μπροστά από μία μεγάλη και ξύλινη πόρτα.
"Αυτός είναι ο ξενώνας. Το δωμάτιο μου είναι ακριβώς δίπλα. Αν χρειαστείς κάτι είμαι μία πόρτα μακριά. " μου λέει κλείνοντας μου το μάτι παιχνιδιάρικα.
Γελάω με τη παιδιάστικη συμπεριφορά του και ανοίγω την πόρτα μπροστά μου καληνυχτίζοντας τον.

"It's Our Case Darling" Where stories live. Discover now